Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

Μπορώ, να μείνω στη Χώρα μου;



(Αυτή η πρώτη παράγραφος επαναλαμβάνεται -για λόγους αρτιότητας του κειμένου- από το Facebook, μην κάνετε τον κόπο να την ξαναδείτε)
Βρέθηκα προχθές το βράδυ παρέα με φίλες (λίγες) και άγνωστους (αρκετούς) στο γνωστό κεντρικό Καφέ της Αθήνας. Το θέμα καίριο και διαδραστικό: Τι έχω να προσφέρω στην Ελλάδα; Τι μπορεί να δεχθεί -από ότι της προσφέρω- η Ελλάδα; Φεύγω ή μένω; Περίμενα στη συγκέντρωση να συναντήσω δυό κορίτσια που αγαπώ πολύ: τη Γεωργία και τη Χριστιάνα ' συνάντησα μόνο τη Γεωργία (η Χριστιάνα απουσίαζε ' βρισκόταν στην Αγγλία). Το κείμενο της Χριστιάνας διάβασε η φίλη της η Νάντη  και κράτησα από αυτό τη φράση: δεν είμαι από τα κορίτσια που θα μείνουν σπίτι τους! Εννοούσε, κατά τη γνώμη μου, πως θα αναζητήσει εργασιακές ευκαιρίες και εκτός Ελλάδας αλλά και ότι δεν της αρκεί, και, πιθανότατα, δεν την καλύπτει καθόλου, ο ρόλος της νοικοκυράς αποκλειστικής απασχόλησης. Άρχισα να κάνω μια σειρά σκέψεων που ξεκίνησα να τις γράφω στο Facebook και συνεχίζω εδώ για όποιον ενδιαφέρεται να τις διαβάσει.

(Συνέχεια από το Facebook....)

Η Γεωργία διάβασε με διακριτική συγκίνηση -σε υπέροχα Αγγλικά- ένα συγκλονιστικό κείμενο που το κρατάω για τον εαυτό μου και δε θέλω να το μοιραστώ με κανέναν ' τόσο "ιδιωτικό" και "εξομολογητικό ήταν! Σκέφτηκα να χειροκροτήσω αλλά θα χαλούσα την "ιερότητα" της ιστορίας που περιγραφόταν και έσκυψα το κεφάλι για να συνειδητοποιήσω και να επεξεργαστώ ότι άκουσα. Φάνηκε να απογοητεύεται ελαφρά που τα χειροκροτήματα δεν ήταν πολλά, αλλά η ψυχή μας, άλλα "λέει". 
"Θέλω να μείνω στη Χώρα!" Ζητώ την άδεια να παραμείνω ' παρακαλώ να μου επιτρέψουν να μην ξενιτευτώ ' δηλώνω ότι "θέλω", και είμαι βεβαία πως θέλω αρκετά, ώστε να καταφέρω να μείνω ' προειδοποιώ σε αυστηρό τόνο, σχεδόν απειλώ: Καθήστε καλά (!) ' γνωρίζω την αξία μου, θα με αξιοποιήσετε ή θα προσφέρω την υπηρεσία μου στους Ξένους και θα σας αφήσω -κοινώς- "μπουκάλα;", (συγνώμη για την αργκώ).
Όμως, ας γυρίσω σ' εμένα. 
"Μπορώ, να μείνω στη Χώρα μου;" Το αρχικό ερώτημα του τίτλου, όπως τίθεται, μας προδιαθέτει να φανταστούμε πως απευθυνόμαστε σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων, πείτε τους "κυβέρνηση", πείτε τους "αντιπολίτευση", πείτε τους "ιδιοκτήτες επιχειρήσεων", πείτε τους "φιλικό κύκλο", πείτε τους "προσωπική μας συνείδηση", πείτε τους "ατομικές μας πεποιθήσεις". Ανάλογα με την προτίμηση που θα δείξουμε στον αποδέκτη που θα απευθυνθούμε, η επιλογή μας, ουσιαστικά, δείχνει και τη μορφή της σχέσης που έχουμε αναπτύξει με τον εαυτό μας και τους άλλους, μέσα στην επαγγελματική και προσωπική μας πορεία στη ζωή. 
Όταν μας ζητήθηκε από την κύρια εισηγήτρια (την Γεωργία) να πούμε τη γνώμη μας για τη στάση μας απέναντι στην κρίση: "Φεύγω ή μένω;" πρώτα μίλησε ένας σαραντάρης κύριος με ένα πνευματώδες χαμόγελο του "τύπου": Βρέθηκα εδώ απόψε από περιέργεια, δεν περιμένω να ακούσω τίποτε διαφωτιστικό, αλλά για να δούμε, ποτέ δεν ξέρεις! Ο κύριος δεν σχολίασε τίποτα παρά μόνο δήλωσε πως είναι λέκτορας του Πολυτεχνείου σε κάποια Σχολή και ήλθε με έναν φίλο του στη συγκέντρωση για να δει και να ακούσει! Προσπαθώντας να κάνω μια εισαγωγή τόσο στον ψυχισμό μας όσο και στη στάση ζωής μας ως Έλληνες, έκανα, το ακόλουθο μικρό και δηκτικό σχόλιο: 
Ξεκίνησα να μιλάω, δηλώνοντας πως "με λένε Γιώργο και πως τα υπόλοιπα (τίτλοι, περγαμηνές κλπ) δεν ενδιαφέρουν κανέναν" (απαντώντας στον καμαρωτό λέκτορα που έδειχνε να απολαμβάνει τόσο την κατοχή της θέσης του). Ακούστηκαν μερικά πνιχτά γέλια και πήρα θάρρος να συνεχίσω, καθώς κατάλαβα πως έγινα άμεσα αντιληπτός. Είπα λοιπόν: "Έχω να προτείνω μια συνταγή για να βιώσουμε όσο γίνεται περισσότερο ανώδυνα την κρίση: Αν συνηθίσουμε στην ιδέα πως είμαστε μετανάστες μέσα στη χώρα μας, εκμεταλλευθούμε κάθε εργασιακή ευκαιρία που θα μας παρουσιαστεί (εννοώντας, ακόμα και αλλάζοντας επάγγελμα) και βρούμε την λεπτή ισορροπία ανάμεσα στον σαδισμό και τον μαζωχισμό στη σχέση μας με την εξουσία, τότε έχουμε κάνει μια σημαντική αρχή. Αν, ακολούθως, παρατείνουμε την μακάρια στάση μας, απέναντι σε κάθε ριζική αλλαγή που επιχειρείται στις εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες που καθόριζαν για χρόνια την κοινωνική και οικονομική μας πραγματικότητα, τότε έχουμε ολοκληρώσει τη "σωστή" μας στάση απέναντι στην κρίση και δεν έχουμε να φοβόμαστε τίποτε ' όλα θα πάνε καλά!" Απάντησα σε μια φιλάρεσκη ομιλήτρια που έγραψε ένα χαριτωμένο αλλά άνευρο κείμενο όπου προσπαθούσε να εμπλέξει την εμμονή της στην αγορά παπουτσιών με την κρίση, λέγοντας: "Ποτέ δεν έδωσα σημασία στα παπούτσια και τα ρούχα, παρά μόνο στο βαθμό που τα έχω ανάγκη για να μην κρυώνω και για να μην είμαι γραφικός ανάμεσα στους ανθρώπους" και συμπλήρωσα: "Εξαιρείται η στάση των αγγλόφωνων που όταν αναφέρονται στο "μπαίνω στα παπούτσια του άλλου" τότε δηλώνουν πως μπαίνουν στη "θέση" των άλλων και συμπάσχουν με τους άλλους ανθρώπους". Συνέχισα, δηλώνοντας πως "δεν συγκρατώ ονόματα και επώνυμα όταν μου συστήνονται άγνωστοι άνθρωποι, γιατί τη στιγμή που μου μιλούν έχω ήδη αρχίσει την ανάλυση του προσώπου και των συναισθημάτων τους και δεν τους ακούω!" 
Ένας χαριτωμένος, τριανταπεντάρης κύριος μίλησε, χαμογελώντας μου με νόημα: "Είστε μέσα στο μυαλό μου, αυτά που λέτε θα ήθελα να τα πω κι εγώ!" Δεν απάντησα στον κύριο, γιατί, προφανώς, θα ήθελε να ήμουν, όχι τόσο μέσα στο μυαλό, όσο στο σώμα του, και δεν μπορούσα να ανταποκριθώ σε μια τέτοια προοπτική. Μερικές φορές αναρωτιέμαι: "Πόσο κόσμο έχω απογοητεύσει επειδή μου αρέσουν, ερωτικά, μόνο οι γυναίκες, αλλά, τι να κάνω ' δεν γίνεται επίτηδες για να τους στενοχωρήσω ' προτιμήσεις είναι αυτές!" 
Τελείωσα, λέγοντας πως, "ασφαλώς, δεν έχω κάποια συνταγή για την αντιμετώπιση της κρίσης και η τελευταία μου λέξη ήταν: Αυτό!" 
Μίλησαν και σοβαροί άνθρωποι προτείνοντας αποκέντρωση, επιστροφή στον πρωτογενή τομέα, δηλαδή γεωργικές καλλιέργειες, συνεταιριστικές πρωτοβουλίες, ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, αλλαγή επαγγέλματος κλπ. Υπήρχαν πολλές, καλλιεργημένες γυναίκες στον χώρο ' ήταν επόμενο να περάσουμε μια γόνιμη και ενδιαφέρουσα βραδιά προχθές στο Πόλις Cafe στο κέντρο της όμορφης πόλης: της Αθήνας! Θα συμφωνήσω με μια ομιλήτρια (την κυρία Κονείδου) που είπε πως η Αθήνα είναι μια όμορφη πόλη -με όλα τα προβλήματά της- και σταματώ να γκρινιάζω "βάζοντάς τα με την πόλη" -όπως πολλοί άλλοι- για να δείξω πως έχω άποψη! 
Θέλω να μείνω στη Χώρα μου!
Θέλω να μείνω σε αυτή τη Χώρα!
Θέλω να μείνω στην Ελλάδα!
Τόσο πολύ θέλω να μείνω, που το θεωρώ αυτονόητο πως όταν δηλώνω: "Θέλω να μείνω στη "Χώρα" εννοώ την Ελλάδα!

Γιώργος Χατζηαποστόλου