Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Σωθείτε! Έστω κι από μόνοι σας!*


Θα είχατε αντίρρηση να μιλήσουμε λίγο για προσευχή; Βρίσκετε το θέμα βαρετό; Καθόλου δε θα σας παρεξηγήσω αν διακόψετε αμέσως την ανάγνωση. Ακούστε μόνο το τραγούδι που συνοδεύει το κείμενο ' θα έχετε την ίδια αίσθηση  ακούγοντας: "κάποιος είπε πως ταξίδι είναι μόνο η προσευχή ' καρδιά μου νά 'σαι ζωντανή!"
Η κρίση μας έκανε αναγκαστικά περισσότερο μετριοπαθείς, πιο ανθεκτικούς στην οικονομική καταιγίδα και -θέλω να πιστεύω- καλύτερους ανθρώπους. Όταν οι "δικοί μας" άνθρωποι δεν είναι σε θέση να μας βοηθήσουν, καταφεύγουμε στα "μεγάλα μέσα", δηλαδή στην "ανώτερη δύναμη" όπως την ονομάζουν, όσοι δεν πιστεύουν στον Θεό. Σε κάθε περίπτωση, ανακαλύψαμε τον γείτονά μας, μιλήσαμε στον ζηλόφθονο συγγενή μας που είχαμε να τον ακούσουμε χρόνια και χαμογελάμε συγκαταβατικά ή -ακόμη καλύτερα- σωπαίνουμε απόλυτα, όταν ένας ιδιότροπος συνεπιβάτης μας στο λεωφορείο ή στο Μετρό γκρινιάζει γιατί όλοι στέκονται μπροστά στην πόρτα του οχήματος και τον εμποδίζουν να μπει ή να βγει με άνεση και χάρη, όπως δηλαδή αρμόζει σε κάθε σημαντική προσωπικότητα!
Τι είναι, λοιπόν, αυτή η προσευχή; Ομολογία προσωπικής αδυναμίας να καταφέρουμε τους σκοπούς μας, μόνοι, χωρίς καμία βοήθεια; Παραδοχή της ύπαρξης του Θεού, όποιο όνομα και αν του δίνουμε, ανάλογα με τη θρησκεία μας; Απόπειρα προσέγγισής του μέσα από μεθόδους χαλάρωσης, όπως, ας πούμε, τον διαλογισμό ή το ρέϊκι; Αναρρωτηθήκατε ποτέ γιατί εμείς σήμερα, θεωρούμε πως είμαστε πιο έξυπνοι ή πιο ικανοί από τους προγενέστερους να ζήσουμε με ηρεμία και ασφάλεια, προσεγγίζοντας το Θείον; Μήπως θα ήταν χρήσιμο να γυρίσουμε στις εποχές του "βαρβαρισμού" αλλά και της αθωότητας που βίωναν όσοι έζησαν πριν από την εποχή μας;
Με ποιό τρόπο, άραγε, αναζητούσαν τον Θεό οι απλοί και καθημερινοί άνθρωποι, δύο αιώνες πριν, δηλαδή στις αρχές του 19ου αιώνα στην Ευρώπη;
Τον Μάρτιο του 2009 αδειάζοντας τη σπίτι μιας βιβλιόφιλης γνωστής που μετακόμισε και είχε αφήσει κάποια παλιά βιβλία που θα κατέληγαν στον παλαιοπώλη, έπιασα στα χέρια μου ένα μικρό κιτρινισμένο βιβλίο όπου διάβασα έναν τίτλο με βυζαντινά γράμματα: "Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή" (προσκυνητού, έλεγε, αλλά έχω αλλεργία ακόμη και στην υποψία καθαρεύουσας και άλλαξα την κατάληξη ακαριαία). Δεύτερη έκδοση: 1957, Εκδοτικός οίκος Αστήρ!
Κάνοντας τις πρώτες σκέψεις, λειτούργησε αμέσως η σύγχρονη αντίληψη: Τί περιπέτειες μπορεί να έχει ένας προσκυνητής; Αποφασίζει να προσκυνήσει έναν ιερό χώρο (ένα μοναστήρι ή μια εκκλησία), ξεκινάει, φθάνει, μένει λίγες ώρες ή λίγες ημέρες, προσκυνάει και φεύγει! Τόσο δύσκολο είναι να φτάσει στον τόπο του προσκυνήματος; Έτσι σκέφτεται ο αδαής, δηλαδή εγώ, γιατί, ας πούμε, πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα τα πράγματα ήσαν πολύ διαφορετικά: οι κοινωνίες ήταν "ανογάνωτες" τα μεταφορικά μέσα λίγα και ακριβά και τα ταξίδια ήσαν επικίνδυνες περιπέτειες!
Είστε ακόμα μαζί μου; Ναι; Με εκπλήσσετε!
Διαβάζω στις πρώτες σελίδες: "Πρώτη έκδοση 1853 ' συγγραφέας άγνωστος ' το πρωτότυπο του έργου βρέθηκε στο Άγιο Όρος το 1884. Την ίδια χρονιά το βιβλίο εκδόθηκε στην πόλη Καζάν στα Ουράλια. Η δεύτερη έκδοση που ξεφυλλίζω μαζί σας είναι αυτή του 1957, δηλαδή 2 χρόνια πριν να γεννηθώ! Διαπιστώνω για άλλη μια φορά: Κοίτα να δεις, υπήρχε κόσμος πριν να γεννηθώ και πολύ φοβάμαι πως θα υπάρχει και μετά τον θάνατό μου! Με λύπη συνειδητοποιώ πως, μάλλον, δεν είμαι το κέντρο του κόσμου! Κανείς μας δεν είναι! Καιρό το υποπτευόμουνα, αλλά έτσι, πεντακάθαρα, λίγες φορές το έχω δει. Θα το δεχθώ! Ας καταπιώ την πίκρα μου κι ας συνεχίσω!
Διαβάζω: "Με του Θεού τη χάρι είμαι ένας χριστιανός" Αναρρωτιέμαι: Τι καθαρή και ταπεινή ψυχούλα να είχε ένας άνθρωπος που γράφει τόσο ήσυχα και γλυκά; Βλέπετε; Δεν αποφασίζει μόνος του πως είναι χριστιανός, εξαρτά τη θρησκευτική του ιδιότητα από τη βούληση του Θεού! Ένα Σάββατο, λέει, μετά την Πεντηκοστή πήγε στην εκκλησία όπου άκουσε τον ιερέα να διαβάζει δυό λέξεις από την επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς Θεσσαλονικείς: "Αδιαλείπτως προσεύχεσθε" δηλαδή: να προσεύχεσθε συνεχώς! Γράφει: "Οι λέξεις αυτές εμπήκαν και κατέλαβαν κυριολεκτικά το μυαλό μου...πως είναι δυνατόν να προσεύχεται κανείς χωρίς να σταματά ούτε στιγμή, αφού ο κάθε άνθρωπος πρέπει να κάνει και κάποια άλλη δουλειά για να ζήσει;". Και συνεχίζει: ¨εσκέφθηκα και ξανασκέφθηκα ... τι πρέπει να κάνω; Που να βρω κάποιον να μου εξηγήσει τις δύσκολες αυτές λέξεις;"
"... οι λόγοι των ιεροκηρύκων δεν ήτο δυνατόν να με βοηθήσουν" έτσι άρχισε να αναζητά "κάποιον άνθρωπο που νά 'χει πείρα ανάλογη για να μπορέσει να μου εξηγήσει σε συζήτηση το πρόβλημα που με απασχολούσε".
"Για πολύ καιρό περιπλανήθηκα σε πολλά μέρη" και κάποια μέρα έμαθα πως υπάρχει ένας άνθρωπος που είχε αφιερώσει τη ζωή του στη σωτηρία της ψυχής του. Έτρεξα να τον συναντήσω και μου είπε: "Αδιάλειπτη εσωτερική προσευχή είναι η αδυσώπητη επιθυμία της ψυχής του ανθρώπου για τον Θεό". "Άρχισα πάλι τις περιπλανήσεις, εσκέφθηκα και πάλι εσκέφθηκα, εδιάβασα και πάλι εδιάβασα" χωρίς να καταλάβω το νόημα της εσωτερικής, διαρκούς προσευχής.
"Θα περπάτησα το λιγότερο διακόσια χιλιόμετρα μέχρις ότου έφτασα σε μια μεγάλη πόλη, ... πού 'χε κι ένα μοναστήρι. Εις τον ξενώνα του μοναστηριού άκουσα ότι ο ηγούμενος ήταν πολύ καλός και φιλόξενος άνθρωπος". Σε ένα βιβλίο που μου έδειξε ο ηγούμενος διάβασα: "Τα λόγια του Αποστόλου, αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εννοούν τη δημιουργική προσευχή της κατανοήσεως".
¨Αλλά τι είναι η προσευχή; Ποιά είναι η ουσία της και πως μαθαίνει κανείς να προσεύχεται;" Ποιές είναι οι ιδιότητες της προσευχής; Η επίκληση της ακατάπαυστης εσωτερικής προσευχής του Χριστού "αποτελείται από τα λόγια: Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με".
"... έμαθα, ότι σε μικρή απόσταση, μόνο τέσσερα πέντε χιλιόμετρα, από το μοναστήρι, ήταν ένα χωριουδάκι κ' επήγα για να βρω κανένα μέρος να μείνω, πράγμα που ο Θεός εύκολα μου το εχάρισε. Ένας χωρικός με άφησε να κατοικήσω σ' ένα καλύβι εις το κτήμα του για όλο το καλοκαίρι, με την υποχρέωση να προσέχω τον μικρό του κήπο". [....] Έτσι εγκαταστάθηκα στην καλύβα μου, άρχισα να εφαρμόζω όσα είχα μάθει για την εσωτερική προσευχή και θα πήγαινα κάθε τόσο να επισκέπτομαι τον πνευματικό μου οδηγό".
Ο πνευματικός μου οδηγός "που μου είπε να επαναλαμβάνω την Προσευχή"... 'Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με' "έξη χιλιάδες φορές την ημέρα για μιαν εβδομάδα" μου είπε επίσης "να είμαι ήρεμος και να εφαρμόζω με κάθε δυνατή ακρίβεια τον αριθμό της επαναλήψεως της προσευχής κι ο Θεός θα με παρηγορεί και θα μου παρέχει την Χάρι Του".
Όταν ο πνευματικός μου οδηγός με είδε μετά από δέκα ημέρες, μου ζήτησε να λέω "στο εξής την προσευχή δώδεκα χιλιάδες φορές την ημέρα. Μείνε στη μοναξιά σου, να σηκώνεσαι ενωρίς το πρωί, να κοιμάσαι αργά το βράδυ και νάρχεσαι κάθε δεκαπέντε ημέρες σε μένα για συμβουλές" [...] αλλά "να μην ξεπεράσω τις δώδεκα χιλιάδες".
"Ενωρίς ένα πρωί, η προσευχή με εξύπνησε" ... "αλλά η γλώσσα μου αδυνατούσε να τις λέγει εύκολα και με ακρίβεια". ϋστερα "τα χείλη μου προφέρανε τα λόγια αυτά της προσευχής εντελώς αυθόρμητα, χωρίς καμιά από μέρους μου προσπάθεια" ...
"Αυτό είναι η φυσική συνέπεια που ακολουθεί την συνεχή προσπάθεια και τα πνευματικά κατορθώματα". " Έτσι και μια μηχανή την βάζει κάποιος σε κίνηση, κι έπειτα αυτή εργάζεται μόνη της, αλλά για να εξακολουθήσει να εργάζεται θέλει λάδωμα και κάθε τόσο ένα καινούργιο ξανάρχισμα." Είδες "πόσο θαυμάσιο, πόσον ευχάριστο και πόσο παρηγορητικό πράγμα είναι, όταν ο Θεός ευαρεστείται να χαρίσει το δώρο της αυτενεργούσης πνευματικής Προσευχής, καθώς και το δώρο της καθάρσεως της ψυχής από κάθε γήινη αίσθηση".
"Όμως δεν εχάρηκα πολύ τον γέρον οδηγό μου και διδάσκαλό μου, ... γιατί εκοιμήθη εις το τέλος του καλοκαιριού". "Τον έκλαψα ήρεμα" και "παρεκάλεσα να μου χαρισθεί το κομποσχοίνι που εις τους κόμπους του, εμετρούσε τη δική του επίκληση.
Έτσι έμεινα μόνος. Το καλοκαίρι ετελείωσε και μαζί μ' αυτό και ο κήπος που εφύλαγα. Δεν είχε πια μέρος να μείνω. Ο χωρικός που είχε το κτήμα, με προέτρεψε δίνοντάς μου λίγα χρήματα και γεμίζοντάς μου το σακκίδιο με παξιμάδι για το ταξείδι μου. Άρχισα πάλι τα ταξείδια μου. Αλλά τώρα δεν εβάδιζα μόνος, όπως πριν, γεμάτος από φροντίδες. Η επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού έκανε χαρούμενο τον δρόμο μου. Ο κάθε άνθρωπος που συναντούσα ήταν ευγενικός σ΄εμένα, και ήμουν βέβαιος ότι το κάθε πλάσμα του Θεού, λογικό ή άλογο, μ' αγαπούσε θερμά". "Τώρα πια δεν είχα πνευματικό οδηγό" κι έτσι αποφάσισα να αγοράσω με τα δυο ρούβλια που είχα από έναν εκκλησιαστικό επίτροπο μια παλιά και λίγο φθαρμένη 'Φιλοκαλία'. "Την συμμάζεψα όσο μπορούσα, της έκανα ένα πάνινο κάλυμμα, και την είχα μαζί με την Αγία Γραφή μου". Από τη 'Φιλοκαλία' διαβάζουμε: τα κείμενα του μοναχού Νικόδημου, το βιβλίο του Γρηγορίου Σιναϊτου, τα γραπτά του Συμεών του Νέου Θεολόγου και το βιβλίο που έγραψαν οι μοναχοί Κάλλιστος και Ιγνάτιος.
" ... η Προσευχή φέρνει τους καρπούς της με τρεις τρόπους: με το Πνεύμα, με τα συναισθήματα και με τις αποκαλύψεις."
"Εις την πρώτη περίπτωση π.χ. καρπός της προσευχής είναι:" η γλυκύτητα της αγάπης του Θεού, "η εσωτερική γαλήνη, η ήρεμη χαρά του νου" και "η καθαρότητα της σκέψης". Στη δεύτερη περίπτωση "καρπός είναι: η ευχάριστη" θερμότητα "της καρδιάς", "η πληρότητα "της ευτυχίας που καταλαμβάνει και όλα τα μέλη του σώματος"... "ο φωτισμός και το θάρρος" ... "και η δύναμη της υπομονής" στη "λύπη και την αρρώστεια". Στην "τρίτη τέλος περίπτωσι, αποτέλεσμα και καρπός της 'Προσευχής' είναι:" η διάνοιξη "του νου με φωτισμό," η κατανόηση 'των Αγίων Γραφών," η γνώση της γλώσσας των διαφέρων δημιουργημάτων, η απόκτηση ελευθερίας μέσα από τη ματαιότητα και τον θόρυβο", η γνώση "της χαράς της εσωτερικής ζωής, και τέλος η" βεβαιότητα "της προσεγγίσεως του Θεού προς εμάς και "η γνώση της αγάπης Του για όλους μας."
   
(Συνεχίζεται) 
Γιώργος Δημητρίου Χ.

*Ο τίτλος της ανάρτησης είναι παραλλαγή της ρήσης του Πρωτοπρεσβύτερου Παπα-Γιώργη Πυρουνάκη: "Ξύπνα Λαέ! Έστω κι από μόνος σου!"