Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου δεν είναι προφανής.
Βρέθηκα χθες το απόγευμα στον Ιανό (Σταδίου 24) για την παρουσίαση του βιβλίου: "Η αθεΐα στην ελληνική κοινωνία" του Αλέξανδρου Σακελλαρίου. Το πρόσωπο και η στάση σώματος του συγγραφέα μου θύμισε τους καλούς καθηγητές και τις καλές καθηγήτριες που διδάσκουν στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Προσωπικά, πιστεύω στον Θεό, αλλά δεν απορρίπτω, χωρίς να ακούσω, καμιά διαφορετική άποψη.
Κατά τη γνώμη μου, άθεος δεν είναι όποιος δεν πιστεύει σε τίποτα, αλλά αυτός που έχει επιλέξει σε τι θα πιστεύει γιατί τα θεωρητικά πρότυπα και οι θεολογικές έννοιες όπως του προτείνονται (Θεός, Ηθική, Αμαρτία, Τιμωρία, Σωτηρία) δεν είναι πειστικά ούτε πραγματικά (με την έννοια του υλικού, αλλά και του πνευματικού βοηθήματος που στηρίζεται σε αρχές αγάπης και κατανόησης).
Σύμφωνα με τη θρησκευτική άποψη, όποιος επιλέγει σε ποιούς από τους κανόνες της θρησκευτικής λατρείας θα υπακούσει, δεν πιστεύει στον Θεό, αλλά στον εαυτό του. Δεν αποδίδω στον άθεο την κύρια ευθύνη για το γεγονός πως δεν πιστεύει στον Θεό ' το αποδίδω στην αποτυχία της ηγεσίας της Εκκλησίας να καλέσει κοντά της, να αγαπήσει και να πείσει, τον απελπισμένο και μοναχικό άνθρωπο της σημερινής ελληνικής κοινωνίας πως δεν είναι μόνος του ' πως μπορεί να μη ζει σε μια κοινωνία αλληλεγγύης και κοινωνικής φροντίδας, αλλά μπορεί, με ομαδική προσπάθεια, να προσεγγίσει στο μεσοπρόθεσμο μέλλον μια τέτοια κοινωνία.
Αλλά αν δεν εκπληρώνει η Εκκλησία την ιεραποστολική της υποχρέωση να βρίσκεται διαρκώς δίπλα σε όποιον έχει ανάγκη τη βοήθειά της, με τι ασχολείται;
Από τη παρατεταμένη μου εμπειρία ζωής στην ελληνική κοινωνία, μπορώ να διαπιστώσω πως η Εκκλησία λειτουργεί ως μια μεγάλη εταιρεία και μάλιστα πολυεθνική. Δεν έχει, στη μεγάλη πλειοψηφία της, θρησκευτικούς λειτουργούς, αλλά κοινωνικούς υπαλλήλους και πολύ συχνά πολιτικούς υπηρέτες. Η εκκλησία έχει επικεντρωθεί στις οικονομικές της ασχολίες και φροντίδες παρότι οι μισθοί των ιερέων πληρώνονται από το κράτος. Όποτε το κράτος δοκίμασε να χωριστεί η εξουσία του από την εξουσία της εκκλησίας αντιμετώπισε σφοδρές αντιδράσεις από μέρους της. Γιατί; Μα για χάρη του λαού, τον οποίο κόπτεται πως υπηρετεί. Ένας ιερέας προβλέπεται να βρίσκεται πιο κοντά σε έναν λαϊκό από ότι ένας κρατικός υπάλληλος. Όμως γιατί οι νέοι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία απομακρύνονται διαρκώς από την εκκλησία; Μα γιατί διαπιστώνουν χαώδη απόσταση ανάμεσα στη θεωρητική χριστιανική διδασκαλία των ανώτερων, κυρίως, ιερέων και την πρακτική εφαρμογή των πρωτογενών χριστιανικών αρχών από τον κατώτερο κλήρο και τον λαό.
Θα μου πείτε: δεν έχει την κύρια ευθύνη η εκκλησία για την απομάκρυνση των νέων από αυτή, αλλά η πολιτεία που έχει ανεκτικούς νόμους για την παραβατική συμπεριφορά των νέων και η κοινωνία που ανέχεται τα χαλαρά ήθη τους. Αλλά πολιτεία, εκκλησία και κοινωνία είναι οι ηγεσίες τους ή ο πληθυσμός τους; Το δεύτερο, θα μου πείτε! Και είναι αυτοί οι πληθυσμοί ομοιογενείς ή θα τους προτιμούσαν οι ηγεσίες ομοιογενοποιημένους ώστε να μπορούν να τους χαλιναγωγήσουν ευκολότερα; Και πάλι το τελευταίο, θα μου πείτε. Και είναι τόσο ανομοιογενείς οι πληθυσμοί στην Ελλάδα όσο ήσαν μέχρι το 1990; Ασφαλώς όχι, διότι από τότε συνέβησαν κοσμοϊστορικά γεγονότα στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Με αυτό, εννοώ πως τις τελευταίες δεκαετίες, με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα στην Ευρώπη από την Ασία και την Αφρική, ως χρονοκαθυστερημένα κατάλοιπα των αποικιοκρατικών πολέμων, εκατομμύρια πολιτών υποχρεώθηκαν να μετακινηθούν προς τις ευρωπαϊκές χώρες αναζητώντας ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Με αυτή την έννοια ο αμιγής ορθόδοξος χριστιανικός πληθυσμός της Ελλάδας (με εξαίρεση τους μουσουλμάνους της Θράκης) έγινε πολυεθνικός "νοθεύτηκε" με ετερογενείς, αλλόθρησκους, μουσουλμάνους, πολυθεϊστές και κάθε άλλη θρησκευτική ομάδα. Η πλειοψηφία στην δημοκρατία έχει πάντα δίκιο και η Ελλάδα, όπως είναι γνωστό, είναι μια ορθόδοξη, δημοκρατική χώρα. Επομένως, εξ ορισμού, οι αλλόθρησκοι κάτοικοι της χώρας μας έχουν άδικο στην πίστη στις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις ή τέλος πάντων έχουν λιγότερο δίκιο, σε σχέση με την πίστη τους στον Θεό, συγκριτικά με τους γηγενείς. Αλλά, ειδικά στην περίπτωση των άθεων, που απορρίπτουν τον Θεό κατ' αρχήν και στο σύνολό του, δεν φαίνεται να τίθεται ζήτημα επαφής και συνδιαλλαγής. Δεν θα το έλεγα!
Όποιος πιστεύει στον Θεό, συμμετέχει σε μια προσωπική σχέση μαζί Του ' δεν μεσολαβεί κανείς μεταξύ τους πέρα από τον καλό ιερέα της γειτονιάς - σπάνιο είδος. Η επιλογή απόκτησης του ιερατικού σχήματος πρέπει να είναι ενσυνείδητη προσωπική επιλογή ' όχι διέξοδος στην οικονομική ανέχεια ή αναζήτηση μιας θέσης παρακοινωνικής εξουσίας με "δεδομένη" την 'Άνωθεν ασυλία". Γι αυτό και οι πραγματικά άθεοι σέβονται τον πιστό, δεν τον ειρωνεύονται, δεν επιχειρούν να αποδομήσουν την κοινωνική εικόνα του ' επειδή ο πιστός έχει σταθερές πεποιθήσεις, όπως άλλωστε και εκείνοι.
Πάντως, ο εκπρόσωπος μιας οργάνωσης άθεων που μίλησε για λίγο, μετά το τέλος της παρουσίασης δεν με έπεισε ' ανέβηκε στο βήμα για να εντυπωσιάσει με το λογύδριό του έναν φίλο του (γνωστό λογοτέχνη), που παρακολουθούσε έκθαμβος τον κολλητό του, παρά για να σταθεί στο ύψος των εξαιρετικών ακαδημαϊκών ομιλητών της εκδήλωσης. Το να στέκεσαι απέναντι στην εκάστοτε κυβερνητική εξουσία, να απορρίπτεις τις κοινωνικές συμβάσεις, από το ντύσιμο, το χτένισμα, τις εύκολες αντιδραστικές διακηρύξεις, ή τις ιδεολογικές εμμονές, δεν συνιστά, από μόνο του, επαναστατική πράξη ' θα πρέπει να προτείνεις: τι θα αντικαταστήσει την όποια στέβλωση υπάρχει ' όχι, θα τα κάνουμε όλα ίσιωμα και μετά "βλέπουμε". Κάποιες ερωτήσεις που επιχειρήθηκαν από το κοινό "αποκρούστηκαν " ευγενικά, ως υποθετικές και γι αυτό αβάσιμες, από τους υπομονετικούς καθηγητές και την καθηγήτρια.
Γιώργος Χατζηαποστόλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου