Οι ταινίες, αυτού του μικρού και αδόκιμου αφιερώματος στην πλευρά του Άλλου, του αντίθετου, του αντίπερα, του επιθυμητού, του υπερβατικού, του "Απέναντι", προτιμήθηκαν για κάποιους λόγους. Η πρώτη δημιουργήθηκε από ώριμους επαγγελματίες του κινηματογράφου και δηλώνει μια δεδομένη, όσο και ασύμβατη, κατάσταση σχέσεων ' η δεύτερη δομήθηκε από νεαρούς και νεαρές επαγγελματίες του χορού με άρωμα αθώου ερασιτεχνισμού και δηλώνει μια στάση, ενώ η τρίτη, έγινε πραγματικότητα από σχεδόν απόλυτα ερασιτέχνες συντελεστές (φίλους του κινηματογράφου) και θέτει ένα ερώτημα, διερευνώντας την πρόθεση του κοινού να ενεργοποιηθεί αντιμετωπίζοντας την κοινωνική κρίση.
Πρώτα, επιλέχθηκε η γνωστή μεγάλου μήκους ταινία του Γιώργου Πανουσόπουλου, (Οι απέναντι) με τις εξαιρετικές ερμηνείες από την Μπέττυ Λιβανού και τον Άρη Ρέτσο και τη σπουδαία μουσική του Σταύρου Λογαρίδη. Το έργο δομήθηκε πάνω σε μια σαφή και ευρηματική, σκηνοθετική οργάνωση και προβάλλεται για να μας θυμίσει πόσο μοιάζει η κοινωνική ατμόσφαιρα του Τότε (1981) με το Τώρα (2014 και 2015) σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου όλα αλλάζουν γρήγορα στην επιφάνεια αλλά και όλα παραμένουν τα ίδια κατά βάθος. Η δράση των προσώπων που κινούνται μεταξύ προσκηνίου και περιθωρίου της κοινωνίας, μας επιτρέπουν να "καταλάβουμε" -χωρίς αναγκαστικά να συμφωνήσουμε με τις πρακτικές τους- γιατί και πως ενεργούν με συγκεκριμένους, όσο και ασυνήθιστους, πολλές φορές, τρόπους.
Στη συνέχεια, παρουσιάζεται αυτή η αξιόλογη ταινία μικρού μήκους (2014) με τίτλο: Θα καθόμαστε απέναντι, όπου πρωταγωνιστούν νέοι άνθρωποι και αξιοποιεί με ιδιαίτερα επιδέξιο τρόπο την κατεξοχήν γλώσσα του σώματος, δηλαδή, τη γλώσσα του χορού. Η ταινία αποτέλεσε την επίσημη συμμετοχή των χορευτών
στο AVDP 2014 όπου χορεύουν οι: Αναστάσης Καραχανίδης, Δάφνη Κολυβά, Άρης Παπαδόπουλος, Στάθης
Παπαναγιώτου,ακούγονται οι φωνές των: Αναστάση Καραχανίδη, Δημήτρη Κουτσούμπα, Ιφιγένειας
Μακρή, Δημήτρη Τσάλτα. Η σύλληψη, το κείμενο, και η χορογραφία ανήκουν στον Δημήτρη Κουτσούμπα, η σκηνοθεσία, το μοντάζ και ο σχεδιασμός του ήχου είναι της Αρασέλης Λαιμού. Η διεύθυνση φωτογραφίας είναι της Σοφίας Αδαμοπούλου και του Γιώργου Χαντζή, gaffer ο Χρήστος Καρτέρης, ενδυματολογία και σκηνογραφία της Έλλης Βόγλη, έπιπλα του Re4niture Labshop της Μαρίας Σαρρή, ακούγονται αποσπάσματα από το "Θα έρθει μια μέρα" του Μανόλη
Αναγνωστάκη και τα μουσικά κομμάτια "Time passes" της Ερασμίας Τσίπρα
, "We were one once" του Coti K., "Sur place 3
Saint-Martin-d'Heres" του Pali Mersault. Οι συντελεστές της ταινίας ευχαριστούν τους Μαρία Σαρρή, Χρήστο Μουρούκη,
Αργύρη Θέο, Μαρία Νικολακοπούλου, Γεωργία Δεσύλλα, Κορνήλιο Σελαμσή. © Δημήτρης Κουτσούμπας, Αρασέλη Λαιμού 2014.
Η ταινία πετυχαίνει με έναν συμπυκνωμένο τρόπο που θυμίζει αλληγορικό ποίημα, να θίξει σύγχρονα προσωπικά και κοινωνικά ζητήματα αιχμής όπως είναι οι δυσκολίες των σχέσεων ανάμεσα σε ετερόφυλα ζευγάρια, η ιδιαιτερότητα των σχέσεων ανάμεσα σε ομόφυλα ζευγάρια, η μοναξιά, η απομόνωση, η έλλειψη επικοινωνίας και κατανόησης ανάμεσα στα άτομα και η τάση για φυγή από την απρόσωπη πραγματικότητα.
Η περίπτωση της τρίτης ταινίας, αφορά μια παρέα κινηματογραφόφιλων, χωρίς
ειδικές γνώσεις σχετικά με την παραγωγή ταινιών, που συναποφάσισαν
να δημιουργήσουν μια ταινία μικρού μήκους και να συμμετάσχουν στο Φεστιβάλ
Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας! Η ταινία έχει τίτλο: "Θα περάσετε απέναντι;" διαρκεί 28΄ λεπτά, προβάλλεται στη διεύθυνση: https://vimeo.com/153074983 και παρουσιάζεται με αξιοπρεπή τρόπο, ώστε να μην απωθεί τον θεατή.
Από τη στιγμή ολοκλήρωσης της ταινίας, όπως διαβάζουμε στο ενημερωτικό σημείωμα που τη συνοδεύει, κάποιοι από τους συντελεστές φαίνεται να θεώρησαν πως εκπλήρωσαν το χρέος τους
απέναντι σε αυτή τη μορφή τέχνης ενώ μερικοί εθίστηκαν στην κινηματογραφική διαδικασία και συνεχίζουν ...
Οι συντελεστές της ταινίας:
Σενάριο: Πέννυ Κίσσα,
Αντζελίνα Παλαιολόγου
Σκηνοθεσία: Νώντας Γαρδέλης
Φωτογραφία: Νώντας Γαρδέλης, Γιάννα Φροσυνού
Μοντάζ: Νώντας Γαρδέλης
Μουσική: James Gardner
Παραγωγή: Πέννυ Κίσσα, cineφιλοι 2015
Σκηνοθεσία: Νώντας Γαρδέλης
Φωτογραφία: Νώντας Γαρδέλης, Γιάννα Φροσυνού
Μοντάζ: Νώντας Γαρδέλης
Μουσική: James Gardner
Παραγωγή: Πέννυ Κίσσα, cineφιλοι 2015
Ρόλοι:
Λάμπρος: Νώντας Γαρδέλης
Λουΐζα: Αντζελίνα Παλαιολόγου
Ορέστης: Βασίλης Τόμπρος
Στέλλα: Γιάννα Φροσυνού
Μιχάλης: Θανάσης Τόμπρος
Αγγελιοφόρος: Γιάννος Ελευθεριάδης
Λάμπρος: Νώντας Γαρδέλης
Λουΐζα: Αντζελίνα Παλαιολόγου
Ορέστης: Βασίλης Τόμπρος
Στέλλα: Γιάννα Φροσυνού
Μιχάλης: Θανάσης Τόμπρος
Αγγελιοφόρος: Γιάννος Ελευθεριάδης
Περαστικός: Κωστής Λεμήσιος
Τα κύρια πρόσωπα της ταινίας κατοικούν στην
ίδια πολυκατοικία. Ο Λάμπρος -ένας απολυμένος σχολικός φύλακας- που τυπικά βρίσκεται σε
"διαθεσιμότητα", κατοικεί στο υπόγειο της πολυκατοικίας και φροντίζει την άρρωστη μητέρα του. Ο Λάμπρος καθώς βρίσκεται σε απόγνωση, έχει αρχίσει να
δοκιμάζει τρόπους για να αυτοκτονήσει.
Μια τραπεζική υπάλληλος -η Λουΐζα- έχει οικονομική ευχέρεια αλλά ζει μια ζωή με ημερομηνία λήξεως σε μερικούς μήνες, καθώς πάσχει από καρκίνο σε προχωρημένο
στάδιο. Ξοδεύει όλον το χρόνο της αγοράζοντας κόκκινες γόβες (σύμβολο του αίματος και της ζωής) και φορτώνοντας τις πιστωτικές κάρτες που απλόχερα
το σύστημα της προσέφερε, αδιαφορώντας αν την ίδια στιγμή δεν της παρείχε ευτυχία παρά μόνο την ευκολία της επιβίωσης.
Ο μικρός Ορέστης -γιος του γιατρού- επιτελεί υποσυνείδητα την αποστολή του φύλακα-αγγέλου
για τον Λάμπρο, παρέχοντάς του την πρόφαση να ζήσει, δίνοντάς του να επισκευάσει τα
χαλασμένα του παιγνίδια.
Μια μέρα ο Λάμπρος επιστρέφοντας στο σπίτι, βρίσκει στον δρόμο του την Λουΐζα,
να κλαίει καθισμένη σε ένα παγκάκι επειδή είχε σπάσει το τακούνι της γόβας της και
την πείθει να προχωρήσει προς το σπίτι αλλά και να συνεχίσει τη ζωή της ....
Θα βρείτε την ταινία διεισδυτική στην ψυχο-σύσταση των προσώπων καθώς η άγνοια της κινηματογραφικής γλώσσας και τεχνικής έχει προσθέσει ουσία στο νόημα και το περιεχόμενό της. Είναι μια ταινία που απευθύνεται στο κοινό και όχι στους ειδικούς και γι αυτό διατηρεί ανέπαφη την ανθρωπιά, την κοινωνική ευαισθησία και τη διάχυτη διάθεση της προσωπικής αλληλεγγύης και της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής. Τα πρόσωπα της ταινίας έχουν φιλότιμο και η συμπεριφορά τους θυμίζει μακρινές αλλά όχι χαμένες εποχές της ελληνικής κοινωνικής ιστορίας.
Θα βρείτε την ταινία διεισδυτική στην ψυχο-σύσταση των προσώπων καθώς η άγνοια της κινηματογραφικής γλώσσας και τεχνικής έχει προσθέσει ουσία στο νόημα και το περιεχόμενό της. Είναι μια ταινία που απευθύνεται στο κοινό και όχι στους ειδικούς και γι αυτό διατηρεί ανέπαφη την ανθρωπιά, την κοινωνική ευαισθησία και τη διάχυτη διάθεση της προσωπικής αλληλεγγύης και της ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής. Τα πρόσωπα της ταινίας έχουν φιλότιμο και η συμπεριφορά τους θυμίζει μακρινές αλλά όχι χαμένες εποχές της ελληνικής κοινωνικής ιστορίας.
Γιώργος Χατζηαποστόλου