Αύγουστος 2015
Ο μήνας αυτός φαίνεται να έχει βρεθεί στην άκρη του καλοκαιριού για να λειτουργεί σαν άλλοθι ώστε να θεωρηθεί -έστω και προσωρινά- η Αθήνα, ανθρώπινη πόλη για όσους παραμένουν σε αυτή. Στα ορεινά χωριά της Ελλάδας οι κάτοικοι αφήνουν το χειμώνα κάποιους φύλακες για τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Κάτι αντίστοιχο μοιάζει να συμβαίνει και με την Αθήνα κάθε τέτοια εποχή. Φέτος είναι αλήθεια πως η πόλη κράτησε περισσότερους "φύλακες" λόγω της κρίσης. Ανάμεσα στους άλλους θα βρίσκομαι κι εγώ στην πόλη μέσα από τα τείχη και χωρίς να καταθέσω τα όπλα. Σκοπεύω να συνεχίσω να κατεβαίνω τα πρωινά στη θάλασσα δροσίζοντας τη "μηχανή" μου που το χειμώνα προβλέπεται να υπερθερμανθεί στην προσπάθειά μου να αντιμετωπίσω τον πολικό χειμώνα που έρχεται, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις.
Αποπροσανατολισμένος σαν το μυρμήγκι που ταξιδεύει πάνω σ' ένα πλατανόφυλλο, ακολουθώ το ρεύμα του καιρού και αφήνω την τύχη μου στον ποταμό, ανυπομονώντας να φτάσω γρήγορα στη θάλασσα και ελπίζοντας να τη βρω στις "καλές της". Το βουητό του νερού με συντροφεύει σαν το αίμα που στροβιλίζεται ορμητικό στις αρτηρίες ενός εφήβου που ψάχνει εναγώνια την αρχέγονη σύνδεση ενός ακατέργαστου ερωτισμού με την εύπλαστη γυναικεία φύση.
Μάλλον δεν είναι συμπτωματικό πως το ασυνείδητο θεωρείται θηλυκό στη θεωρία του Jung. Το θηλυκό ως στοιχείο υγρό, ασυμπίεστο και διαμεσολαβητικό διαχειρίζεται (διευκολύνει ή εμποδίζει) την ερωτική επιθυμία και αναζητά την εκπλήρωση του έρωτα "καταργώντας" τα δεσμά του χρόνου, του τόπου και των συνηθισμένων ηθικών αναστολών του ανθρώπου της πόλης που αφέθηκε να διακινδυνεύσει την "αξιοπρέπειά του" για λίγες στιγμές απόλαυσης. Το ταξίδι της αναζήτησης, μοιραία οδηγείται από τον Jung στους αρχαίους Έλληνες σοφούς που απέδωσαν φύλο όπως σε όλα τα πράγματα έτσι και σε στοιχεία της φύσης ή φυσικά φαινόμενα. Τα πλέον ανεξέλεγκτα, όσον αφορά τη συμπεριφορά τους, θηλυκά κατατάχθηκαν στα ρευστά ή στα αέρια (θάλασσα, λίμνη, πηγή, θύελλα, καταιγίδα, νηνεμία...). Τα αρσενικά στοιχεία και φαινόμενα (ήλιος, άνεμος, ποταμός, κεραυνός, τυφώνας, κυκλώνας...) πάντα λειτουργούσαν χωρίς κανόνες και συχνά προξενούσαν καταστροφές, τις περισσότερες φορές εξ αμελείας! Αυτός ο διαχωρισμός πέρα από την υποσυνείδητη γοητεία που ασκεί στους ανθρώπους αιώνες τώρα δείχνει να χρησίμευσε αργότερα και στην ανάλυση των ονείρων (Freud) όσο και στον εξανθρωπισμό της ερμηνείας της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας.
Τώρα, σχετικά με τους τρόπους να δροσίσουμε, με την έννοια της ανανέωσης, σώμα και πνεύμα, ακολουθούμε απλά την ίδια τη σύσταση του σώματός μας. Αποτελούμαστε κατά 70% του βάρους μας από νερό και προσπαθούμε διαρκώς να συμπληρώνουμε τα υγρά που χάνουμε κάθε ημέρα, αλλά και κάθε νύχτα, συμπεριφερόμενοι, για παράδειγμα, στον έρωτα, ως συγκοινωνούντα δοχεία. Πιθανώς θα συμφωνήσετε ότι ο καλύτερος τρόπος, για τους νέους, να δροσιστούν, είναι ο έρωτας και κυρίως η αίσθηση -γεύση, αφή- που χαρίζει μετά την κορύφωσή του. Όσο προχωρά η ηλικία, η σειρά αλλάζει, για τους μεσήλικες, με πρώτη τη θάλασσα, δεύτερο τον έρωτα και τρίτο παράγοντα δροσιάς ένα ποτήρι νερό, για να καταλήξει στους ηλικιωμένους η πλήρης αντιστροφή -σε σχέση με τους νέους- δηλαδή, πρώτα το δροσερό νερό, ύστερα η θάλασσα ως ιαματική ερωμένη και τέλος, κατάκοπη αλλά τρυφερή, η αγάπη που έρχεται να αντικαταστήσει τον έρωτα.
Εκτός από εμάς τους συνηθισμένους ανθρώπους τη δροσιά έχουν αναζητήσει στην πορεία τους και γνωστοί όσο και αγαπημένοι λογοτέχνες. Η συσχέτιση της θάλασσας με τον έρωτα βρίσκεται συχνά στο έργο του Σολωμού, του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού όσο και νεότερων. Ως δροσερό νερό αντιλαμβάνεται τον έρωτα ο Ηλίας Βενέζης στην Αιολική γη, το ίδιο και ο Στρατής Μυριβήλης στη Δασκάλα με τα χρυσά μάτια. Ο Γιώργος Σεφέρης στα ποιήματά του Αργά μιλούσες ή στο Ο κ. Στρατής Θαλασσινός περιγράφει έναν άνθρωπο και ο Οδυσσέας Ελύτης στην Ποδηλάτισσα ή στο Κοχύλι μας συντροφεύουν με το βλέμμα τους καθώς βαδίζουμε στο μονοπάτι που οδηγεί στη θάλασσα.
Τι τα θέλετε; Άμα σταθείς πεινασμένος για δράση μπροστά στη θάλασσα του κόσμου, σύντομα θα μάθεις να κολυμπάς, διαφορετικά μας περιμένει η στεριά, ο στέρεος τόπος, η στείρα γη. Μόνο που η στεριά γεννά μοναχικούς ανθρώπους των βουνών, φλύαρους ανθρώπους των κάμπων ή ασφαλισμένους από τα στοιχεία της φύσης ανθρώπους των πόλεων. Όσοι αποτύχουν να προσαρμοστούν στην απομόνωση των κλειστών αγροτικών κοινωνιών, θα κατεβούν στις πόλεις, θα οχυρωθούν σε ένα διαμέρισμα πολυκατοικίας και θα επιχειρούν απελπισμένες εξόδους προς την ύπαιθρο τις ημέρες των διακοπών των Χριστουγέννων, του Πάσχα και του Δεκαπενταύγουστου (καλή ώρα!). Τι να κάνεις κλεισμένος σε ένα σπίτι, όπου απουσιάζει ο έρωτας, όπου ο /η σύντροφός σου είναι στην καλύτερη περίπτωση ένας καλόβολος συγκάτοικος και όπου όλα τα πράγματα φωνάζουν γύρω σου: σήκω, φύγε, ζήσε!
Καλά μας τα είπαν οι δικοί μας, αλλά, μάλλον, δε μας τα είπαν όλα... Όλες οι οικογένειες δεν είναι τόσο τυχερές όπως αυτή του παπα-Γιώργη Πυρουνάκη που είχε πει στα παιδιά του όταν είχε έρθει η ώρα τους να διαλέξουν: "Κάνε αυτό που λαχταρά η ψυχή σου...μη φοβάσαι..."
Φιλιά σε λίγες φίλες
Χαμόγελα σε λίγους φίλους
Γιώργος Χατζηαποστόλου