Τα χρόνια της απόλυτης απουσίας της τηλεόρασης στην Ελλάδα (πριν από το 1967) και αργότερα μέχρι την έλευση της έγχρωμης τηλεόρασης και των πολλών καναλιών, η ψυχαγωγία του κόσμου ήταν πέρα από τα μπουζούκια, τις ταβέρνες, τον κινηματογράφο, το θέατρο και τις οικογενειακές γιορτές, το ραδιόφωνο.
Το ραδιόφωνο γινόταν τακτικά και μέσο μετάδοσης του θεάτρου. Το Θέατρο της Δευτέρας, Το θέατρο της Τετάρτης κλπ. Τα πράγματα στην τέχνη ήταν πιο απλά, πιο ειλικρινή και πιο αληθινά. Η εικόνα απουσίαζε στις ραδιοφωνικές εκπομπές, τουλάχιστον δεν προσφερόταν έτοιμη, αλλά δίνονταν όλα τα υλικά (φωνή και λόγος) για να δημιουργηθεί στη φαντασία των ακροατών με αμέτρητους διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα με τη νοητική επεξεργασία κάθε ανθρώπου. Η εκφορά του λόγου πεντακάθαρη, δεν σκόπευε τη διδακτική ορθοφωνία αλλά μετέδιδε μοναδικά το συναίσθημα που απαιτούσε ο λόγος κάθε ρόλου. Οι πρωταγωνιστές συνωστίζονταν στη διανομή ρόλων. Για παράδειγμα, η Άννα Συνοδινού παίζει εξαιρετικά το ρόλο της φτωχής Μαργαρίτας. Εκείνα τα χρόνια το θέατρο ήταν ο χώρος των λίγων άριστων ηθοποιών και όχι των πολλών συμβιβασμένων επαγγελματιών του θεάματος που έκαναν καριέρα επειδή έτυχε να γνωρίζουν κάποιον υψηλόβαθμο καλλιτεχνικό παράγοντα.
Γκαίτε > Φάουστ
Είναι θα έλεγε κάποιος, η προσπάθεια του ανθρώπου (συγγραφέα) να τοποθετηθεί μέσα στον Κόσμο και να αξιολογήσει την διαρκή επιδίωξη για όλο και περισσότερη γνώση που, όμως, δεν οδηγεί ούτε στην αναμενόμενη 'υποχρεωτική' φώτιση ούτε στην ευδαιμονία.
Έτσι, με δεδομένο πως η διάρκεια της ζωής μας είναι τόσο περιορισμένη, παρουσιάστηκε η ανάγκη για πολλή και γνήσια ευτυχία μέσα από τον έρωτα, ως ένα νόμισμα απόκτησης άμεσης απόλαυσης.
Τα κύρια πρόσωπα του έργου: η Μαργαρίτα, ο Μεφιστοφελής και ο Φάουστ αντιπροσωπεύουν το Καλό, το Κακό και τον Νου (του ανθρώπου) ως ενός "βιολογικού' υπολογιστή που δεν είχε προλάβει ακόμη να γίνει 'ηλεκτρονικός'.
Μονολογώντας ο πρωταγωνιστής κάνει τον απολογισμό της ζωής του: Σπούδασα και νομική και γιατρική και θεολογία... και να 'μαι τώρα εδώ ανόητος και βλάκας όπως και πρώτα...Και λίγο παρακάτω, διαπιστώνει: όσα περνιούνται για εξυπνάδες δεν είναι παρά ξιπασμός....
Ανοίγοντας τη Βίβλο, ο συγγραφέας, διαβάζει:
'Εν αρχή ήν ο Λόγος' και δηλώνει αμέσως πως σκοντάφτει ήδη στην πρώτη λέξη: ο Λόγος!
Προσπαθεί να αποδομήσει την έννοια για να την κατανοήσει και συνεχίζει: Εν αρχή ήν ο Νους > Εν αρχή είναι η δράση > Εν αρχή είναι η πράξη.
Ένας μαύρος σκύλος (σύμβολο του ζωώδους εαυτού του ανθρώπου) όσο ο συγγραφέας μονολογεί στην αναζήτηση του σκοπού δημιουργίας του Κόσμου, γρυλίζει διαρκώς, σαν να διαμαρτύρεται για την μάταιη και άσκοπη αναζήτηση μιας αρχής του κόσμου που δεν γνωρίζουμε και δεν θα έχουμε ποτέ τη δυνατότητα να καταλάβουμε.
Ο καλλιεργημένος άνθρωπος,διώχνει το ζώο έξω από (την κατοικία) ' τον πολιτισμένο του χώρο, αλλά παρατηρεί πως η σκιά του ζώου, καθώς φεύγει, μεγαλώνει και παίρνει το σχήμα ιπποπόταμου ή και ελέφαντα. Πολύ αργότερα ένας άλλος συγγραφέας θα αναγνωρίσει στον ίσκιο του σκύλου έναν ρινόκερο.
Κουράστηκε, λοιπόν ο λογοτέχνης να αναζητά την ευτυχία μέσα από τη γνώση και απευθύνεται στην πηγή της απόλαυσης (τον διάβολο). Με σημερινούς επίκαιρους όρους που συναντάμε και στην ελληνική πραγματικότητα θα λέγαμε πως η ιστορία του Φάουστ και της Μαργαρίτας (μιάς παιδούλας 14 χρονών) είναι μια από τις γνωστότερες περιπτώσεις παιδοφιλίας, σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης στην ιστορία της λογοτεχνίας.
Αλλά, δεν θα συνεχίσουμε με τέτοιες άσχημες σκέψεις. Ο συγγραφέας δεν υμνεί τον μύθο του' τον χρησιμοποιεί ως διδακτικό παράδειγμα.
Με δυο λόγια θα έλεγα πως το ραδιόφωνο (η φωνή) μας προστατεύει από τη εικόνα που θέλουν να μας σερβίρουν έτοιμη και μας βοηθάει να πλάσουμε στο μυαλό τη δική μας εικόνα. Πάνω στη δημιουργία αυτής της ατομικής εικόνας έχουμε αποκλειστικά πνευματικά και αισθητικά δικαιώματα. Επειδή, όμως, δεν υπάρχει ο κίνδυνος να μας την κλέψουν, να την διαστρεβλώσουν ή τέλος πάντων να την χρησιμοποιήσουν με κάποιον τρόπο, την αφήνουμε ελεύθερη να αλλάζει, να τονίζεται, να σβήνει, να μεταμορφώνεται.
Οπωσδήποτε η εικόνα που δημιουργείται στον νου μας από την εκφορά του Λόγου (με κεφαλαίο και μικρό λ) μας λέει περισσότερες αλήθειες και μας προστατεύει από το ψέμα της πλαστής εικόνας που επιδιώκει να θαμπώσει την ψυχή μας.
Πηγές:
Γιόχαν Β. Γκαίτε, Φάουστ, μτφρ. Κ. Χατζόπουλος, Εκδ. Διεθνής Λέσχη βιβλίου (χ.χ.), σ.σ. 260.
Γκαίτε, Φάουστ (Α΄μέρος), μτφρ. Ι. Παυλάκης, Εκδ. Αστήρ 1982, σ.σ. 223.
Γκαίτε, Φάουστ (Β΄μέρος), μτφρ. Ι. Παυλάκης, Εκδ. Αστήρ 1983, σ.σ. 336 (+εικ.).
Δημήτρης Μυράτ, Η αγωγή του λόγου, Εκδ. Εστίας 1981, σ.σ. 95.
Γιώργος Χατζηαποστόλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου