Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Έρως (Eros)



Έρως και πολιτισμός (αποσπάσματα)

Σημείωμα του μεταφραστή
Όσο για τις ερωτικές τους σχέσεις, «είναι ακριβείς στα ραντεβού τους» — με χάρη, με ρομαντισμό, με τη συνοδεία των διαφημίσεων πού προτιμούν...
Η. Marcuse

Οι καλοί Γερμανοί, όταν πεθαίνουν, γίνονται Εβραίοι, ή άλλες διωγμένες μειονότητες. Οι κακοί ξαναγεννιούνται σωστοί Γερμανοί. (σ. 9)

Εισαγωγή
Ο σκοπός αυτής της πραγματείας είναι να συνεισφέρει στη φιλοσοφία της ψυχανάλυσης —όχι στην ίδια την ψυχανάλυση . (σ.17) Ό «πολιτισμός» χρησιμοποιείται συνώνυμα με την «κουλτούρα» — όπως στο βιβλίο του Φρόυντ  Ό Πολιτισμός και οι δυστυχίες του . (σ.17)

Μέρος Πρώτο
Υπό την αρχή της ηδονής
Κατά τον Φρόυντ, ή Ιστορία του ανθρώπου είναι ή ιστορία της απώθησής του. Ό πολιτισμός περιορίζει όχι μόνο την κοινωνική αλλά και τη βιολογική του ύπαρξη, όχι μόνο μέρη της ανθρώπινης υπόστασης αλλά τη δομή των ένστικτων του καθαυτή. Απ' την άλλη μεριά, τέτοιος περιορισμός αποτελεί την ίδια την προϋπόθεση της προόδου .'Αφημένα ελεύθερα να επιδιώξουν τους φυσικούς τους σκοπούς,. τα; βασικά ένστικτα του- ανθρώπου θα ήταν ασυμβίβαστα με κάθε είδους συνειρμό και διατήρηση διαρκείας: θα κατάστρεφαν ακόμα κι εκεί πού. ενώνουν. Ό ανεξέλεγκτος  Έρως είναι το ίδιο μοιραίος όπως και το θανατηφόρο αντίστοιχό του στοιχείο, το ένστικτο του θανάτου. (σ. 21)
Οι μεταπτώσεις των ένστικτων είναι οι μεταπτώσεις του διανοητικού μηχανισμού μέσα στον πολιτισμό. Οι ζωικές ορμές γίνονται ανθρώπινα ένστικτα κάτω από τξν επίδραση της εξωτερικής πραγματικότητας. (σ. 22)
Ό Φρόυντ περιέγραφε την αλλαγή αυτή σαν μετασχηματισμό της αρχής της ηδονής σε αρχή  της πραγματικότητας . (σ. 22)
Αφημένη όμως χωρίς περιορισμούς, ή αρχή της ηδονής έρχεται σε σύγκρουση με το φυσικό και τ' ανθρώπινο περιβάλλον. Το άτομο συνειδητοποιεί τραυματικά ότι ή ακέραια κι άπονη ικανοποίηση των αναγκών του είναι αδύνατη. Και μετά την εμπειρία αυτή της απογοήτευσης, μια νέα αρχή επιβάλλεται στο διανοητικό μηχανισμό. Ή αρχή της πραγματικότητα; αντικαθιστά την αρχή της ηδονής: Ό άνθρωπος μαθαίνει να παραιτείται απ' τη στιγμιαία, αβέβαιη και καταστροφική ηδονή χάρη της αργοπορημένης, συγκρατημένης άλλα εξασφαλισμένης» ηδονής. (σ. 23)
Κάτω απ' την αρχή της πραγματικότητας, το ανθρώπινο όν αναπτύσσει τη λειτουργία της σκέψης : Μαθαίνει να «δοκιμάζει» την πραγματικότητα, να διακρίνει μεταξύ καλού και κακού, σωστού και λάθους, χρήσιμου και  βλαβερού. Ό άνθρωπος αποκτά τις λειτουργίες της προσοχής, μνήμης και κρίσης. Γίνεται ενσυνείδητο,  σκεπτόμενο υποκείμενο με μια λογική πού του επιβάλλεται απ' έξω. Μια μόνο μορφή της σκέψης «αποσπάται» απ' την καινούργια διοργάνωση του διανοητικού μηχανισμού και μένει ελεύθερη απ' τη διακυβέρνηση της αρχής της πραγματικότητας : Ή φ α ν τ α σ ί α «προστατεύεται απ' τις πολιτιστικές μετατροπές» και συνεχίζει να διέπεται απ' την αρχή της ηδονής. Σ' όλους τους άλλους τομείς ο διανοητικός μηχανισμός υποτάσσεται αποτελεσματικά στην αρχή της πραγματικότητας. Η λειτουργία της κινητικής εκκένωσης» πού, όταν κυριαρχούσε ή αρχή της ηδονής., «εξυπηρετούσε την ανακούφιση του διανοητικού μηχανισμού από συσσωρεύσεις ερεθισμών» χρησιμοποιείται τώρα για την «κατάλληλη μετατροπή της πραγματικότητας»: Μεταστρέφεται  σ ε  δ ρ ά ση. (σ. 24)
Ή αρχή της πραγματικότητας υλοποιείται σε ένα σύστημα θεσμών. Και το άτομο, μεγαλώνοντας μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα, μαθαίνει τις απαιτήσεις της αρχής της πραγματικότητας σαν εκείνες του νόμου και της τάξης και τις μεταβιβάζει στην επόμενη γενιά. Το γεγονός ότι ή αρχή της πραγματικότητας πρέπει να αποκαθίσταται συνεχώς μέσα στην ανάπτυξη του ανθρώπου δείχνει πώς ό θρίαμβός της επάνω στην αρχή της ηδονής δεν ήταν ποτέ πλήρης και ποτέ σίγουρος. Μέσα στη Φροϋδική σύλληψη δ πολιτισμός δεν τερματίζει μια και καλή μια «φυσική κατάσταση». *Ό,τι ο πολιτισμός υποτάσσει και απωθεί —ή διεκδίκηση της αρχής της ηδονής — συνεχίζει να υπάρχει μέσα στον πολιτισμό καθαυτό. (σ. 25)
Ή επιστροφή των απωθημένων απαρτίζει την απαγορευμένη και υποχθόνια ιστορία του πολιτισμού. Και ή διερεύνηση αυτής της ιστορίας αποκαλύπτει όχι μόνο το μυστικό του ατόμου αλλά και εκείνο του πολιτισμού. Ή ατομική ψυχολογία του Φρόυντ είναι στην ίδια της την ουσία κοινωνική ψυχολογία. (σ. 26)
Σύμφωνα με τον Φρόυντ, η απωθητική τροποποίηση των ένστικτων κάτω από την αρχή της πραγματικότητας εφαρμόζεται και διατηρείται από τον «αιώνιο και πρωταρχικό αγώνα για τη διαβίωση..., πού διαρκεί μέχρι σήμερα». [...] Έτσι το κίνητρο της κοινωνίας για την (σ. 26)  επιβολή της ριζικής μετατροπής της δομής των ενστίκτων είναι "οικονομικό  ' αφού δεν έχει αρκετά μέσα για να υποστηρίξει τη ζωή για τα μέλη της χωρίς αυτά να εργάζονται, πρέπει να εξασφαλίσει τον περιορισμό του αριθμού τους και... τη διοχέτευση της ενέργειάς τους από σεξουαλικές  δραστηριότητες στο έργο τους." (σ. 27)
[....]Ό Φρόυντ αμφισβητεί τον πολιτισμό όχι από ρομαντική ή ουτοπιστική σκοπιά αλλά με βάση την ταλαιπωρία και την αθλιότητα πού συνεπάγεται ή εφαρμογή του. Έτσι ή πολιτιστική ελευθερία εμφανίζεται στο φως της ανελευθερίας και ή πολιτιστική πρόοδος στο " φως του περιορισμού. Αυτό δεν σημαίνει άρνηση του πολιτισμού: Ή ανελευθερία και ο περιορισμός είναι τα αντίτιμά του. (σ. 27)
Ή ψυχαναλυτική θεωρία απομακρύνει τις διανοητικές αυτές λειτουργίες από την ουδέτερη σφαίρα του ονειροπολήματος και του παραμυθιού, ξανασυλλαμβάνοντας τις αυστηρές τους αλήθειες. Οι Ανακαλύψεις της ψυχανάλυσης έχουν τέτοιο βάρος πού δεν αργούν να συντρίψουν τα πλαίσια μέσα στα οποία έγιναν και περιορίσθηκαν. Ή Απελευθέρωση του παρελθόντος δεν καταλήγει στη συμφιλίωσή του με το παρόν. Ενάντια στον αυτοεπιβλημένο περιορισμό του ερευνητή, ο προσανατολισμός προς το παρελθόν τείνει σ' ένα προσανατολισμό προς το μέλλον. Ή αναζήτηση του χαμένου χρόνου* γίνεται το όχημα της μελλοντικής Απελευθέρωσης. (σ. 29)
Ή προέλευση του απωθημένου ατόμου (Οντογένεση)
Ή παραπέρα εξήγηση του ιστορικού χαρακτήρα των ένστικτων απαιτεί την ένταξή τους στη νέα ά ν τ ί λ η ψ η τ ο υ π ρ ο σ ώ π ο υ πού αντιστοιχεί με την τελευταία μορφή της θεωρίας των ενστίκτων του Φρόυντ. Τα κύρια «στρώματα» της δομής του νου ορίζονται τώρα σαν προεγώ, εγώ και υπερεγώ . Το θεμελιακό, αρχαιότερο και μεγαλύτερο στρώμα είναι το προεγώ, περιοχή του ασυνείδητου και των πρωτογενών ενστίκτων.  (σ. 38)
Ό Φρόυντ επιτρέπει στον εαυτό του την περιγραφή ενός πολιτισμού αποτελούμενου από ζευγάρια ατόμων πού τα μέλη τους «βρίσκουν την ικανοποίηση λιμπιντικά το ένα στο άλλο, ενώ το έργο και το κοινό συμφέρον τα συνδέουν με όλα τ' άλλα ζευγάρια» (σ. 51)
Ή μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού ικανοποιείται σε βαθμό και με τρόπο καθοριζόμενο από την εργασία καθενός' ή εργασία τους όμως είναι έργο για χάρη ενός μηχανισμού πού δεν ελέγχουν, και πού λειτουργεί σαν ανεξάρτητη δύναμη στην οποία τα άτομα πρέπει να υποταγούν, αν θέλουν να επιζήσουν. Και όσο πιο ειδικευμένος γίνεται ο καταμερισμός της εργασίας, τόσο πιο ξένος καταντά ό μηχανισμός αυτός. Οι άνθρωποι δεν κανονίζουν πια οι ίδιοι τη ζωή τους αλλά εκτελούν προκαθορισμένους ρόλους. 'Όσο δουλεύουν, δεν ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες και λειτουργίες αλλά εργάζονται μέσα σε αποξένωση. Το έργο έχει τώρα έχει γίνει γ ε ν ι κ ό, το ίδιο και οι περιορισμοί που επιβάλλουν στη λίμπιντο: Ό χρόνος εργασίας, πού καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ατόμου, είναι οδυνηρός χρόνος, γιατί ή αποξενωμένη εργασία είναι έλλειψη ικανοποίησης, άρνηση της αρχής της ηδονής. (σ. 53)
Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια, ή μεταψυχολογία τοϋ Φρόυντ έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τη μοιραία διαλεκτική του πολιτισμού: Ή ίδια ή πρόοδος του πολιτισμού απελευθερώνει όλο και πιο καταστροφικές δυνάμεις. (σ. 62)

Η προέλευση του απωθητικού πολιτισμού (Φυλογένεση)

Κανένα μέρος της θεωρίας του Φρόυντ δεν απορρίφθηκε τόσο έντονα όσο ή ιδέα της επιβίωσης της αρχαϊκής κληρονομιάς — η ανακατασκευή της προϊστορίας της ανθρωπότητας, από την πρωτόγονη ορδή, διαμέσου της πατροκτονίας μέχρι τον πολιτισμό. Οι δυσκολίες της επιστημονικής επαλήθευσης και ακόμα και της λογικής συνέπειας είναι προφανείς και ίσως ανυπέρβλητες. Επιπλέον ενισχύονται από τις απαγορεύσεις πού ή Φροϋδική υπόθεση καταπατεί τόσο αποτελεσματικά: Γιατί αυτή δεν οδηγεί πίσω στην εικόνα ενός παράδεισου πού ο άνθρωπος έχασε αμαρτάνοντας κατά του Θεού αλλά στην κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο τη θεσπι-σμένη από έναν απόλυτα γήινο πατέρα - τύραννο και τη συνεχισμένη από την ανταρσία ενάντιά του πού δε στέφθηκε από επιτυχία ή έμεινε ατελής. Το «προπατορικό αμάρτημα» έγινε κατά του ανθρώπου — και δεν ήταν αμάρτημα γιατί το θύμα ήταν κι αυτό ένοχο. Και ή φυλογενετική αυτή υπόθεση αποκαλύπτει ότι δ ώριμος πολιτισμός εξαρτάται ακόμη από την αρχαϊκή διανοητική ανωριμότητα. Ή ανάμνηση προϊστορικών ορμών και πράξεων κατατρέχει ακόμα την ανθρωπότητα: Το απωθημένο υλικό επιστρέφει και το άτομο τιμωρείται ακόμα για ορμές πού έχουν από καιρό υποταχθεί και πράξεις πού έχουν αποδιαπραχθεϊ·. Εάν ή υπόθεση του Φρόυντ δεν υποστηρίζεται από ανθρωπολογικές αποδείξεις, θα έπρεπε να απορριφθεί εντελώς:  μόνο πού, χρησιμοποιώντας μια σειρά καταστροφικών συμβάντων βάζει σε μια προοπτική την ιστορική διαλεκτική της κυριαρχίας και μ' αυτό τον τρόπο φωτίζει πλευρές του πολιτισμού πού ήταν μέχρι τώρα ανεξήγητες. (σ. 67)
Στην ανάπτυξη 'του πολιτισμού ή ελευθερία γίνεται δυνατή μόνο σαν α π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η. Η ελευθερία α κ ο λ ο υ θ ε ί την κυριαρχία —και οδηγεί στην νέα κατάφαση της κυριαρχίας. Τη μητριαρχία αντικαθιστά μια πατριαρχική αντεπανάσταση που σταθεροποιείται με τη θεσμοποίηση της θρησκείας. (σ. 73)
Αν η ανάπτυξη της θρησκείας περιέχει τη βασική αμφιρρέπεια — την εικόνα της κυριαρχίας και την εικόνα της. απελευθέρωσης — τότε ή θέση του Φρόυντ στο βιβλίο "Το Μέλλον μιας αυταπάτης" πρέπει ν' αξιολογηθεί ξανά, Ό Φρόυντ τόνισε το ρόλο της θρησκείας στην Ιστορική αποτροπή της ανθρώπινης ενέργειας από την πραγματική βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης σε ένα φανταστικό κόσμο αιώνιας λύτρωσης. Ήταν της γνώμης ότι ή εξαφάνιση αυτής της αυταπάτης θα επιτάχυνε πολύ την υλική και διανοητική πρόοδο της ανθρωπότητας κι επαινούσε τις θετικές επιστήμες και τη μεθοδολογία τους σαν τους μεγάλους απελευθερωτικούς αντιπάλους της θρησκείας. Ίσως κανένα άλλο έργο του Φρόυντ να μη τον φέρνει κοντύτερα στη μεγάλη παράδοση του Διαφωτισμού. Στη σύγχρονη περίοδο του πολιτισμού, οι προοδευτικές ιδέες του ρασιοναλισμού μπορούν να ξανασυλληφθούν μόνον όταν διατυπωθούν. Ό ρόλος των θετικών επιστημών και της θρησκείας έχει αλλάξει — το ίδιο και ή σχέση τους. Μέσα στη γενική κινητοποίηση ανθρώπου και φύσης που χαρακτηρίζει αυτή την περίοδο, οι θετικές επιστήμες αποτελούν ένα από τα κυριότερα όργανα καταστροφής — καταστροφής της ελευθερίας εκείνης απ' τό φόβο, πού κάποτε υποσχέθηκαν. Καθώς ή υπόσχεση αυτή εξατμίσθηκε στην ουτοπία, ή λέξη «επιστημονικός» κατάντησε σχεδόν να σημαίνει «αντίπαλος της ιδέας ενός  επίγειου παράδεισου». Ή επιστημονική νοοτροπία έχει πάψει από καιρό να είναι δ μαχητικός ανταγωνιστής της θρησκείας που με τη σειρά της έχει αποβάλει εξ ίσου αποτελεσματικά τα εκρηκτικά της στοιχεία και συχνά συνηθίσει τον άνθρωπο να μην έχει τύψεις συνείδησης στο αντίκρισμα της δυστυχίας και της αδικίας. Μέσα στο οικοδόμημα του πολιτισμού οι ρόλοι της επιστήμης και της θρησκείας τείνουν να αλληλοσυμπληρώνονται. (σ. 79)
Σ' αυτό το επίπεδο του πολιτισμού, μέσα στα πλαίσια του συστήματος των ανταμειβόμενων ανακοπών, ο πατέρας μπορεί να υπερνικηθεί χωρίς να εκραγεί η τάξη των ενστίκτων και της κοινωνίας: Ή εικόνα και ο ρόλος του διαιωνίζονται τώρα μέσα σε κάθε παιδί — ακόμα κι όταν αυτό δεν τον ξέρει. Συγχωνεύεται με τη νόμιμη εξουσία. Ή κυριαρχία έχει ξεπεράσει τη σφαίρα των προσωπικών σχέσεων και έχει δημιουργήσει τους αναγκαίους θεσμούς για την τακτική ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών σε μια επεκτεινόμενη κλίμακα. 'Ακριβώς όμως ή ανάπτυξη των θεσμών αυτών υπονομεύει την κατεστημένη βάση του πολιτισμού. Τα εσώτερα όριά της εμφανίζονται στην όψιμη βιομηχανική εποχή. (σ.σ. 83-84)

Ή διαλεκτική του πολιτισμού

... ο πολιτισμός υπακούει μιαν εσωτερική ερωτική του ορμή πού τον ωθεί να δέσει την ανθρωπότητα σε μια σφικτά πλεγμένη μάζα, δεν μπορεί να πετύχει το σκοπό αυτό παρά μόνο με την προσπάθεια δημιουργίας ενός αισθήματος ενοχής πού να αυξάνεται ολοένα. Ό,τι άρχισε σε σχέση με τον πατέρα, τελειώνει σε σχέση με την κοινωνία. Αν ο πολιτισμός αποτελεί μιαν αναπόφευκτη ανάπτυξη από την ομάδα της οικογένειας στην ομάδα της ανθρωπότητας, τότε μια επίταση του αισθήματος της ενοχής — αποτέλεσμα της σύμφυτης διαμάχης της αμφιρρέπειας, του αιώνιου αγώνα μεταξύ έρωτα και θανάτου — θα είναι άρρηκτα δεμένη μ' αυτόν, μέχρι του σημείου όπου το αίσθημα της ενοχής ίσως πάρει τέτοιες διαστάσεις που να κοντεύει να ξεπεράσει τα όρια αντοχής των ατόμων. (σ. 87)
Ή ριζοσπαστική υπόθεση του "Πέρα από την 'Αρχή της Ηδονής" θα επαληθευόταν τότε: αφού τα ένστικτα της αυτοσυντήρησης, της αυτοβεβαίωσης και της επιβολής έχουν αφομοιώσει αυτή την καταστροφικότητα, ρόλος τους θα ήταν να εξασφαλίσουν ότι ο οργανισμός θ' ακολουθήσει τη «δική του διαδρομή προς τον θάνατο». Ό Φρόυντ απόσυρε την υπόθεση αυτή αμέσως μόλις τη διατύπωσε αλλά τα λεγόμενά του στο " Ό Πολιτισμός κι οι Δυστυχίες του" φαίνονται να επαναφέρουν το ουσιαστικό της περιεχόμενο. (σ. 93)
Καθώς η οικογένεια γίνεται λιγότερο σπουδαία στην καθοδήγηση της κοινωνικής προσαρμογής του ατόμου, ή διαμάχη πατέρα - γιού παύει πια ν' αποτελεί το πρότυπο κάθε άλλης διαμάχης. Ή αλλαγή αυτή προέρχεται απ' τα θεμελιακά οικονομικά προτσές που, από την αρχή αυτού του αιώνα, χαρακτηρίζουν το μετασχηματισμό του «ελεύθερου» καπιταλισμού σε «οργανωμένο» καπιταλισμό. Ή ανεξάρτητη οικογενειακή επιχείρηση και, γι' αυτό το λόγο, ή ανεξάρτητη προσωπική επιχείρηση, δεν αποτελούν πια τις μονάδες του κοινωνικού συστήματος αφομοιώνονται από ογκώδεις, απρόσωπους σχηματισμούς και συνδυασμούς. Ταυτόχρονα ή κοινωνική αξία του ατόμου μετριέται κυρίως με βάση τυποποιημένες ικανότητες και ιδιότητες προσαρμογής μάλλον, παρά με την αυτόνομη κρίση και την προσωπική ευθύνη. Ή τεχνολογική κατάργηση του ατόμου αντανακλάται στην παρακμή του κοινωνικού ρόλου της οικογένειας. Παλαιότερα, ή οικογένεια ήταν εκείνη που, για καλό ή για κακό, ανάτρεφε και εκπαίδευε το άτομο, ενώ οι κανόνες και οι αξίες που επικρατούσαν μεταβιβάζονταν προσωπικά και μετασχηματίζονταν από την προσωπική μοίρα. (σ. 102)
Ή διαφορά μεταξύ πολέμου και ειρήνης, μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών πληθυσμών, μεταξύ αλήθειας και προπαγάνδας, σβήνει. Παρουσιάζεται μια αναδρομή σε ιστορικά στάδια πού είχαν ξεπεραστεί από καιρό και η αναδρομή αυτή ενεργοποιεί ξανά τη φάση του σαδο - μαζοχισμού σε εθνική και διεθνή κλίμακα. Ή ενεργοποίηση όμως των ορμών της φάσης αυτής γίνεται με έναν τρόπο καινούργιο, «πολιτισμένο»: Χωρίς ουσιαστική εξύψωση, οι ορμές γίνονται κοινωνικά «χρήσιμες» ενέργειες: Σαν στρατόπεδα συγκέντρωσης κι εργασίας, σαν αποικιακοί και εμφύλιοι πόλεμοι, σαν τιμωρητικές εκστρατείες -και λοιπά. (σ. 107)
Οι ομάδες και τα ομαδικά ιδεώδη, οι φιλοσοφίες, τα έργα της τέχνης και τις λογοτεχνίες που εκφράζουν ακόμα, χωρίς συμβιβασμούς, τούς φόβους και τις ελπίδες της ανθρωπότητας βρίσκονται τη στιγμή αυτή σε αντίθεση με την αρχή της πραγματικότητας που επικρατεί: Αποτελούν την απόλυτη καταγγελία της. [....] Η εξάλειψη των ανθρώπινων δυνατοτήτων από τον κόσμο της (αποξενωμένης) εργασίας δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την εξάλειψη της εργασίας από τον κόσμο των ανθρώπινων δυνατοτήτων. (σ. 111)

Μέρος Δεύτερο
Πέρα από την αρχή της πραγματικότητας

«Πόσος χρόνος δεν έχει πάει χαμένος στη διάρκεια των πεπρωμένων του ανθρώπου με τον αγώνα που γίνεται για να καθορισθεί πως θα είναι ο επόμενος κόσμος του ανθρώπου! 'Όσο πιο έντονα προσπαθούσε να πληροφορηθεί, τόσο λιγότερα ήξερε για τον τωρινό κόσμο πού μέσα του ζούσε. Ό αξιαγάπητος κόσμος, ο μόνος πού ήξερε, πού μέσα του ζούσε, πού του έδινε ό,τι είχε, ήταν κατά τον ιερέα και τον ιεράρχη εκείνος που έπρεπε να βρίσκεται λιγότερο στις σκέψεις του. Από την ημέρα της γέννησής του, του δίνονταν συστάσεις, διαταγές να του πει αντίο. "Ω, αρκετά υποφέραμε την κακομεταχείριση της όμορφης τούτης γης! Δεν είναι λυπητερή η αλήθεια πως αυτή θα έπρεπε να είναι το σπίτι μας. Αν μας έδινε μια στέγη απλή, απλά ρούχα, απλό φαί, κι από πάνω την παπαρούνα και το τριαντάφυλλο, το μήλο και τ' αχλάδι, θα ήταν ένα σπίτι κατάλληλο για τον άνθρωπο, θνητό ή αθάνατο.
Sean Ο' Casey  Δελινό κι 'Αποσπερίτης (σ. 134)
Επιλογή αποσπασμάτων: Γιώργος Χατζηαποστόλου

Η. Marcuse, Έρως και πολιτισμός, μτφρ. Ιορδάνης Αρζόγλου, Εκδ. Κάλβος 1981, σ.σ. 311.