Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Το σπίτι με τα αγάλματα


Μια επίσκεψη στο σπίτι με τα αγάλματα[1]

 Ένα διώροφο, μεγάλο σπίτι -μάλλον αρχοντικό- αλλά με πυκνά σιδερένια κάγκελα στα παράθυρα -απρόσωπο, αδιάφορο- που συναντήσαμε σε μια άκρη του Πειραιά να περιμένει σιωπηλό και κουρασμένο. Δε μπορεί να μένουν άνθρωποι εδώ, παρά μόνο, ίσως κάποιοι φυλακισμένοι!
Την τελευταία φορά που είχα έλθει εδώ, πριν από 6 χρόνια, το πρώτο πράγμα που είπα, θυμάμαι -καθώς αρχίσαμε να προσπερνάμε βιαστικά τα εκθέματα στο ισόγειο- ήταν: 
- «Εδώ πρέπει να έλθουμε για δύο ημέρες και να κάνουμε μάθημα -μία ημέρα σε κάθε όροφο».
Όσοι με άκουσαν, γέλασαν, αιφνιδιασμένοι επειδή είχε περάσει φευγαλέα αυτή η σκέψη και από το δικό τους μυαλό ενώ άλλοι, αντίθετα,  μόρφασαν ενοχλημένοι, γιατί βιάζονταν να φύγουν!
Αλλά, αυτή τη φορά, τα πράγματα ήσαν διαφορετικά! Διαβήκαμε το κατώφλι, ανεβήκαμε με τον ανελκυστήρα στον 1ο όροφο και βρεθήκαμε μπροστά στην αίθουσα 5 ή «αίθουσα της Κυβέλης» . έτσι μας είπαν, πως ονομάζεται. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν το δέχθηκα . φαίνεται πως πιστεύω μόνο όσα βλέπουν τα μάτια μου, κι αυτό όχι πάντα '  εμπιστεύομαι όμως απόλυτα τη διαίσθησή μου.
Άφησα τους άλλους να προχωρήσουν και τους ακολούθησα αργά-αργά. Δε μου είναι εύκολο να μπαίνω σ’ ένα ξένο σπίτι απρόσκλητος! Αλλά υπήρχε ησυχία! Είδα ένα άγαλμα στο κέντρο του δωματίου και προς τα πίσω, ένα γυναικείο άγαλμα, που φαίνεται να είναι αφημένο σε ένα κάθισμα - θρόνο- πάνω σε βάθρο. Δεν έχει κεφάλι και κάποιος δίπλα μου παρατήρησε πως δεν έχει χέρια. Ούτε που θα το πρόσεχα, καθώς το βλέμμα μου είχε χαθεί μέσα στο σώμα του και νόμισα πως τα χέρια κρύβονταν κάτω από τις υπέροχες πτυχές του μακριού φορέματός του.
Αδυνατώ να καταλάβω πως μπορεί να αισθανόταν όταν ήταν αρτιμελές! Έμοιαζε να περιμένει κάτι με υπομονή και έδειχνε μάλλον ενοχλημένο, επειδή δε μπορούσε να δει, καθώς του είχαν κλέψει το κεφάλι. Στέκεται, και τώρα που μιλάμε, μέσα σ’ ένα πολύ μικρό δωμάτιο, σαν κελί ή σαν ερημοκλήσι, όπου κάποιος φαίνεται να δοκίμασε να ξαναχτίσει τα θεμέλια ' θα λυπήθηκε να το αφήσει μόνο του να προσμένει στη μέση της ερημιάς, στην άκρη μιας επαρχιακής πόλης και να ζει χωρίς κεφάλι και χέρια.
Γύρω του μια σειρά ανάγλυφες πλάκες επιμένουν να το κοιτάζουν και να το παρακαλούν να τις δεχθεί. Έπιασα τον εαυτό μου να ψιθυρίζει -για να μη μ’ ακούσουν τα αγάλματα- καθώς άρχισα να περιδιαβαίνω και κοντοστεκόμουνα κάθε λίγο μπροστά τους, τόσο χρόνο όσον χρειαζόταν για να σημειώσω τις λιγοστές πληροφορίες της ταυτότητάς τους ' τόσο χρόνο όσον ήταν αναγκαίος για να μην καγχάσουν μόλις θα γύριζα την πλάτη: 
- Χμ! Άλλος ένας, ανόητος τουρίστας! 
Έπρεπε να έχω τα μάτια χαμηλά, μη δουν τι σκέφτομαι και καταλάβουν το μέγεθος της άγνοιάς μου για την ιστορία τους. Τίποτα δεν ξέρω γι αυτά και ντρέπομαι ακόμα πιο πολύ γιατί συναισθάνομαι πως είναι δικά μου. Από την άλλη πλευρά, μας χωρίζουν τόσοι αιώνες -4η χιλιετία π.Χ. μέχρι 1η χιλιετία προ Χριστού (τα νεώτερα)!
- Αλλά όχι!
- Δεν είναι ο χρόνος!
- Ο χρόνος δεν υπάρχει!
- Είναι η μέχρι τώρα αδιαφορία μου γι αυτά, το μόνο που μας χωρίζει!
- Αλήθεια, τι έκαναν τόσα χρόνια;
- Που ζούσαν;
- Ποιος τα κακοποίησε;
- Πως κατάφεραν να φτάσουν ως εδώ;
- Που να βρίσκεται το κεφάλι αυτής της Θεάς;
- Γιατί δε μπορεί να είναι τίποτε άλλο, παρά Θεά!
- Φαίνεται από τα ρούχα της .  από τη στάση του σώματός της.
- Σταθερή, σίγουρη για τον εαυτό της!
- Γυναίκα!
- Τι να σκέφτονται άραγε οι ιδιοκτήτες αυτού του ακοίμητου σπιτιού για τα πλάσματα
   που φιλοξενούν;
- Θα ξαναχτίσουν το σπίτι της Θεάς για να στεγαστεί πάλι, να μην κρυώνει και να
  μη σκέφτεται μεγαλόφωνα;
- Αλλά, τι λέω!
- Αν χρησιμοποιήσουν σύγχρονα υλικά, θα νοθεύσουν την καθαρότητά της, θα
  προσβάλλουν τη μνήμη της!
- Εγώ, τι μπορώ να κάνω;
- Να μιλήσω για λογαριασμό της;
- Μα δεν την ξέρω!
- Άαα! Να υπήρχε ένας άνθρωπος, να μου πει περισσότερα πράγματα γι αυτή!
- Δε θα μπορούσε να με ξανακατηγορήσει για άγνοια και αδιαφορία!
- Και μαζί της θα άρχιζαν να με σέβονται και τα άλλα αγάλματα γιατί θα το μάθαιναν από αυτή!
- Ξέρετε, τα αγάλματα μιλούν μεταξύ τους!
- Εμείς δεν τ’ ακούμε γιατί νομίζουμε πως μόνο εμείς είμαστε ζωντανοί!
- Παραμένω, άφωνος, ν’ ακούσω όσους έχουν ζήσει για χρόνια κοντά στα αγάλματα  
  και έχουν ακούσει την αναπνοή τους, τη στιγμή που πρωτοβγαίνουν από το χώμα.  
   όσους έχουν καθαρίσει τις πληγές και μας τα φέρνουν πρόθυμα να τα δούμε.


Αρχή του παραμυθιού ή μάλλον της ιστορίας!
Καλώς ήλθατε! 

J



[1] (Θαρρώ το λένε: «Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιώς»)