Η μακρόχρονη φτώχεια και η πάγια μοναξιά είναι συνθήκες απάνθρωπες και ο σύγχρονος άνθρωπος δυσκολεύεται αφάνταστα να ζήσει μέσα σε αυτές. Αντίθετα, η μοναξιά όταν μοιράζεται ανάμεσα στα δύο φτωχά παιδιά του έργου -τον Βλαντιμίρ ή Ντιντί και τον Εστραγκόν- γίνεται "ανεκτή" αν και σε αρκετές στιγμές οι συγκρούσεις μεταξύ τους και η γκρίνια είναι αναπόφευκτα. Η απουσία του Θεού σε έναν έρημο κόσμο είναι εμφατική στο έργο του Μπέκετ και προτείνεται -ειρωνικά- η αντικατάσταση του με ένα ανθρώπινο είδωλο -τον Γκοντό- που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει! Οι πρωταγωνιστές, λοιπόν, στρέφονται προς τον εαυτό τους αλλά μη βρίσκοντας ερείσματα, εναποθέτουν τις ελπίδες τους για μια καλύτερη ζωή στη βοήθεια ενός άλλου ανθρώπου (του πλούσιου Γκοντό). Οι δύο περιθωριακοί τύποι αναμένουν την εμφάνισή του διευκολυντή της ζωής τους, βιώνοντας μια ασαφή, απροσδιόριστη και ανεδαφική προσδοκία, χωρίς να κάνουν τίποτα γι αυτό, όπως οι ολιγόπιστοι χριστιανοί που περιμένουν άπραγοι την έλευση του Θεού στη Δευτέρα Παρουσία!
Αντ' αυτού, παρουσιάζονται μπροστά τους ένας "κύριος" και ο ασυνήθιστος δούλος του, ως σύμβολα των σχέσεων εξουσίας που υφίστανται συνήθως στην καθημερινότητα της αστικής κοινωνίας. Ο "κύριος" είναι ανάλγητος και βίαιος και ο υπηρέτης του -παθολογικά- δουλοπρεπής! Ο δούλος φαίνεται να υφίσταται τις ταπεινώσεις αντλώντας δύναμη από την ίδια τη φύση της αποστολής του, δηλαδή από την υποχρέωσή του να μεταφέρει διαρκώς τις αποσκευές του αφεντικού του και έτσι "ισορροπεί!" Ο υπηρέτης είναι διαρκώς αμίλητος και σκυφτός μα καταλαβαίνει όλα όσα συμβαίνουν γύρω του αν και δεν αντιδρά, παρά μόνο τη στιγμή που ο Ντίντι επιχειρεί να σφουγγίσει τα δάκρυά του, κλωτσώντας τον! Αντιλαμβάνεται αυτή τη χειρονομία συμπόνοιας ως κίνηση "ευνουχισμού" της δύναμης του "ζώου" που φοβάται μήπως απωλέσει ολόκληρη την κτηνώδη ισχύ του, αν εξημερωθεί και, επομένως, χάσει τη χρηστική του αξία! Ο "κύριος" ως εκπρόσωπος του πλούτου, είναι τυφλός (κατά Αριστοφάνη) και ο Λάκυ (ο υπηρέτης) κάθε άλλο, παρά τυχερός. Όταν φοράει το καπέλο του (σύμβολο της άκρατης πληροφόρησης από τα ΜΜΕ) και δέχεται την εντολή να εκφραστεί -καθώς έχει εκχωρήσει στον "κύριο" την ελεύθερη βουλήσή του- εκδηλώνει μια πρωτόγνωρη, χειμαρρώδη ορμή και εξωτερικεύει κάθε σκέψη, κάθε συναίσθημα, κάθε πληροφορία -χρήσιμη και άχρηστη- σαν να εκδικείται τη σιωπή και την αποκτήνωση στην οποία έχει καταδικαστεί από το περιβάλλον του.
Ένα άβουλο παιδί -εκπρόσωπος των παιδιών του μέλλοντος και προβολή των πολλών ακαλλιέργητων πλασμάτων της νέας γενιάς- όπου η Εκπαίδευση υπολειτουργεί και η Αγορά γιγαντώνεται, μεταφέρει, παθητικά, τα μηνύματα του Γκοντό στα δύο φτωχά παιδιά που τον περιμένουν, μάταια!
Ο τρόπος γραφής του Μπέκετ μοιάζει με διανοητική άσκηση ' ένα πείραμα που συμβαίνει σε έναν χώρο αλλοτριωμένο κι απόμακρο από την κοινωνία όπου οι ηθοποιοί εμπλέκονται "παρά τη θέλησή τους" και δεν έχουν τη δύναμη να απεμπλακούν, ενώ οι θεατές αιφνιδιάζονται με την ιδεολογική τόλμη και την ηθογραφική ελευθερία του συγγραφέα. Τα πρόσωπα του έργου αντιδρούν με αναμενόμενο τρόπο, μόνο στην επίκληση: Βοήθεια! Τα κορίτσια, που υποδύονται πειστικά όλους τους ανδρικούς ρόλους του έργου, προσφέρουν μια αίσθηση δροσιάς και παιδικότητας στον θεατή αναπλάθοντας την εικόνα των δύο αγοριών, ακριβώς επειδή δεν είναι άνδρες, με συνέπεια το κοινό να μπορεί να παρακολουθήσει αβίαστα μια δημιουργική θεατρική παράσταση.
Ο τρόπος γραφής του Μπέκετ μοιάζει με διανοητική άσκηση ' ένα πείραμα που συμβαίνει σε έναν χώρο αλλοτριωμένο κι απόμακρο από την κοινωνία όπου οι ηθοποιοί εμπλέκονται "παρά τη θέλησή τους" και δεν έχουν τη δύναμη να απεμπλακούν, ενώ οι θεατές αιφνιδιάζονται με την ιδεολογική τόλμη και την ηθογραφική ελευθερία του συγγραφέα. Τα πρόσωπα του έργου αντιδρούν με αναμενόμενο τρόπο, μόνο στην επίκληση: Βοήθεια! Τα κορίτσια, που υποδύονται πειστικά όλους τους ανδρικούς ρόλους του έργου, προσφέρουν μια αίσθηση δροσιάς και παιδικότητας στον θεατή αναπλάθοντας την εικόνα των δύο αγοριών, ακριβώς επειδή δεν είναι άνδρες, με συνέπεια το κοινό να μπορεί να παρακολουθήσει αβίαστα μια δημιουργική θεατρική παράσταση.
Σε έργα, όπως αυτό, του Μπέκετ, αποδίδω την πηγή της έμπνευσης σύγχρονων Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων, όπως για παράδειγμα, ο Κώστας Μουρσελάς που έπλασε τους δύο χαρακτήρες -τον Λουκά και τον Σόλωνα- στο "Εκείνος κι Εκείνος" ή ξένων καλλιτεχνών όπως η Μαρίνα Αμπράμοβιτς που έχει εξελίξει, την φαινομενική απραξία, σε εκφραστική εικαστική μέθοδο. Η επαναλαμβανόμενη προσφώνηση "γουρούνι" του αφεντικού προς τον δούλο, ενέπνευσε μάλλον και την σεναριογράφο Λίλιαν Δημητρακοπούλου σε μια παλιότερη σειρά της Ελληνικής τηλεόρασης, με τίτλο: "Εσύ φταις!" (2000) για να μας θυμίζει πως κατοικούμε σε αυτή τη "φάρμα των ζώων" όπου η επανάσταση καθυστερεί και η ανοχή ξεχειλίζει. Τελευταία, στην κωμωδία του Νίκου Παναγιωτόπουλου η Λιμουζίνα (2013), μας δίνεται μια αίσθηση της προσωπικότητας του Σάμιουελ Μπέκετ.
Έστω, λοιπόν και ο "απόηχος" σημαντικών έργων όπως το Περιμένοντας τον Γκοντό (1948) μπορεί -μεταλλαγμένος- να προσφέρει, αν όχι πραγματική ψυχαγωγία, πάντως, μια σύντομη διασκέδαση.
Έστω, λοιπόν και ο "απόηχος" σημαντικών έργων όπως το Περιμένοντας τον Γκοντό (1948) μπορεί -μεταλλαγμένος- να προσφέρει, αν όχι πραγματική ψυχαγωγία, πάντως, μια σύντομη διασκέδαση.
Γιώργος Δημητρίου Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου