Το βράδυ του Σαββάτου της 11ης Οκτωβρίου, ως καλεσμένος μιας αγαπημένης φίλης, είχα τη μεγάλη χαρά να παρακολουθήσω μια μοναδική παράσταση του Καραγκιόζη, χωρίς να πρόκειται για θέατρο σκιών! Ο γνωστός σε όλους «Καραγκιόζης» (τουρκική λέξη, στα ελληνικά σημαίνει μαυρομάτης) - κεντρικός χαρακτήρας του παραδοσιακού Ελληνικού και Τουρκικού Θεάτρου Σκιών - συχνά ταυτίζεται με το ίδιο το είδος θεάτρου που εκφράζει.
Στην Ελλάδα ο Καραγκιόζης, ως λαϊκός ήρωας εκπροσωπεί, το φτωχό, εξαθλιωμένο, κουτο-πόνηρο Έλληνα, που κατόρθωνε να επιβιώνει στο περιβάλλον της Τουρκοκρατίας και εξακολουθεί και σήμερα να επιβιώνει στο ανάλογο περιβάλλον της φτώχειας, της ανεργίας και της πολιτιστικής ευτέλειας που προωθεί η εν πολλοίς παγκοσμιοποιημένη αγορά.
Στην παράσταση ο Καραγκιόζης είναι πάντα καμπούρης και ξυπόλυτος, μένει σε παράγκα και συνδιαλέγεται με τον δουλοπρεπή όσο και ευέλικτο φίλο του Χατζηαβάτη που λειτουργεί ως μεσάζων ανάμεσα στον Καραγκιόζη (σύμβολο του φτωχού-λαϊκού χαρακτήρα) και στα σύμβολα της εξουσίας κυρίως τον Βελιγκέκα, (πρωτοπαλίκαρο του Πασά). Ο Πασάς κατοικεί σε παλάτι, απέναντι ακριβώς από το «σπίτι» του Καραγκιόζη και ο συμβολισμός είναι προφανής. Συμπαραστάτης στον αγώνα του Καραγκιόζη για επιβίωση είναι ο θείος του Μπάρμπα-Γιώργος (χαρακτήρας παραδοσιακός) που παραπέμπει στο επαναστατικό πνεύμα του 1821 που διατρέχει ακόμη κάθε Έλληνα. Τον καιρό του Καραγκιόζη ο Μπάρμπα-Γιώργος συνήθως έδερνε τον Βελιγκέκα και με τον τρόπο αυτό προστάτευε τον ανιψιό του από τον Πασά. Ο σύγχρονος Έλληνας (ο σκηνοθέτης) επαναστατεί ακόμη όταν προκαλείται κυρίως από Ξένους, και αμύνεται απέναντι στις αντιξοότητες αξιοποιώντας μέσα από τον χαρακτήρα του Μπάρμπα-Γιώργου τη ζωτικότητα που διακατέχει τους δραστήριους ανθρώπους της Ελληνικής επαρχίας. Η εκδοχή του Μεγαλέξανδρου, ενός από τα πολλά ευρήματα της παράστασης, όπως προβάλλεται, θα ικανοποιήσει ακόμη και τα γούστα του πιο απαιτητικού κοινού.
Στην Ελλάδα ο Καραγκιόζης, ως λαϊκός ήρωας εκπροσωπεί, το φτωχό, εξαθλιωμένο, κουτο-πόνηρο Έλληνα, που κατόρθωνε να επιβιώνει στο περιβάλλον της Τουρκοκρατίας και εξακολουθεί και σήμερα να επιβιώνει στο ανάλογο περιβάλλον της φτώχειας, της ανεργίας και της πολιτιστικής ευτέλειας που προωθεί η εν πολλοίς παγκοσμιοποιημένη αγορά.
Στην παράσταση ο Καραγκιόζης είναι πάντα καμπούρης και ξυπόλυτος, μένει σε παράγκα και συνδιαλέγεται με τον δουλοπρεπή όσο και ευέλικτο φίλο του Χατζηαβάτη που λειτουργεί ως μεσάζων ανάμεσα στον Καραγκιόζη (σύμβολο του φτωχού-λαϊκού χαρακτήρα) και στα σύμβολα της εξουσίας κυρίως τον Βελιγκέκα, (πρωτοπαλίκαρο του Πασά). Ο Πασάς κατοικεί σε παλάτι, απέναντι ακριβώς από το «σπίτι» του Καραγκιόζη και ο συμβολισμός είναι προφανής. Συμπαραστάτης στον αγώνα του Καραγκιόζη για επιβίωση είναι ο θείος του Μπάρμπα-Γιώργος (χαρακτήρας παραδοσιακός) που παραπέμπει στο επαναστατικό πνεύμα του 1821 που διατρέχει ακόμη κάθε Έλληνα. Τον καιρό του Καραγκιόζη ο Μπάρμπα-Γιώργος συνήθως έδερνε τον Βελιγκέκα και με τον τρόπο αυτό προστάτευε τον ανιψιό του από τον Πασά. Ο σύγχρονος Έλληνας (ο σκηνοθέτης) επαναστατεί ακόμη όταν προκαλείται κυρίως από Ξένους, και αμύνεται απέναντι στις αντιξοότητες αξιοποιώντας μέσα από τον χαρακτήρα του Μπάρμπα-Γιώργου τη ζωτικότητα που διακατέχει τους δραστήριους ανθρώπους της Ελληνικής επαρχίας. Η εκδοχή του Μεγαλέξανδρου, ενός από τα πολλά ευρήματα της παράστασης, όπως προβάλλεται, θα ικανοποιήσει ακόμη και τα γούστα του πιο απαιτητικού κοινού.
Τα θέματα της παράστασης κυμαίνονται από σκωπτικά και σατιρικά έως λυρικά και τραγικά, προκαλώντας στους θεατές, αυθόρμητο γέλιο, συγκίνηση και σε πολλές στιγμές ακόμα και ταύτιση τόσο με τον χαρακτήρα του Καραγκιόζη, όσο και τον αντίστοιχο του Μεγαλέξανδρου. Αυτή η συμπόρευση θεατρικών πρωταγωνιστών και θεατών συμβαίνει επειδή είναι ευανάγνωστη η παραπομπή των θεμάτων του έργου σε πραγματικές καθημερινές καταστάσεις που αφορούν τον κόσμο, σήμερα. Η συμπεριφορά του Καραγκιόζη δεν προβάλλεται ως πρότυπο προς μίμηση από τον σκηνοθέτη και δημιουργό της παράστασης Δήμο Αβδελιώδη, αλλά ως κοινωνικό φαινόμενο που αξίζει της προσεκτικής παρατήρησης κάθε θεατή, επειδή μπορεί να αναγνωρίσει σε αυτή στοιχεία του χαρακτήρα του ζώντα και ενεργά. Συχνά είχα την αίσθηση πως παρακολουθώ σκηνές από αριστοφανική κωμωδία, που περνούσε στο κωμειδύλλιο, στιγματιζόταν από τραγικές πινελιές και δεν απομακρυνόταν στιγμή από μια απόλυτη πειθαρχία και συνέπεια στην υπηρέτηση του μύθου του έργου καθαυτού. Αυτή η σκηνοθετική ακροβασία ανάμεσα σε διαφορετικά είδη θεάτρου, παλιούς και νέους κώδικες υποκριτικής και τεχνολογικές καινοτομίες στη σκηνική παρουσίαση, είχε τη συμπαράσταση ενός κοινού όπου μπορούσε κανείς να διακρίνει όλες τις ηλικίες. Παρέστησαν τόσο «γνωστοί και επώνυμοι», όσο και «άγνωστοι και επώνυμοι».
Το έργο υπενθυμίζει στο κοινό πως έχει πολιτιστική παράδοση και κοινωνική ταυτότητα και υποδεικνύει με την λεπτότητα του καλοχτισμένου παραμυθιού, που είχε η παράσταση, πως μπορεί να έχει και την ανάλογη κοινωνική δραστηριοποίηση. Αν εγώ, που δεν συμπαθώ τον Καραγκιόζη και το Θέατρο Σκιών μαγεύτηκα και ταξίδεψα στο όνειρο που υλοποιεί επί σκηνής, ο σκηνοθέτης, με υπέροχους φωτισμούς, ζωντανή μουσική και κίνηση των ηθοποιών που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, σκεφθείτε πόσο πολύ θα διασκεδάσει έναν ευνοϊκότερα διατιθέμενο από εμένα θεατή. Πολύ χαίρομαι που ξεπέρασα τις στερεότυπες αντιλήψεις μου και «συμμετείχα» σε μια παράσταση όπου ένιωθα ότι οι ηθοποιοί με αγαπούσαν και εγώ τους καταλάβαινα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, πως τα τελευταία λόγια της παράστασης, που εκφέρονται από ολόκληρο τον θίασο επί σκηνής, δεν ακούγονται από τα πολλά χειροκροτήματα!
Ευχαριστώ τον κύριο Αβδελιώδη για το δώρο μιας τέτοιας παράστασης.
Το έργο υπενθυμίζει στο κοινό πως έχει πολιτιστική παράδοση και κοινωνική ταυτότητα και υποδεικνύει με την λεπτότητα του καλοχτισμένου παραμυθιού, που είχε η παράσταση, πως μπορεί να έχει και την ανάλογη κοινωνική δραστηριοποίηση. Αν εγώ, που δεν συμπαθώ τον Καραγκιόζη και το Θέατρο Σκιών μαγεύτηκα και ταξίδεψα στο όνειρο που υλοποιεί επί σκηνής, ο σκηνοθέτης, με υπέροχους φωτισμούς, ζωντανή μουσική και κίνηση των ηθοποιών που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, σκεφθείτε πόσο πολύ θα διασκεδάσει έναν ευνοϊκότερα διατιθέμενο από εμένα θεατή. Πολύ χαίρομαι που ξεπέρασα τις στερεότυπες αντιλήψεις μου και «συμμετείχα» σε μια παράσταση όπου ένιωθα ότι οι ηθοποιοί με αγαπούσαν και εγώ τους καταλάβαινα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, πως τα τελευταία λόγια της παράστασης, που εκφέρονται από ολόκληρο τον θίασο επί σκηνής, δεν ακούγονται από τα πολλά χειροκροτήματα!
Ευχαριστώ τον κύριο Αβδελιώδη για το δώρο μιας τέτοιας παράστασης.
Η παράσταση στεγάζεται στο Θέατρο Βεάκη (Στουρνάρη 32 - απέναντι από το Πολυτεχνείο).
Γιώργος Δημητρίου Χ.