Νικόλαος Γύζης: Η Ιστορία (1892) Λάδι σε μουσαμά' διάμετρος πίνακα 89 εκ.
"Αντικείμενο της Ιστορίας είναι η ζωή των λαών και της ανθρωπότητας. Το να συλλάβει κανείς και να περιγράψει άμεσα με λόγια όχι μονάχα τη ζωή της ανθρωπότητας παρά ενός λαού, φαίνεται αδύνατο."
Έτσι αρχίζει ο Λέων Τολστόι το δεύτερο μέρος του επιλόγου στο μνημειώδες έργο του 'Πόλεμος και Ειρήνη'.
Οι παλιοί ιστορικοί για να κατανοήσουν τη ζωή ενός λαού ανέλυαν τη δράση μεμονωμένων προσώπων που κυβερνούσαν αυτόν τον λαό θεωρώντας πως αποδίδουν τη δράση ολόκληρου του λαού. (σ. 339)
Ερευνώντας με ποιόν τρόπο οι συγκεκριμένοι αυτοί άνθρωποι υποχρέωναν τους λαούς να ενεργήσουν σύμφωνα με τη θέλησή τους,το απέδιδαν στην παραδοχή της θείας βούλησης, δηλαδή τα ζητήματα προέλευσης και διαχείρισης της εξουσίας αποδίδονταν με την πίστη στην άμεση συμμετοχή της θεότητας στις ανθρώπινες υποθέσεις. (σ. 339)
Αν στη θέση της θεϊκής εξουσίας πρόβαλε μια άλλη δύναμη, τότε πρέπει να εξηγήσουμε σε τι συνίσταται η καινούργια αυτή δύναμη. (σ.σ. 343-344)
Ποιά δύναμη κινεί τους λαούς;
Οι επιμέρους ιστορικοί, βιογράφοι, διαφορετικών εθνικοτήτων και αντιλήψεων, συμβαίνει συχνά να περιγράφουν το ίδιο γεγονός όχι μόνο διαφορετικά αλλά και εντελώς αντίθετα. (σ. 344)
Οι συγγραφείς της γενικής Ιστορίας που ασχολούνται μ' όλους τους λαούς, παραδέχονται κάπως το άδικο της άποψης των επιμέρους ιστορικών, όσον αφορά τη δύναμη που δημιουργεί τα γεγονότα. η δύναμη αυτή δεν είναι η δύναμη της εξουσίας που είναι συμφυής στους ήρωες και τους ηγεμόνες, αλλά η συνισταμένη πολλών άλλων δυνάμεων.Οι συγγραφείς της γενικής ιστορίας δεν αναζητούν την αιτία των γεγονότων, όχι την προέλευση της εξουσίας των προσώπων. Σύμφωνα με την ερμηνεία τους, άλλοτε το ιστορικό πρόσωπο είναι δημιούργημα της εποχής του κι άλλοτε η εξουσία του είναι η δύναμη που δημιουργεί τα γεγονότα.. Για να δώσουν οι συνιστώσες δυνάμεις μια ισοδύναμη συνισταμένη είναι απαραίτητο το σύνολό τους να είναι ίσο με τη συνισταμένη. Αυτός ακριβώς είναι ο όρος που δεν τηρείται από τους γενικούς ιστορικούς που προσπαθώντας να εξηγήσουν τη δύναμη που ενεργεί ισοδύναμα, είναι αναγκασμένοι να παραδεχτούν, εκτός από τις ανεπαρκείς συνιστώσες τους , και κάποια άλλη ακόμα ανεξήγητη δύναμη που ενεργεί πάνω στη συνισταμένη. (σ.σ. 345-346)
Άλλοι πάλι ιστορικοί, που αποκαλούνται ιστορικοί του πολιτισμού, ακολουθώντας το δρόμο που έστρωσαν οι γενικοί ιστορικοί παραδέχονται τη δύναμη που δημιουργεί τα γεγονότα αλλά την τοποθετούν μέσα στη λεγόμενη κουλτούρα, στην πνευματική δράση. (σ. 346) Οι ιστορικοί του πολιτισμού είναι απόλυτα συνεπείς όσον αφορά τους γενάρχες τους και τους γενικούς ιστορικούς, γιατί αν τα ιστορικά γεγονότα μπορεί να εξηγηθούν με το ότι κάποιοι άνθρωποι συμπεριφέρθηκαν έτσι ή αλλιώς αναμεταξύ τους, γιατί τάχα να μην εξηγηθούν και με το ότι κάποιοι άνθρωποι έγραψαν κάτι βιβλιαράκια; Μα κι αν ακόμα παραδεχτούμε πως οι τόσο πονηρά συντεθειμένες κρίσεις, που γεμίζουν τις ιστορίες αυτές, είναι σωστές, κι αν παραδεχτούμε πως οι λαοί κυβερνιούνται από μια αόριστη δύναμη που ονομάζεται ιδέα - πάλι το ουσιαστικό ερώτημα της Ιστορίας μένει αναπάντητο ή μπαίνει κι άλλη καινούργια δύναμη, η δύναμη της Ιδέας που η σχέση της με τις μάζες απαιτεί εξήγηση.
Για παράδειγμα, μπορούμε να καταλάβουμε πως ο Ναπολέων είχε την εξουσία, δημιούργησε γεγονότα ή υπήρξε ο αίτιος γεγονότων αλλά πως μπορεί να εξηγηθεί με ποιόν τρόπο το Κοινωνικό Συμβόλαιο προκάλεσε των αλληλοσπαραγμό των Γάλλων, χωρίς να ερμηνευτεί η αιτιώδης σχέση της καινούργιας αυτής δύναμης με το γεγονός. (σ. 347)
Αναμφισβήτητα υπάρχει μια σχέση ανάμεσα σ' όλα τα όντα της ίδιας εποχής του ανθρώπου και γι αυτό μπορεί να βρεθεί κάποια σχέση ανάμεσα στην πνευματική δράση των ανθρώπων και την ιστορική κίνηση, απαράλλαχτα όπως μπορεί κανείς να βρει τη σχέση ανάμεσα στην κίνηση της ανθρωπότητας και στο εμπόριο, στα επαγγέλματα και σ' ότι άλλο θέλετε. (σ. 347)
Μα γιατί η πνευματική δράση των ανθρώπων παρουσιάζεται απ' τους ιστορικούς σαν αίτιο ή σαν έκφραση ολόκληρης της ιστορικής κίνησης - αυτό είναι δύσκολο να κατανοηθεί. (σ.σ. 347-348)
Αυτό το συμπέρασμα των ιστορικών δικαιολογείται με δύο λόγους:
1.Η Ιστορία γράφεται από επιστήμονες στους οποίους είναι ευχάριστο να σκέφτονται πως η δράση της δικής τους κοινωνικής ομάδας είναι η βάση κίνησης ολόκληρης της ανθρωπότητας. Το ίδιο θα μπορούσαν να θεωρήσουν και οι έμποροι, οι αγρότες, οι στρατιώτες, μόνο που αυτοί δεν συγγράφουν ιστορίες.
2. Η πνευματική δράση, η μόρφωση, ο πολιτισμός, η κουλτούρα, οι ιδέες είναι ασαφείς και αόριστες έννοιες που κάτω από τη σημαία τους μπορούν να συστρατευθούν λέξεις με ακόμα λιγότερο σαφή σημασία, που γι αυτό μπορούν να υπαχθούν πολύ εύκολα σε διάφορες θεωρίες.
Μιλώντας έτσι οι ιστορικοί του πολιτισμού, έρχονται άθελά τους σε αντίφαση με τη δική τους επινόηση ότι δηλαδή, μοναδικό μέσο για να κατανοήσουν την ιστορία είναι η εξουσία εκείνη που αυτοί τάχα δεν παραδέχονται. (σ. 348)
Η μοναδική έννοια, που μπορεί να εξηγήσει την κίνηση των λαών, είναι η έννοια μιας δύναμης ίσης προς όλη την κίνηση των λαών. (σ.349)
Η ιστορική επιστήμη που ασχολείται με τα ζητήματα της ανθρωπότητας μοιάζει με τα χρήματα που κυκλοφορούν σε χαρτονομίσματα και σε μεταλλικά νομίσματα. Οι βιογράφοι και οι επιμέρους ιστορικοί μοιάζουν με χαρτονομίσματα, ενώ οι γενικοί ιστορικοί με μεταλλικά νομίσματα. Οι πρώτοι κυκλοφορούν ελεύθερα χωρίς να βλάπτουν κανέναν, ενώ οι δεύτεροι θα εξυπηρετούνταν να αντικαταστήσουν τα χαρτονομίσματα με νομίσματα από μέταλλο που δεν έχουν όμως την αξία του χρυσού. Οι επί μέρους ιστορικοί και οι βιογράφοι θα μπορούσαν ίσως να ξεγελάσουν τους ανίδεους, αλλά οι γενικοί ιστορικοί με το μεταλλικό νόμισμα να 'κουδουνίζει' δεν θα μπορούσαν να ξεγελάσουν κανέναν. Οι γενικοί ιστορικοί τότε μονάχα θα είναι χρυσάφι όταν μπορούν να αποκριθούν στο ουσιαστικό ερώτημα της ιστορίας: τι είναι εξουσία; (σ. 349)
Οι γενικοί ιστορικοί αποκρίνονται στο ερώτημα αυτό αντιφατικά, ενώ οι ιστορικοί του πολιτισμού το παραμερίζουν ολότελα, απαντώντας σε κάτι εντελώς άλλο. Πάντως, οι γενικοί ιστορικοί και οι ιστορικοί του πολιτισμού χρησιμεύουν για κάποιους δικούς τους λόγους, σαν νόμισμα κυκλοφορίας για τα πανεπιστήμια και για το πλήθος τους ερασιτέχνες αναγνώστες, που αγαπούν τα σοβαρά βιβλιαράκια, όπως λένε. (σ.σ. 350-351)
Η εξουσία, όπως την εννοεί η η επιστήμη του Δικαίου, είναι το σύνολο των θελήσεων των μαζών, μεταβιβασμένο με ρητή ή σιωπηρή συναίνεση στους κυβερνήτες που οι μάζες εκλέγουν. (σ. 352)
Στις πολιτιστικές επαναστάσεις που κάποτε παίρνουν μέρος δύο-τρεις ηγεμονικοί άνθρωποι, μεταβιβάζεται επίσης η θέληση των μαζών στο καινούργιο πρόσωπο; Στις διεθνείς σχέσεις μεταβιβάζεται τάχα η θέληση της λαϊκής μάζας στον καταχτητή της; (σ.σ. 352-353)
Στα ερωτήματα αυτά μπορεί ν' απαντήσει κανείς με τρεις τρόπους:
Ή 1) Να παραδεχτεί πως η θέληση των μαζών πάντα μεταβιβάζεται σε εκείνον ή εκείνους τους κυβερνήτες που διάλεξαν οι μάζες και επομένως, η κάθε πάλη ενάντια στην εξουσία, που μια φορά μεταβιβάστηκε, να εξεταστεί μονάχα σαν παράβαση της πραγματικής εξουσίας.
Ή 2) Να παραδεχτεί πως η θέληση των μαζών μεταβιβάζεται στους κυβερνήτες κάτω από ορισμένους και γνωστούς όρους και ν' αποδείξει πως κάθε περιορισμός, σύγκρουση, ακόμα και κατάλυση της εξουσίας, προέρχεται απ' το ότι οι κυβερνήτες δεν τήρησαν τους όρους εκείνους που κάτω από αυτούς, τους μεταβιβάστηκε η εξουσία. (σ. 353)
Ή 3) Να παραδεχτεί πως η θέληση των μαζών μεταβιβάζεται στους κυβερνήτες υπό άγνωστους και αόριστους όρους και πως οι πολλές εξουσίες που προκύπτουν από αυτούς, η πάλη ή η πτώση τους, προέρχονται μονάχα από το ότι οι κυβερνήτες εκπλήρωσαν πιο λίγο ή πιο πολύ τους άγνωστους εκείνους όρους κάτω από τους οποίους μεταβιβάζεται η θέληση των μαζών σε αυτούς (σ. 353)
Με αυτούς τους τρεις τρόπους εξηγούν οι ιστορικοί τις σχέσεις των μαζών προς τους κυβερνήτες. (σ. 353)
Αν όλη η δράση των ιστορικών προσώπων εκφράζει τη θέληση των μαζών, όπως και το νομίζουν μερικοί, τότε οι βιογραφίες του κάθε Ναπολέοντα, της κάθε Αικατερίνης, με όλες τις λεπτομέρειες του αυλικού κουτσομπολιού, εκφράζουν τη ζωή των λαών, πράγμα που είναι ολοφάνερη ανοησία.
Αν πάλι μονάχα μια πλευρά της δράσης του ιστορικού προσώπου εκφράζει τη ζωή των λαών, όπως το νομίζουν άλλοι υποτιθέμενοι φιλόσοφοι - ιστορικοί, τότε, για να προσδιορίσει κανείς ποιά πλευρά της δράσης του ιστορικού προσώπου εκφράζει τη ζωή του λαού, πρέπει να ξέρει τι είναι η ζωή του λαού.
Όταν εμποδιστούν από αυτή τη δυσκολία οι ιστορικοί αυτού του είδους, επινοούν ασύλληπτες γενικές αφαιρέσεις ' οι πιο συνηθισμένες από αυτές είναι: η ελευθερία, η ισότητα, η μόρφωση, η πρόοδος, ο πολιτισμός, η κουλτούρα. Επειδή, όμως, η σχέση των μαζών προς τους κυβερνήτες ή τους διαφωτιστές θεωρείται πως μεταβιβάζεται ακέραια από το σύνολο της θέλησης των μαζών, οι αφαιρέσεις αυτές δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον σκοπό της ανθρωπότητας. (σ. 356)
Αν η έκταση της ανθρώπινης γνώσης περιοριζόταν μονάχα στην αφηρημένη σκέψη, τότε, η ανθρωπότητα θα έφτανε στο συμπέρασμα πως η εξουσία είναι μια λέξη μονάχα και πως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. (σ. 359)
Όταν από ένα σύνολο ανθρώπων εκφράζονται μια σειρά από γνώμες, ευχές και προσδοκίες για την έκβασή ενός γεγονότος και κάποια από αυτές επαληθευθεί, συνηθίζεται η γνώμη αυτή ή η ευχή να συνδέεται αυτή στο μυαλό μας με το γεγονός και να παίρνει μάλιστα τη θέση μιας εντολής που προηγήθηκε από αυτό. (σ. 365)
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει, όταν παρακολουθώντας την κίνηση των ιστορικών προσώπων δεν παραλείψουμε την αναγκαία σχέση των ιστορικών προσώπων με τις μάζες. (σ. 367)
Φτάνοντας σε αυτό το σημείο, μπορούμε να απαντήσουμε στα δύο ουσιαστικά ερωτήματα της ιστορίας:
1) Τι είναι εξουσία;
2) Ποια δύναμη παράγει την κίνηση των λαών;
Εξουσία είναι μια σχέση ορισμένου προσώπου προς άλλα πρόσωπα, στην οποία όσο περισσότερες γνώμες, προβλέψεις και δικαιολογίες εκφράζει το πρόσωπο για την ομαδική ενέργεια που εκτελείται, τόσο λιγότερο συμμετέχει.
Την κίνηση των λαών δεν την παράγει η εξουσία, ούτε η πνευματική δράση ούτε ακόμα η κοινωνική συσπείρωση, όπως νόμιζαν οι ιστορικοί, αλλά η κοινή δράση όλων των ανθρώπων που συμμετέχουν στο γεγονός, αναλαμβάνοντας ο καθένας το ελάχιστο μέρος ατομικής ευθύνης που του αναλογεί. (σ.σ. 367-368)
Μιλώντας για τα ιστορικά γεγονότα δεν μπορούμε να πούμε γιατί συμβαίνουν, παρά μόνο πως τέτοια είναι η φύση των φαινομένων αυτών, πως αυτός είναι ο νόμος τους.
Αν η Ιστορία είχε να κάνει μονάχα με τα εξωτερικά φαινόμενα, θα λέγαμε πως υπακούει σε έναν ολοφάνερο νόμο, και αυτό θα ήταν αρκετό για να τελειώναμε με τις κρίσεις μας, αλλά επειδή έχει να κάνει με τον άνθρωπο που δηλώνει ελεύθερος, την ίδια στιγμή, η στάση του αυτή, τον εξαιρεί από την υπαγωγή του σε νόμους. (σ. 368)
Η παρουσία του ζητήματος για την ελευθερία της θέλησης του ανθρώπου, μολονότι δεν έχει εκφραστεί, είναι αισθητή σε κάθε βήμα της Ιστορίας. (σ.σ. 368-369) Άν η θέληση του κάθε ανθρώπου ήταν ελεύθερη, δηλαδή ο καθένας μπορούσε να φέρεται όπως του αρέσει, τότε όλη η ιστορία θα ήταν μια σειρά από ασυνάρτητες συμπτώσεις. Με το μέσο του λογικού ο άνθρωπος παρατηρεί ο ίδιος τον εαυτό του, όμως μονάχα με το μέσο του συναισθήματος μαθαίνει τον εαυτό του.Χωρίς το συναίσθημα δεν είναι νοητή καμιά παρατήρηση και καμιά χρησιμοποίηση του λογικού. (σ. 369)
Μονάχα στη γεμάτη αυτοπεποίθηση εποχή μας, χάρη στο ισχυρότατο όπλο της αμάθειας -την τυπογραφία, το ζήτημα με την ελευθερία της θέλησης, το έχουν φέρει σε τέτοιο επίπεδο, που σ' αυτό δε μπορεί να σταθεί το ίδιο το πρόβλημα Ψυχή και ελευθερία δεν υπάρχει, γιατί η ζωή του ανθρώπου εκφράζεται με τις μυικές κινήσεις, οι δε μυικές κινήσεις εξαρτώνται από τη δραστηριότητα των νεύρων, καθώς εμείς κάποια άγνωστη χρονική περίοδο προήλθαμε από τους πιθήκους, με τη διαφορά ότι στον άνθρωπο ενυπάρχει και η συνείδηση (σ.σ. 372-373)
Η λύση του ζητήματος της ελευθερίας και της αναγκαιότητας, μπροστά στους άλλους κλάδους της επιστήμης που αντιμετωπίζουν το ίδιο ζήτημα, έχει τούτο το πλεονέκτημα: ότι για την Ιστορία το ζήτημα αυτό ανάγεται όχι στην ίδια την αιτία της θέλησης του ανθρώπου αλλά στις εκδηλώσεις της θέλησης αυτής στο παρελθόν και μέσα σε γνωστές συνθήκες. (σ. 373)
Η Ιστορία έχει για αντικείμενό της όχι την ίδια τη θέληση του ανθρώπου, αλλά την αντίληψή μας γι' αυτήν. (σ. 373) Και για τούτο για την Ιστορία δεν υφίσταται το άλυτο μυστήριο για την ένωση της ελευθερίας με την αναγκαιότητα. Η Ιστορία μελετάει την έννοια της ζωής του ανθρώπου, που μέσα στην ένωση των δύο αυτών αντιφάσεων έχει κιόλας συντελεστεί. (σ. 373)
Στην πραγματική ζωή το κάθε ιστορικό γεγονός παρουσιάζεται εν μέρει σαν αποτέλεσμα ελευθερίας, εν μέρει σαν αποτέλεσμα ανάγκης. (σ.σ. 373-374)
Για τη λύση του προβλήματος πως συνδυάζονται η ελευθερία και η ανάγκη, η Φιλοσοφία της Ιστορίας, αντί να καθορίσει πρώτα τις έννοιες της ελευθερίας και της αναγκαιότητας και μετά να υπαγάγει κάτω από αυτές τα φαινόμενα της ζωής (απαγωγική μέθοδος), πρέπει από τον τεράστιο αριθμό των φαινομένων να βγάλει τον ορισμό των ίδιων των εννοιών της ελευθερίας και της αναγκαιότητας (επαγωγική μέθοδος). (.σ. 374)
Η θρησκεία, η ορθοφροσύνη της ανθρωπότητας, η επιστήμη του Δικαίου και η ίδια η Ιστορία όμοια αντιλαμβάνονται τη σχέση μεταξύ της ανάγκης και της ελευθερίας και έχουν τρεις μονάχα αιτίες: τις σχέσεις του ανθρώπου που κάνει την πράξη:
1) Προς τον εξωτερικό κόσμο.(χώρο)
2) Προς τον χρόνο, και
3) Προς τα αίτια που δημιούργησαν την πράξη (σ. 375)
Κι έτσι η παράστασή μας για την ελευθερία και την ανάγκη αυξομειώνεται ανάλογα με την μεγαλύτερη ή μικρότερη σχέση με τον εξωτερικό κόσμο, το μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα και τη μεγαλύτερη ή μικρότερη εξάρτηση από τα αίτια που μέσα σ' αυτά μελετάμε το φαινόμενο της ζωής του ανθρώπου. (σ. 379)
Η ελευθερία, που δεν περιορίζεται από τίποτα, είναι η ουσία της ζωής στη συνείδηση του ανθρώπου. Η ανάγκη χωρίς περιεχόμενο, είναι η λογική του ανθρώπου με τις τρεις του μορφές. Ελευθερία είναι εκείνο που εξετάζεται' ανάγκη είναι εκείνο που εξετάζει. Η ελευθερία είναι το περιεχόμενο ' η ανάγκη είναι η μορφή. (σ. 382)
Για την Ιστορία η παραδοχή της ελευθερίας των ανθρώπων σαν δύναμης που μπορεί να επιδράσει στα ιστορικά γεγονότα, δηλαδή που να μην είναι υποταγμένη σε νόμους, είναι το ίδιο με ότι είναι για την Αστρονομία η παραδοχή της ελεύθερης κίνησης των ουράνιων σωμάτων. (σ. 384)
Οι άνθρωποι που πάλευαν με την αλήθεια της Φυσικής Φιλοσοφίας νόμιζαν ότι μόλις παραδεχτούν την αλήθεια αυτή, θα καταστρεφόταν η πίστη στον Θεό, στη δημιουργία του στερεώματος... (σ. 387)
Το ίδιο νομίζουν και τώρα, ότι δηλαδή, φτάνει να παραδεχτεί κανείς τον νόμο της αναγκαιότητας και καταστρέφεται η έννοια της ψυχής, του καλού και του κακού κι όλοι οι κρατικοί και θρησκευτικοί θεσμοί που έχουν θεσπιστεί πάνω στην έννοια αυτή. (σ. 387)
Η καινούργια άποψη στην Ιστορία λέει: Είναι αλήθεια πως δεν αισθανόμαστε την εξάρτησή μας, όμως αν παραδεχτούμε την ελευθερία φτάνουμε σε μια ανοησία ενώ αν παραδεχτούμε την εξάρτησή μας από τον εξωτερικό κόσμο, τον χρόνο και τα αίτια, φτάνουμε σε νόμους". (σ. 388)
Στην τελευταία περίπτωση είναι το ίδιο απαραίτητο να παραιτηθούμε από την ελευθερία που αισθανόμαστε και να παραδεχτούμε τη μη αισθητή σε μας εξάρτηση.(σ. 388)
Πηγή: Λέων Τολστόη, Πόλεμος και Ειρήνη (Τόμος τέταρτος), μτφρ. Κοραλία Μακρή, Εκδ. Γκοβόστης 1960, σ.σ. 339-388.
(Πρόκειται για συρραφή και ανασύσταση αποσπασμάτων από το δεύτερο μέρος του Επιλόγου του έργου)
Γιώργος Χατζηαποστόλου