Μίλησαν πρώην
πρυτάνεις, καθηγητές ελληνικών/ξένων πανεπιστημίων και λογοτέχνες. Διέκρινα τις
ομιλίες του πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Μασσαλά και του
λογοτέχνη κ. Βασίλη Γκουρογιάννη. Τελευταίοι ομιλητές ήταν οι κ.κ. Χ. Μασσαλάς
συγγραφέας των έξι βιβλίων που εκτέθηκαν και ο Θ. Παπαγιάννης που συνέγραψε με
τον κ. Μασσαλά το βιβλίο με τίτλο: ‘’Στάσεις στο Χρόνο’’ και έκανε τα σκίτσα σε
όλα τα βιβλία (και στο βιβλίο με τίτλο: "Προβληματισμοί"
που παρουσιάζω επίσης).
Θα ήθελα να σας
αποκαλύψω πως η σειρά με την οποία προσεγγίζω κάθε νέα μου γνωριμία είναι: πρόσωπο (χροιά φωνής, τρόπος ομιλίας),
φύλο (γλώσσα σώματος), όνομα, επώνυμο, καταγωγή, και μορφωτικό επίπεδο,
πολιτική τοποθέτηση, κοινωνική ευαισθησία (εθελοντισμός, συμμετοχή στα
"κοινά", φιλαλληλία). Συχνά, χρειάζεται να ξαναρωτήσω κάποιον άνθρωπο
που γνωρίζω για πρώτη φορά το ονοματεπώνυμό του, γιατί όταν μου συστήνεται
-ουσιαστικά δεν τον ακούω- καθώς έχω ήδη αρχίσει την ανάλυση της πρώτης
εντύπωσης του χαρακτήρα που έχω μπροστά
μου.
Τον κύριο Θεόδωρο
Παπαγιάννη μου τον είχε ήδη συστήσει ο αδελφός του στην είσοδο της
Συνομοσπονδίας, ενώ τον κύριο Μασσαλά τον πρωτογνώρισα κατά τη διάρκεια της
παρουσίας του στον χώρο της εκδήλωσης. Αναρωτιόμουνα για τη σχέση του
κυρίου Βασίλη Παπαϊωάννου και του Θεόδωρου Παπαγιάννη όταν παρατήρησα πως το
επώνυμο του δεύτερου είναι μεταφορά του επωνύμου του πρώτου στη δημοτική και σε πτώση ονομαστική από τη γενική: (ο Ιωάννου έγινε
Γιάννης). Είναι μια ιδιότυπη εκδοχή ενός καλλιτεχνικού ψευδώνυμου που
-πρακτικά- δεν είναι ψευδώνυμο! Σπουδαιότερο επίτευγμά του, κατά τη γνώμη όλων,
είναι η ίδρυση και λειτουργία του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης που υπάρχει στο
χωριό Ελληνικό έξω από το Γιάννενα. Πρωτοτυπία του Μουσείου είναι πως πέρα
από τους στεγασμένους χώρους, γλυπτά εκτίθενται και σε φυσικούς χώρους σε μια διαδρομή
4 χιλιομέτρων από την είσοδο του χωριού έως τους κεντρικούς χώρους του
Μουσείου.
Το επώνυμο του
κυρίου Μασσαλά μου θύμισε μια τουρκική λέξη που άκουσα από τον πατέρα μου το
"maşallah" (μασαλά)
και σημαίνει ετυμολογικά 'θέλημα θεού' ενώ είχε χρησιμοποιηθεί παλιότερα ως (λαϊκότροπο) επιφώνημα με το οποίο εκφραζόταν χαρά, ευγνωμοσύνη, επιδοκιμασία, θαυμασμός.
Και αν για το όνομα
και το επώνυμό του δεν φέρει καμιά ευθύνη κανένας και καμία από εμάς, γιατί του
κληροδοτήθηκε από τους γονείς με τη γέννησή του, για τον τρόπο με τον οποίο θα
ζήσει (θα μορφωθεί, θα εργαστεί, θα δημιουργήσει) κάποιος, φέρει μεγάλη ευθύνη.
Θα έλεγα πως φέρει
την κύρια και αποκλειστική ευθύνη, αλλά πέρα από το γεγονός πως κανείς δεν
μπορεί να "επιλέξει" τους γονείς του, έτσι δεν μπορεί να επιλέξει και
τον τόπο γέννησής του. Έτσι, στην περίπτωση των ηπειρωτών, το φυσικό περιβάλλον
που αντικρίζουν στα πρώτα χρόνια της ζωής τους -ειδικά σε παλιότερες εποχές
(19ο έως τα μέσα του 20ού αιώνα)- ήταν από αφιλόξενο έως και εχθρικό, θα
μπορούσε να πει κανείς, ειδικά σε περιόδους πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών. Παντού
βουνά, έλλειψη πεδινών, καλλιεργήσιμων εκτάσεων, έλλειψη νερού και απουσία
βατών δρόμων με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της κοινωνίας της Ηπείρου σε
πολλές μικρές κοινότητες, κωμοπόλεις και χωριά που πολλές φορές δεν έχουν ούτε
οπτική επαφή μεταξύ τους.
Ένα τέτοιο
περιβάλλον αν δεν καταφέρει να συντρίψει κάθε ζωτική ανθρώπινη ενέργεια -και
αρκετές φορές δεν το καταφέρνει- κάνει τους ανθρώπους που κατοικούν σε αυτά τα
μέρη πιο δυνατούς, πιο επίμονους και -σε πείσμα των δυσκολιών- άκρως εργατικούς
και δημιουργικούς.
Αν σε αυτό το δυσμενές
πλαίσιο ζωής, με τις μεγάλες αποστάσεις ανάμεσα στα χωριά και στα λίγα σχολεία
των κωμοπόλεων, προστεθεί και η αλλοτινή αυταρχική και δασκαλοκεντρική
εκπαίδευση, με τους δασκάλους σε ρόλο αφεντικού και τους μαθητές σε θέση
δούλου, τότε το πλέγμα των εκπαιδευτικών σχέσεων γίνεται ιδιαίτερα προβληματικό. Η βάναυση συμπεριφορά ενός δασκάλου απέναντι σε έναν μαθητή, όπως
αναφέρεται σε ένα στιγμιότυπο της εξιστόρησης, μπορεί να οδηγήσει είτε σε
οριστική απομάκρυνση του παιδιού από το σχολείο είτε σε εντοπισμό από το ίδιο το
παιδί της συγκεκριμένης εκπαιδευτικής κλίσης του. Σε κάθε διαφορετική
περίπτωση, εύλογα θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί Πώς; για όνομα του Θεού, οι άνθρωποι αυτής της πιο φτωχής γωνιάς της Ευρώπης,
κατάφεραν να μορφωθούν, να μετακινηθούν στα Γιάννενα και σε μεγάλες πόλεις της
Ελλάδας και του εξωτερικού και να διακριθούν παντού: "στ' άρματα, στα
γρόσια και στα γράμματα!"
Η επιλογή ζωής για
κάθε παιδί στους δύο προηγούμενους αιώνες, όπως προαναφέρθηκε, ήταν στεγνή και
ωμή: Ή θα σπουδάσεις και θα γίνεις
δάσκαλος κυρίως, μηχανικός, έμπορος, αρτοποιός, ή θα μείνεις βοσκός -γιατί ούτε
γεωργός δεν μπορούσε να γίνει κάποιος με την απουσία εύφορων γαιών. Είναι ένα
αντίστοιχο δίλημμα με αυτό που αντιμετώπισαν την ίδια εποχή οι νέοι των γενικά
άγονων μικρών νησιών του Αιγαίου που στράφηκαν στη ναυτοσύνη: "Ή μηχανικός θα γίνω ή στην άμμο
θ' απομείνω" που λέει το θλιβερό δημοτικό τραγούδι.
Είναι λοιπόν
επόμενο να εκφράζουν οι άνθρωποι τον πόνο τους, με τη μουσική κλίμακα της
πεντατονίας, τον θάνατο με τα μοιρολόγια και τη χαρά τους (σπανιότερα) με
περήφανα δημοτικά τραγούδια. Οι πιο προικισμένοι από αυτούς στράφηκαν στην
τέχνη: αρχιτεκτονική, γλυπτική, αργυροχρυσοχοΐα
και λιγότερο, λογοτεχνία, θέατρο, ενώ οι πλούσιοι ενίσχυσαν με τις δωρεές και
τις εθνικές ευεργεσίες τους το νεοσύστατο, τότε, ελληνικό κράτος (Ζάππας κ.ά).
Χαρακτηριστικές
περιπτώσεις ανθρώπων που όχι απλά επιβίωσαν ενός δυσμενούς, για την ανάπτυξη
και τη διατήρηση της ανθρώπινης ζωής, περιβάλλοντος, αλλά και διέπρεψαν στην
επιστημονική ή καλλιτεχνική τους καριέρα και συνεχίζουν, ήσαν και οι κύριοι
Μασσαλάς και Παπαγιάννης, πανεπιστημιακός δάσκαλος και γνωστός γλύπτης,
αντίστοιχα.
Στο πρώτο βιβλίο
που διάβασα και υπογράφουν από κοινού οι προαναφερθέντες, "Στάσεις στον
χρόνο.... (στην αρχή του κύκλου μας...)" το πρώτο πράγμα που προσέχει ο
αναγνώστης που θα το πιάσει στα χέρια του είναι το μέγεθος του βιβλίου -μόλις
80 σελίδες, επιλέγοντας χρονικές στιγμές ως περισσότερο αντιπροσωπευτικές, ενώ
άλλοι γράφουν αυτοβιογραφίες 500 σελίδων.
Την ειδική αίσθηση των αναμνήσεων που αναπλάθουν, τη μοιράζονται μαζί
μας αυτοί οι δύο πνευματικοί άνθρωποι που ακριβώς επειδή είναι σοβαροί και
έχουν να πουν πολλά, προτιμούν να παρεμβάλλουν μακρές (αλλά ιδιαίτερα
εύγλωττες) παύσεις που παρασύρουν τον ευαίσθητο αναγνώστη σε ένα ταξίδι στο όχι
πολύ μακρινό παρελθόν, με αγάπη και συμπάθεια αλλά όχι με παθητική νοσταλγία.
Οι συγγραφείς θέλουν να τους καταλάβουν όσοι διαβάσουν τα κείμενα ' ούτε να
τους λυπηθούν για όσα πέρασαν ούτε να τους θαυμάσουν για τη σημερινή τους
κατάσταση ' δεν αποποιούνται τον παλιό τους εαυτό σαν ένα αξιολύπητο και φτωχό
ξένο που πέρασε, έφυγε και δεν υπάρχει πια, αλλά τον αντιμετωπίζουν ως την
έντιμη βάση ενός επιτυχημένου "οικοδομήματος". Τα κείμενα μοιάζουν περισσότερο
με καθαρή δημόσια εξομολόγηση σε έναν καλό φίλο, παρά με μια περισπούδαστη προσπάθεια εντυπωσιασμού του
αναγνωστικού κοινού της λογοτεχνίας γενικότερα.
Στο δεύτερο βιβλίο
με τίτλο: "Προβληματισμοί"
του κυρίου Μασσαλά, ο καλοπροαίρετος αναγνώστης έχει την έντονη αίσθηση πως
έγινε δεκτός σε ένα γνωστό κόσμο που όμως
-ακριβώς επειδή δεν συνηθίζεται να προβάλλεται από πνευματικούς
ανθρώπους και μέσα ενημέρωσης- είχε αρχίσει να πιστεύει είτε πως υπολειτουργεί
είτε πως έχει αρχίσει να εκλείπει. Εννοώ τον κόσμο της πολιτικής
πραγματικότητας και όχι τον κόσμο της κομματικής πρακτικής και της
δημοσιογραφικής χειραγώγησης της ενημέρωσης.
Πρώτα απ’ όλα, το
βιβλίο, όπως γράφει το εισαγωγικό σχόλιο, αφιερώνεται: "Στον Ενεργό Πολίτη". Στη συνέχεια, παραφράζω ένα μικρό
μέρος από τον πρόλογο του βιβλίου όπου ο Περιφερειάρχης Ηπείρου (2021) Αλέξανδρος
Καχριμάνης γράφει ανάμεσα σε άλλα και τα ακόλουθα:
Δεν είναι εύκολο να
ζει κάποιος σήμερα σε μια κοινωνία που δηλώνεται ως ελεύθερη και δημοκρατική '
μάλλον επειδή κάτι τέτοιο είναι πάρα πολύ περίπλοκο. Θεωρώντας πως απλοποιούν
αυτή την πολυπλοκότητα των σύγχρονων δημοκρατικών κοινωνιών, τα ολοκληρωτικά
καθεστώτα του 20ού αιώνα κατάργησαν τις αστικές ελευθερίες των τυπικών ανοιχτών
κοινωνιών ως κοροϊδία που απευθύνεται σε αφελείς πολίτες. Οι εχθροί της ελευθερίας
δεν είναι όμως μόνο εξωτερικοί, αλλά μπορούν να εδράζονται και μέσα στους
ίδιους του πολίτες που υποστηρίζουν την άνοδο απολυταρχικών πολιτικών και
μάλιστα μέσα από την απόλυτα δημοκρατική διαδικασία των ελεύθερων εκλογών.
Σύμφωνα με τον
Κορνήλιο Καστοριάδη: "...η
δημοκρατία θεμελιώνεται ρητά στη δόξα, στη γνώμη, στην αντιπαράθεση των γνωμών,
στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης".
Στη λειτουργία της
δημοκρατίας η συμμετοχή του πολίτη στα κοινά είναι υποχρέωση και χωρίς αυτή η
δημοκρατία ακυρώνεται. Έτσι, στο σημερινό περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης,
κατανοώντας τη δημοκρατική μας ευθύνη, μέσα από τον δημόσιο διάλογο, οφείλουμε
να έχουμε ως θεμελιώδη και αρχικό στόχο την ενεργοποίηση του πολίτη για
συμμετοχή, γιατί μόνο με αυτό τον τρόπο μπορούμε να αποφύγουμε την παρακμή της
δημοκρατίας".
Καταληκτικά, από
την παρουσίαση των ομιλητών κράτησα μία λαϊκή φράση που μετέφερε ο λογοτέχνης κ. Βασίλης Γκουρογιάννης ως αντιπροσωπευτική του φτωχού εργαζόμενου ηπειρώτη όταν
αισθανόταν την ανάγκη να επικαλεστεί τη βοήθεια της Ανώτερης Δύναμης κάτω από
την ανάγκη της επιβίωσης, στους όρκους του:
-
Μα τω Θεώ!
Πηγές:
Χρήστος Μασσαλάς, Θεόδωρος Παπαγιάννης, Στάσεις στον Χρόνο... (Στην αρχή του κύκλου μας...), Εκδ. Νίκας - Όμιλος Φίλων Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης: «Θ. Παπαγιάννης» 2022, σ.σ. 80.
Γιώργος Χατζηαποστόλου