Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2023

Η διαμόρφωση του εαυτού του παιδιού είναι "οικογενειακή υπόθεση"

 


Συνήθως, το φως θεωρείται η πρώτη προϋπόθεση για την καλλιτεχνική δημιουργία, για παράδειγμα η γλυπτική ' όμως, υπάρχουν και τυφλοί γλύπτες. Ίσως σε αυτή την εξαίρεση να εντάσσονται και οι ψυχολόγοι που πολλές φορές αναζητούν λύσεις "στα τυφλά". Πάντως, "... από το να καταριέσαι το σκοτάδι είναι προτιμότερο να ανάψεις ένα κερί". Αυτή είναι μια χαρακτηριστική φράση της εισηγήτριας που παρουσιάζει την Βιργινία Σατίρ.
Την πρώτη φορά που άκουσα το επώνυμό της μου θύμισε τη ρίζα της ελληνικής λέξης σάτιρα και αυτόματα συναισθάνθηκα μια νοητική συγγένεια με τη διάσημη ψυχολόγο, που τοποθετείται στη σχολή του Γιουνγκ και ονομάζεται από πολλούς: "Η γιαγιά της οικογενειακής ψυχοθεραπείας". 
Τρεις παρατηρήσεις σχετικά με το περιεχόμενο και τη δομή του βιβλίου της: "Πλάθοντας ανθρώπους" (πρώτη έκδοση 1972), ή "The New peoplemaking"  η παρούσα έκδοση (μετάφραση Λιλή Στυλιανούδη, Εκδ. Κέδρος 1989)
Πρώτα, στο βιβλίο δεν επιχειρεί να εντυπωσιάσει με τις γνώσεις και την πείρα της σε θέματα θεραπευτικής της οικογένειας  αλλά να μιλήσει απλά και κατανοητά στον αναγνώστη για να τον βοηθήσει να καταλάβει, να μάθει από τα λάθη του και να αλλάξει στάση ζωής προς όφελός του. 
Στη αυνέχεια,  στις σελίδες 48-49 του βιβλίου προτείνει -με πολλή αυτοπεποίθηση- μια θεραπευτική διακήρυξη για την υψηλή αυτο-εκτίμηση που οφείλει ο άνθρωπος στον εαυτό του, καθώς με την απόκτησή της αναπτύσσει ταυτόχρονα και παράπλευρες αρετές όπως: ακεραιότητα, ειλικρίνεια, υπευθυνότητα, συμπόνοια, αγάπη και ικανότητα να διαχειριστεί της δυσκολίες που συναντά στη ζωή. (σ. 41)
Καταληκτικά, στο τέλος του βιβλίου, η Σατίρ απευθύνει στον αναγνώστη μια επιστολή στην οποία με περισσή ευγένεια και σεβασμό τον παρακαλεί να σημειώσει τη γνώμη του ώστε να συμμεριστεί τις προσωπικές του αντιδράσεις. Γιατί, όπως γράφει: "Έτσι θα με βοηθήσεις να συνεχίσω να ωριμάζω και να μαθαίνω, καθώς θα τραβώ το δρόμο μου". Η βιβλιογραφία με τον τρόπο που είναι δομημένη κατά θέμα, πιστεύω πως βοηθάει τον αναγνώστη να εμβαθύνει τη μελέτη του στα ζητήματα που θίγονται με πολλή ανθρωπιά στο βιβλίο. 
Το ακόλουθο απόσπασμα "περιέχει όλα μου τα συναισθήματα και τις ιδέες για την αυτοεκτίμηση

Η Διακήρυξή μου για την Εκτίμηση του Εαυτού

Είμαι Εγώ.
Σ' όλο τον κόσμο δεν υπάρχει κανένας άλλος ακριβώς σαν κι εμένα. Υπάρχουν άνθρωποι που μου μοιάζουν σε μερικά σημεία, αλλά κανένας δεν είναι ολότελα όμοιος με μένα. Επομένως, ότι προέρχεται από μένα είναι απόλυτα δικό μου, γιατί εγώ μόνος μου το διάλεξα.
Μου ανήκει ό,τι έχω: το σώμα μου και όλα όσα κάνει, το μυαλό μου με τις ιδέες του και τις σκέψεις του, τα μάτια μου και οι εικόνες όσων βλέπουν, τα συναισθήματά μου, όποια κι αν είναι αυτά: θυμός, χαρά, αποκαρδίωση, αγάπη, απογοήτευση, ενθουσιασμός, το στόμα μου και τα λόγια που ξεστομίζει ευγενικά, γλυκά ή σκληρά, σωστά ή λαθεμένα. Η φωνή μου δυνατή ή σιγανή και όλες μου οι πράξεις, άσχετα αν κατευθύνονται προς εμένα ή προς τους άλλους.
Δικές μου είναι όλες μου οι φαντασιώσεις, τα όνειρά μου, οι ελπίδες μου, οι φόβοι μου.
Δικοί μου οι θρίαμβοι και οι επιτυχίες μου και όλες μου οι αποτυχίες και τα λάθη μου.
Γιατί σε μένα ανήκει ο εαυτός μου, που, μπορώ να γνωριστώ βαθιά, στενά μαζί του. Έτσι μπορώ να τον αγαπάω και νά 'μαι φίλος μαζί του, με όλες του τις πλευρές. Μπορώ λοιπόν να βάλω όλον τον εαυτό μου να δουλέψει για το συμφέρον μου. Μερικές πλευρές του εαυτού μου με βάζουν σε απορία, το ξέρω, και άλλες μου είναι τελείως άγνωστες. Όσο όμως, διατηρώ φιλικές σχέσεις μαζί του και τον αγαπάω, μπορώ με θάρρος και ελπίδα να αναζητώ λύσεις για τα αινίγματα και τρόπους για να ανακαλύψω πιο πολλά πράγματα για μένα.
Όπως κι αν μοιάζω κι αν φαίνομαι, ό,τι λέω και κάνω, ό,τι σκέφτομαι και αισθάνομαι σε οποιαδήποτε στιγμή, όλα αυτά είμαι εγώ. Κι αυτό είναι κάτι αυθεντικό και δείχνει που βρισκόμουν εκείνη τη στιγμή.
Όταν αργότερα εξετάσω πως έμοιαζα και πως φαινόμουν, τι έκανα και τι είπα, τι σκέφτηκα και πως αισθάνθηκα, κάποια σημεία μπορεί και να είναι ακατάλληλα. Μπορώ να τα πετάξω τα ακατάλληλα και να κρατήσω όσα αποδείχτηκαν κατάλληλα και να εφεύρω κάτι καινούργιο για να αντικαταστήσω ό,τι πέταξα.
Βλέπω, ακούω, αισθάνομαι, σκέπτομαι, λέγω και πράττω. Έχω τα εργαλεία που χρειάζομαι για να επιζήσω, νά 'μαι κοντά με τους άλλους, νά 'μαι παραγωγικός, να καταλαβαίνω και να βάζω σε τάξη μες στο νου μου το πλήθος των ανθρώπων και των πραγμάτων έξω από μένα.
Είμαι κύριος του εαυτού μου και, επομένως, μπορώ να τον οργανώσω.
Είμαι εγώ και είμαι πολύ εντάξει."

Στη συνέχεια, ακολουθεί η επιστολή της Β. Σατίρ (1916-1988), που με σεβασμό αφιερώνεται στη μνήμη της. Παραλήπτη για τις επιστολές των αναγνωστών όριζε τον τότε και σημερινό εκδότη των βιβλίων της.

Αγαπητέ αναγνώστη
Ενδιαφέρομαι να μάθω πως άραγε επηρεάστηκες απ' το βιβλίο μου. Αν κέντρισαν το ενδιαφέρον σου ή με κάποιο τρόπο σε επηρέασαν οι ασκήσεις επικοινωνίας, πολύ θα ήθελα να ακούσω τα σχόλιά σου, τις αντιλήψεις και τις ιδέες σου και να συμμεριστώ τις προσωπικές σου αντιδράσεις. Έτσι θα με βοηθήσεις να συνεχίσω να ωριμάζω και να μαθαίνω, καθώς θα τραβώ το δρόμο μου.
Θα μου είναι πολύτιμο κάθε σου γράμμα, μόλο που δεν μπορώ να υποσχεθώ  ότι θα σου απαντήσω με μια προσωπική επιστολή.
Ελπίζω ακόμη να μπορέσω κάπως να συμβάλω στην οργάνωση δικτύων για την αμοιβαία σύνδεση ατόμων, που θα βοηθήσουν το ένα το άλλο να ωριμάσει. 

Σ' ευχαριστώ
Βιρτζίνια Σατίρ

(αναφέρεται η διεύθυνση παραλαβής των επιστολών) 


Γιώργος Χ"αποστόλου. 

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2023

Συγχωρητικότητα - συγγνώμη και διαπροσωπικές σχέσεις


Σημειώσεις από το βιβλίο του Αλ. ΚακαβούληΗ συγγνώμη στις διαπροσωπικές σχέσεις (1998) 

Σχόλιο:
Κατηγοριοποιώντας τα βιβλία σε μια μεγάλη βιβλιοθήκη, είδα τον τίτλο αυτού του βιβλίου ' πρωτότυπος, ενδιαφέρων και, για ορισμένους λόγους, ασυνήθιστος. Συνηθίζεται στις μέρες μας να κυριαρχούν στις ανθρώπινες σχέσεις πρακτικές που βασίζονται στον εγωϊσμό, στον ανταγωνισμό και σε μια διαρκή διάθεση επικυριαρχίας. Η έννοια της συγγνώμης -όταν δεν αγνοείται πλήρως- έχει περιοριστεί στον χώρο της θεολογίας. Ο συγγραφέας αναζητά τους ορισμούς, τα χαρακτηριστικά και τους τρόπους εκδήλωσης της συγγνώμης σε χώρους όπως της φιλοσοφίας, της ψυχολογίας, της θεολογίας, αξιοποιώντας τα εργαλεία της στατιστικής ανάλυσης και τους τρόπους της εμπειρικής και πειραματικής έρευνας.  
Από τις πρώτες φράσεις του βιβλίου ο αναγνώστης βλέπει πως έχει να κάνει με έναν επιστήμονα-συγγραφέα που γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενό του, αγαπάει τον άνθρωπο, πιστεύει πως υπάρχει η δυνατότητα ο κόσμος  να βελτιωθεί ' δεν επιχειρεί να εντυπωσιάσει κανέναν και, τέλος, τολμά να ασχοληθεί με την έρευνα κομβικών ζητημάτων της κοινωνικής ψυχολογίας που δεν είναι -ακόμα τουλάχιστον- στην πρώτη γραμμή του συρμού, αλλά το γεγονός αυτό όχι μόνο δεν μειώνει την αποδοχή τους από το κοινό, αλλά εξασφαλίζει μια αίσθηση διαχρονικότητας στο συγγραφικό αυτό εγχείρημα.

Εισαγωγή

Οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι καταστάσεις που διαμορφώνουν την προσωπικότητα του ανθρώπου. Αναφερόμαστε σε τρεις χώρους της ψυχικής ζωής του ανθρώπου: στον χώρο του συναισθήματος, της γνώσης και της συμπεριφοράς, που αφορούν τις σκέψεις, τις διαθέσεις και τις πράξεις των άλλων.

Ο τομέας της ψυχολογίας που ασχολείται με τις διαπροσωπικές σχέσεις είναι η ψυχοπαιδαγωγική και επίκεντρο της έρευνάς της είναι η ψυχολογική διαδικασία της συγγνώμης ή της συγχωρητικότητας.

Η λέξη «συγγνώμη» ή συγχωρητικότητα περιγράφει τη διάθεση ενός ατόμου που έχει αδικηθεί από κάποιον άλλο να μη θέλει να δείξει αντεκδίκηση προς τον θύτη και να τηρεί, αντίθετα, θετική στάση, δείχνοντας καλοσύνη και την τάση να ξεχάσει το κακό που του έγινε.

Η έννοια της διαπροσωπικής συγγνώμης ορίζεται ως η διάθεση των ατόμων να μετατρέψουν αρνητικές σκέψεις, συναισθήματα και πράξεις, αντίστοιχα, σε θετικά.

Η συγχωρητικότητα μέσα από την εμπειρική ανάλυση εξετάζει σε ηθικό πλαίσιο την φιλοσοφική, ψυχολογική, παιδαγωγική και θεολογική διάσταση της συγγνώμης. Η συγχωρητικότητα επίσης συνυφαίνεται και με άλλα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης προσωπικότητας όπως τη διαδικασία ανάπτυξης του νέου ανθρώπου, τη σημασία της σχέσης γονέων-παιδιών και εκπαιδευτικών-μαθητών και συμβάλει στην αποκατάσταση των διαταραγμένων διαπροσωπικών σχέσεων και στην ενίσχυση της ψυχικής υγείας και της κοινωνικής συνοχής.

1. Φιλοσοφική και Ψυχολογική θεώρηση της έννοιας της "συγγνώμης"

Η έννοια της συγχωρητικότητας είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Για παράδειγμα, ο Σωκράτης στον διάλογο του Πλάτωνα Κρίτων φέρεται να λέει: «... πιστεύω πως είτε κακό κάνεις στους ανθρώπους είτε τους αδικείς είναι το ίδιο πράγμα». Στη σημερινή εποχή, για παράδειγμα, ο Γάλλος φιλόσοφος Ντεριντά θεωρεί πως συγγνώμη είναι ένα δώρο που προσφέρεται από το θύμα στον δήμιο και δεν φαίνεται να εξαρτάται από κανένα άλλο κίνητρο, πέρα από τη συμπεριφορά του θύτη.

Με αυτή την έννοια η συγγνώμη πραγματοποιείται μόνο ανάμεσα σε πρόσωπα ' δεν νοείται συγγνώμη ανάμεσα σε πρόσωπα και αντικείμενα ή φαινόμενα, ακόμα κι αν αυτά τα τελευταία προκαλέσουν ένα κακό στα πρόσωπα. Η συγγνώμη είναι μια αμφίδρομη σχέση  επηρεάζει τόσο αυτόν που συγχωρεί όσο και αυτόν που συγχωρείται ενδυναμώνοντας τη σχέση πολύ περισσότερο από την αρχική της κατάσταση.

Ακριβώς, επειδή η συγγνώμη είναι μια σύνθετη έννοια μπορεί εύκολα να παρερμηνευθεί. Είναι, λοιπόν, επομένως απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι η συγγνώμη δεν είναι: λήθη, συμβιβασμός, παράβλεψη και υποτίμηση ή τέλος, αδιαφορία, του κακού που έχει συμβεί σε κάποιον.

Πάντως, έχουν εκφραστεί ορισμένες κριτικές παρατηρήσεις σχετικά με τον ρόλο της συγγνώμης στις διαπροσωπικές σχέσεις όπως από τον χώρο της φιλοσοφίας όπου π.χ. ο Νίτσε υποστηρίζει πως η συγχωρητικότητα είναι ένδειξη αδυναμίας του ανθρώπου να υποστηρίξει τις θέσεις του και να διεκδικήσει τα δικαιώματά του. Αντίθετα από την πλευρά της ψυχολογίας παρατηρείται πως η συγχωρητικότητα θα πρέπει να θεωρείται ως μια δύσκολη εσωτερική διαδικασία του ανθρώπου που δεν πρέπει να συγχέεται με την αδυναμία.

Μια άλλη επιφύλαξη σε σχέση με την έκφραση της συγγνώμης είναι πως αν ο θύτης αντιμετωπιστεί με συγχωρητικότητα -και ιδιαίτερα δημόσια- μπορεί να ενθαρρυνθεί ώστε να επαναλάβει την πράξη του. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του ιδιωτικού, οικογενειακού χώρου, όπου μια γυναίκα, συνηθίζει να "συγχωρεί" την κακοποίηση που υφίσταται από τον σύζυγό της, μπορεί να ενισχύσει αυτή την κακοποιητική συμπεριφορά.

Σε μια άλλη περίπτωση, όπου ο άνθρωπος που υφίσταται αδικία -αν δεν βρίσκεται σε πνευματική ή κοινωνική θέση ισχύος απέναντι στον θύτη- μπορεί να  οδηγηθεί στο νσ συναισθανθεί κατώτερος απέναντί του. 

Τέλος, υποστηρίζεται ότι η επαναλαμβανόμενη υποχωρητικότητα για μακρό χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε υπερευαισθησία στην αδικία, με αποτέλεσμα τα θιγόμενα πρόσωπα να αντιδρούν με υπερβολική ευθιξία ακόμη και απέναντι σε μικρά σφάλματα όσων τους αδικούν.  

2. Η ψυχολογική διαδικασία της συγχωρητικότητας

Ο ψυχολόγος Enright και η ομάδα του το 1991 πρότειναν ένα πρότυπο, που αποτελείται από οκτώ συστατικά στοιχεία για να περιγράψουν την διαδικασία της συγγνώμης, αναλύοντας τους γνωστικούς, συναισθηματικούς και συμπεριφορικούς τρόπους με τους οποίους εκδηλώνεται η συγχωρητικότητα. Το πρότυπο αυτό ακολουθεί μια λογική σειρά και χαρακτηρίζεται από αλληλεξάρτηση των σταδίων από τα οποία αποτελείται. Το μοντέλο δεν υποχρεώνει τον ψυχολόγο σε αυστηρή τήρηση όλων των βήμάτων, κάτι που δεν θα επέτρεπε την απαραίτητη ευελιξία στην ψυχολογική διαδικασία της συγγνώμης. Το πρότυπο διαδικασίας εξέλιξης της συγγνώμης αποτελείται από τα ακόλουθα στάδια:

1. Συνειδητοποίηση των αρνητικών ψυχολογικών συνεπειών, δηλαδή, το να καταφύγει το άτομο σε ψυχολογικούς μηχανισμούς άμυνας, όπως:  άρνηση, απώθηση, προβολή και θυμική ένταση (ντροπή, θυμός), ώστε να αποστασιοποιηθεί από τον ψυχικό πόνο που του προκάλεσε η αδικία.
2. Κατανόηση της ανάγκης να λυθεί το πρόβλημα. Η ανάγκη να βρεθεί μέσα στον άνθρωπο το κίνητρο ώστε να βρεθεί λύση. Η λύση αυτή προκύπτει με την αύξηση της ηλικίας, των εμπειριών και της αγωγής.  
3. Επιλογή των κατάλληλων τρόπων ώστε να λυθεί το πρόβλημα. Οι δύο πιο γενικοί τρόποι με τους οποίους εκδηλώνεται η συγγνώμη είναι η ανάπτυξη της διαπροσωπικής επικοινωνίας και η αυτοθεραπεία.
4. Καθορισμός (επιλογή) του ποιό θα είναι το κίνητρο για την επίτευξη της ψυχικής ηρεμίας. Η επιλογή της στρατηγικής της συγγνώμης εξαρτάται από τους ακόλουθους παράγοντες: το γνωστικό επίπεδο κοινωνικής ανάπτυξης, το πολιτιστικό περιβάλλον, το άμεσο (οικογενειακό, σχολικό) περιβάλλον αγωγής, η φιλοσοφική και θρησκευτική παιδεία. 
5. Απόφαση απαλλαγής από τη μνησικακία και απόδοσης συγγνώμης. Η στιγμή κατά την οποία το άτομο αποφασίζει να συγχωρήσει τον φταίχτη είναι κρίσιμη και εκδηλώνεται με τους ακόλουθους τρόπους: θεώρηση του φταίχτη μέσα στο γενικότερο πλαίσιο δεδομένων, η ανάγκη για συμπάθεια, η ανάπτυξη συναισθημάτων ευσπλαχνίας προς τον φταίχτη, η ανάγκη απορρόφησης του πόνου.
6. Πραγματοποίηση γνωστικής κατανόησης του εαυτού του ανθρώπου και του άλλου που έχει προκαλέσει την αδικία.
7. Κατανόηση της ανάγκης να εκδηλωθεί η συγγνώμη με πράξεις
8. Εκτέλεση των τρόπων εφαρμογής της συμφιλίωσης με το πρόσωπο που αδικεί.

3. Η εξέλιξη της έννοιας της συγγνώμης στον αναπτυσσόμενο άνθρωπο

Πρώτος, στη σύγχρονη εποχή αναφέρθηκε ο Piaget στην έννοια της συγγνώμης (1932) τοποθετώντας τη συγγνώμη στον χώρο της ηθικής. Διαπιστώνει ότι το παιδί μόνο στα μέσα της παιδικής ηλικίας -αφού προηγηθεί η ωρίμανση της έννοιας της αμοιβαιότητας- αρχίζει να κατανοεί την έννοια της συγγνώμης, περνώντας από το στάδιο της ετερόνομης στο στάδιο της αυτόνομης ηθικής ανάπτυξης.

Η σύγκριση των προτύπων των L. Kohlberg και R. Enright, όπου αναλύονται τα στάδια ή επίπεδα ανάπτυξης ή αξιολόγησης της έννοιας της συγγνώμης, οδηγεί συνοπτικά στον ακόλουθο πίνακα:


Στάδια ανάπτυξης της δικαιοσύνης

(L. Kohlberg)

Επίπεδα αξιολόγησης της συγγνώμης

(R. Enright)

Στάδιο 1. Η δικαιοσύνη ως ετερόνομη ηθική

Στάδιο 2. Η δικαιοσύνη ως ατομικιστική αντίληψη

Στάδιο 3. Η δικαιοσύνη ως αμοιβαία διαπροσωπική - ομαδική απαίτηση

Στάδιο 4. Η δικαιοσύνη ως κοινωνική ευρυθμία

Στάδιο 5. Η δικαιοσύνη ως κοινωνικό συμβόλαιο

Στάδιο 6. Η δικαιοσύνη ως πανανθρώπινη ηθική αρχή

Επίπεδο 1. Η συγγνώμη ως αντεκδίκηση

Επίπεδο 2. Η συγγνώμη ως κάτι που προσφέρεται υπό όρους

Επίπεδο 3. Η συγγνώμη ως αναμενόμενη από τους άλλους συμπεριφορά

Επίπεδο 4. Η συγγνώμη ως νομιμότητα και καθήκον

Επίπεδο 5. Η συγγνώμη ως κοινωνική αρμονία

Επίπεδο 6. Η συγγνώμη ως αγάπη

Ένα άλλο πρότυπο ανάπτυξης της συγγνώμης, που αναφέρεται στην εφηβική ηλικία, έχει προταθεί (1997) από τους Oh Park και L. Enright.


Η ανάπτυξη της έννοιας της συγγνώμης στην εφηβική ηλικία (Oh Park και L. Enright)

Στρατηγικές  - Εκδηλώσεις - Προϋποθέσεις

Επίπεδα

Ανταποδοτική συγγνώμη

Στρατηγικές: Σκέψεις σχετικά με τους τρόπους που το θύμα θα εκδικηθεί το φταίχτη

Εκδηλώσεις: Εξωτερικές εκφράσεις, όπως λέξεις ή κινήσεις, μπορεί να είναι ενδεικτικές κάποιου είδους συγγνώμης. Συγχρόνως όμως παραμένει η εσωτερική εχθρότητα και πιθανόν να εκδηλωθεί και ανοιχτά.

Προϋποθέσεις: Για να είναι δυνατόν να συγχωρήσει κάποιος, πρέπει να προηγηθεί φυσική ή ψυχολογική ανταπόδοση ή κάποια αποζημίωση.

Εξωτερική συγγνώμη

Στρατηγικές: Χρησιμοποιούνται παθητικοί τρόποι για την αντιμετώπιση μιας αδικίας, ενώ εσωτερικά παραμένει η κατάσταση του θυμού.

Εκδηλώσεις: Εξωτερικές εκφράσεις είναι ενδεικτικές κάποιας συγγνώμης. Το θύμα έχει επίγνωση των εσωτερικών καταστάσεων θυμού και πικρίας, τις οποίες καταπιέζει.

Προϋποθέσεις: Οι πιέσεις από την κοινωνική ομάδα οδηγούν το θύμα στο να συγχωρήσει τον θύτη. 

Εσωτερική συγγνώμη

Στρατηγικές: Το θύμα επιζητεί να κατανοήσει τα κίνητρα και τις σκέψεις του θύτη και να ερμηνεύσει την αδικία που του προξένησε με βάση τα στοιχεία αυτά.

Εκδηλώσεις: Η συγγνώμη κυρίως είναι μια εσωτερική ενεργοποίηση της αρχής της αγάπης, η οποία ενισχύει την εσωτερική  διάθεση για άφεση και συμφιλίωση.

Προϋποθέσεις: Η συγγνώμη παρέχεται χωρίς όρους με μόνο κίνητρο την αρχή της αγάπης.

   

4. Η εμπειρική έρευνα για τη συγγνώμη 

Οι εμπειρικές μελέτες που έχουν γίνει στο χώρο της συγγνώμης, κυρίως στα πανεπιστήμια Wisconsin - Madison και Nothern Iowa των Η.Π.Α., τα τελευταία δέκα χρόνια, διακρίνονται σε έρευνες συνάφειας και σε πειραματικές μελέτες. Οι έρευνες συνάφειας έχουν δείξει ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της συγχωρητικότητας από ένα μέρος και από το άλλο της αυτοεκτίμησης, της κατάθλιψης, της ελπίδας, του άγχους και της οργής, χωρίς να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί με τις μελέτες αυτού του είδους κατά πόσο οι σχέσεις αυτές είναι σχέσεις αιτίας-αποτελέσματος.

Οι πειραματικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί με αντικείμενο τη συγγνώμη μας επιτρέπουν να διαπιστώσουμε ότι προγράμματα αγωγής της συγγνώμης έχουν ως αποτέλεσμα όχι μόνο να ωριμάζουν τα άτομα, ώστε να επιλέγουν τη συγγνώμη ως τρόπο αντιμετώπισης της αδικίας να συγχωρούν τους εχθρούς τους, αλλά και να βελτιώνουν την ψυχική τους υγεία.

Έχουν διατυπωθεί ορισμοί για την έννοια της συγγνώμης, με αφετηρία τη χριστιανική άποψη, σύμφωνα με την οποία ο πιστός οφείλει να συγχωρεί κάθε άνθρωπο που τον έβλαψε και ακόμα περισσότερο τους εχθρούς του. Ένας ευσταθής ορισμός από την πλευρά της ψυχολογίας είναι πως η συγγνώμη θεωρείται ως μια μεταστροφή αρνητικών σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφοράς σε θετικές στάσεις, διαθέσεις και πράξεις εναντίον του.

Ένας άλλος τρόπος ορισμού της συγγνώμης είναι η ανάλυσή της σε πλευρές ή συστατικά που την αποτελούν και τα οποία είναι:  η θεραπεία, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η απαλλαγή από την ενοχή, η νέα αρχή, η παραγραφή της αδικίας. Διαπιστώθηκε ακόμη ότι και άλλα συστατικά της συγγνώμης παίζουν συμπληρωματικό ρόλο και αυτά με σειρά προτεραιότητας είναι: οι διαπροσωπικές σχέσεις, η θρησκευτικότητα, η νομική πλευρά, και η νέα αρχή. Η μελέτη έδειξε ότι κάθε άτομο έχει μια βασική αντίληψη για την έννοια της συγγνώμης, η οποία ενεργεί ανεξάρτητα από το φύλο, τη θρησκευτικότητα και το αν είναι αυτός που συγχωρεί ή αυτός που συγχωρείται.

Διαπολιτισμική έρευνα, που έγινε σε υποκείμενα από διαφορετικές θρησκείες ή πολιτιστικές παραδόσεις, έδειξε ότι δεν υπάρχει συνάφεια σε υψηλό επίπεδο μεταξύ επίδοσης στην κλίμακα μέτρησης της συγγνώμης και της θρησκευτικότητας. Η έρευνα έχει δείξει επιπλέον ότι υπάρχουν διαφορές από ένα πολιτιστικό περιβάλλον σε άλλο ως προς τη σχέση μεταξύ θρησκευτικής πίστης, συγχωρητικότητας και ψυχικής υγείας. 

Το γενικό συμπέρασμα πάντως που προκύπτει από την επισκόπηση της εμπειρικής έρευνας είναι ότι τόσο η έννοια της συγγνώμης όσο και οι σχέσεις συγχωρητικότητας, ψυχικής υγείας, θρησκευτικότητας και πολιτιστικού περιβάλλοντος είναι σύνθετα προβλήματα. Γενικά η συγχωρητικότητα παρουσιάζεται ως μια δυναμική διαδικασία αποκατάστασης και διατήρησης θετικών προσωπικών καταστάσεων και διαπροσωπικών σχέσεων.

 

5. Η διαπροσωπική συγγνώμη στη συμβουλευτική και την αγωγή

Σχεδόν όλες οι εμπειρικές μελέτες μέχρι σήμερα έχουν επικεντρωθεί στη διαδικασία και στα αποτελέσματα που έχει η συγγνώμη στο πρόσωπο που συγχωρεί.

Από ψυχολογικής πλευράς, ο πρώτος ερευνητής της σημασίας που έχει το να συγχωρείται κάποιος για το κακό που έκανε, ήταν ο Carl Jung, ο οποίος απέδιδε μεγάλη βαρύτητα στην εξομολόγηση και τη συγχώρηση ως διαδικασίες αποκατάστασης ή διασφάλισης της ψυχικής υγείας. Η διαδικασία του να συγχωρείται ο φταίχτης περιλαμβάνει τις εξής τέσσερις φάσεις: φάση εσωτερικής διεργασίας, φάση λήψης απόφασης, φάση εφαρμογής της απόφασης, φάση αποτελέσματος.

Στο χώρο της Συμβουλευτικής θεωρείται ότι η συγγνώμη απελευθερώνει το θύμα από την οργή και την ενοχή και τον θύτη εσωτερικές συγκρούσεις.

Η συγγνώμη έχει ιδιαίτερη σημασία στο χώρο της Αγωγής, δηλαδή στις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών και μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών. Η συγχωρητικότητα συνίσταται κυρίως στο να αναλύεται στα παιδιά και στους εφήβους τι είναι η συγγνώμη και τι δεν είναι πραγματική συγγνώμη.

Σύμφωνα με την ψυχολόγο E. Gassin (1997), υπάρχουν τουλάχιστον τρεις πιθανές πηγές ηθικής διδασκαλίας στη διαδικασία του να συγχωρεί κάποιος ή να συγχωρείται. Πρώτον είναι η ιδέα που περικλείεται στην προσφορά της συγγνώμης, δεύτερον είναι η αξία της ψυχολογικής εμπειρίας που ενυπάρχει στη διαδικασία της πραγματικής αποδοχής της συγγνώμης του άλλου και τρίτον είναι τα αποτελέσματα που μπορεί να προκύψουν από τη συνειδητοποίηση ότι ο φταίχτης έχει συγχωρηθεί.

Επιπλέον με το να συγχωρείται κάποιος για τα σφάλματά του ενισχύεται σε περαιτέρω θετικές ενέργειες, όπως το να ζητά συγγνώμη και να προσπαθεί να επανορθώσει τη ζημιά που προκάλεσε, καθώς και να αποκτά μεγαλύτερη συνείδηση ευθύνης και δικαιοσύνης.


6. Η συγγνώμη στην Αγία Γραφή και την Ορθόδοξη Παράδοση                                                                              

Η συγγνώμη ως θετική διαπροσωπική διαδικασία, ως συμπαθής και επιεικής διάθεση, με την οποία αντιμετωπίζεται το πρόσωπο που προκαλεί το κακό σε άλλους (υλικό ή ψυχικό) έχει αποτελέσει αντικείμενο διδασκαλίας των μεγάλων θρησκειών του κόσμου. Οι βασικότεροι ορισμοί της συγγνώμης έχουν διατυπωθεί με πυρήνα τη χριστιανική έννοια της συγγνώμης. Για το λόγο αυτό παραθέτουμε βασικές θέσεις και αναλύσεις για τη συγγνώμη που περιέχονται στην Αγία γραφή και την Ορθόδοξη Παράδοση.

Από την Παλαιά Διαθήκη αρχίζει μια τομή στις ανθρώπινες σχέσεις καθώς την οργή, το μίσος, την τάση για αντεκδίκηση του θύματος απέναντι στον θύτη, έρχεται σταδιακά να αντικαταστήσει η εντολή του Θεού που αποτρέπει το θύμα από όλα αυτά ώστε να αποκτήσει την απαραίτητη για την ψυχική υγεία ηρεμία και γαλήνη.

Στην Καινή Διαθήκη, όπου η έννοια της αγάπης έχει την κυρίαρχη θέση, η συγγνώμη απευθύνεται και παρέχεται ως αγάπη προς τον Θεό και προς τον συνάνθρωπο και είναι μια δύναμη που εκφράζεται από ολόκληρη την ανθρώπινη ύπαρξη.

Η συγγνώμη που προσφέρεται χωρίς όρους (άνευ όρων) ως δώρο στον άδικο και κακό, είναι μια διαδικασία στην οποία, εφόσον μετέχει ολόκληρος ο άνθρωπος, είναι αναμενόμενο να εκφράζεται με μια ποικιλία λέξεων που να  περιγράφουν αυτή τη σχέση, όπως: άφεση, χάρη, μακροθυμία, ανοχή.

Αιώνιο πρότυπο συγχωρητικότητας έχει τέλος αφήσει στην ανθρωπότητα ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος πάνω από το σταυρό του μαρτυρίου του συγχώρησε τους σταυρωτές του.

Η συγγνώμη αποτέλεσε κεντρικό σημείο αναφοράς της ορθόδοξης παράδοσης, της ζωής και της διδασκαλίας των Πατέρων και των Αγίων της Εκκλησίας.

Πρόσφατες μελέτες στο χώρο της ψυχολογίας έχουν δείξει ότι η συγχωρητικότητα αποτελεί μια βασική εσωτερική διεργασία αποκατάστασης διαταραγμένων σχέσεων και προσωπικών οδυνηρών εμπειριών τόσο από την πλευρά αυτού που συγχωρεί όσο και εκείνου που συγχωρείται. Σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ο εγωισμός είναι η πηγή όλων των παθών, η αγάπη αποτελεί τη θεραπεία όλων των παθών. Ο Άγιος Εφραίμ ο Σύρος αξιολογεί τη μνησικακία ως κάτι χειρότερο και από αυτό το κακό που την προκάλεσε.

Όπως παρατηρεί ο φιλόσοφος συγγραφέας Στέλιος Ράμφος (1994) η συγχώρηση είναι η πνευματική άνοιξη του ανθρώπου, η δυνατότητά του να δεξιωθεί τον άλλο, όχι να τον αθωώσει. Η συγχώρηση αφορά πρώτον απ' όλους αυτόν που συγχωρεί. Τον εαυτό του αθωώνει, όχι τον άλλο. Ριζικότερη μορφή κοινωνίας από τη συγχώρηση δεν υπάρχει.

Επίλογος  

Η συγχωρητικότητα ως έννοια είναι γνωστή από την αρχαιότητα, ενώ ως προσωπικό βίωμα και ως ρυθμιστικός παράγοντας των ανθρώπινων σχέσεων αποτελεί κεντρική διδασκαλία της Αγίας Γραφής και της Ορθόδοξης Παράδοσης. Η συγγνώμη ως έννοια, αλλά κυρίως ως ψυχολογική διεργασία, έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των ερευνητών σήμερα σε χώρους όπως η οικογένεια, το σχολείο, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η ψυχιατρική και η συμβουλευτική. Η ιδιαίτερη προσφορά αυτού του βιβλίου είναι να δοθεί αφορμή με την έκδοσή του ώστε να αρχίσει και στη χώρα μας η σχετική με τη συγγνώμη έρευνα.

 

 Υποσημείωση:

Κατά τη γνώμη μου, η συγχωρητικότητα είναι μια θετική ιδιότητα και πρακτική συμπεριφοράς του ανθρώπου που αδικείται από κάποιον άλλο και παρόλα αυτά μπορεί να τον συγχωρεί. Συγγνώμη είναι μια αμοιβαία διαδικασία ενσυναίσθησης μεταξύ θύματος και θύτη και -κατά κάποιο τρόπο- το αποτέλεσμα της συγχωρητικότητας όπου ο πρώτος συγχωρεί την κακή πρόθεση του άλλου και ο δεύτερος κατανοεί το μέγεθος της αγάπης του πρώτου και δέχεται τη συγγνώμη του, ενώ, ταυτόχρονα διαπιστώνει πως ακόμα και μετά τη διάπραξη μιας κακής πράξης υπάρχει πάντα δρόμος επιστροφής στον εξανθρωπισμό.

Γ.Χ.

 

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2023

Εδώ το όνειρο κι εκεί το θαύμα


 
Ό Λιούις Κάρολ πέτυχε αυτό που κανένας άλλος δεν μπόρεσε ποτέ, δηλαδή, να αναπλάσει τον κόσμο της παιδικής ηλικίας . Η Αλίκη δεν είναι παιδικό βιβλίο' είναι το μοναδικό βιβλίο με το οποίο ξαναγινόμαστε παιδιά.
Βιρτζίνια Γουλφ  (λόγια από το οπισθόφυλλο του βιβλίου) 

Σκόρπιες σκέψεις και αυθαίρετες συνδέσεις

Ας πούμε πως θα ήθελα πολύ να μπορούσα να συμμετάσχω στον κόσμο αυτού του παραμυθιού ή σε ένα ανανεωμένο αντίγραφό του. Θα ασχοληθούμε και με τους δύο εαυτούς της Αλίκης, όπως γράφει ο Κάρολ. Δυστυχώς, επειδή έχω μεγαλώσει περισσότερο απ' όσο θα έπρεπε για να έχω διατηρήσει τον απαιτούμενο, για τον ρόλο, βαθμό παιδικότητας, θα περιοριστώ να καταθέσω τη γνώμη μου σχετικά με τον μύθο της ιστορίας ' ή, μάλλον, θα ήταν προτιμότερο να πω, με την ιστορία του μύθου.

Θεωρώ αυτό το παραμύθι ως "οδηγό μελέτης" για κοινωνικά απροσάρμοστους ενήλικες (γονείς, δασκάλους), μια άσκηση αυστηρής αλλά απόλυτα βάσιμης κριτικής, για την πολιτική και οικονομική εξουσία και μια ονειρική περιπλάνηση που δείχνει αυτοσχέδια, μα είναι  πολύ προσεκτικά δομημένη. Στο τέλος της -όπως, άλλωστε, συνηθίζεται σε όλα τα έγκυρα ψυχοκοινωνικά τεστ- δίνει τις απαντήσεις, αλλά σε ερωτήματα που δεν έχουν τεθεί, απλά "συμβαίνουν" γιατί είναι "φυσικό" και "αυθόρμητο" να γίνονται. 

Η Αλίκη είχε βαρεθεί να κάθεται δίπλα στην αδελφή της -ένα θύμα της τυπικής εκπαίδευσης- στην όχθη του ποταμιού που κυλούσε αργά και μονότονα. Έριξε μια κλεφτή ματιά στο βιβλίο που κρατούσε, αλλά δεν παρατήρησε ούτε εικόνες ούτε διάλογο. Τι νόημα έχει, σκέφτηκε, να κοιτάζει κάποιος ένα τέτοιο βιβλίο. Τι ενδιαφέρον θα έβρισκε σε αυτό; Πολλές φορές ακούγεται ότι αρχικά οι εικόνες και στη συνέχεια οι διάλογοι βοηθούν στην ανάπτυξη της φαντασίας του παιδιού και τέλος τα αμιγή κείμενα -με την προσθήκη της εμπειρίας, βέβαια, αναπτύσσουν τη μνήμη και την κριτική σκέψη.

Εκείνη τη στιγμή συνέβη κάτι αναπάντεχο: ένας λευκός λαγός με κόκκινα μάτια πέρασε μπροστά της ' κοντοστάθηκε, έβγαλε από την τσέπη του ένα ρολόι και μονολόγησε:   Πώ, πω, πόσο άργησα, αν δεν προλάβω θα με τιμωρήσει η βασίλισσα! και άρχισε να τρέχει . Αυτή ήταν η ευκαιρία που ζητούσε η Αλίκη για να διώξει τη βαρεμάρα ' αποφάσισε να ακολουθήσει το λαγό!

Η Αλίκη κατέβηκε από μια σήραγγα σε έναν σπηλαιώδη χώρο στον δρόμο για κέντρο της γης, σε μια αναζήτηση της τοποθέτησης του εσωτερικού της εαυτού μέσα στο "σώμα" της γης. Από αυτή την άποψη το παραμύθι είναι το αντίστροφο του "Μικρού πρίγκιπα" που ήρθε από άλλο πλανήτη και κοίταζε διαρκώς τον ουρανό και τ' αστέρια.  Ο φυσικός χώρος που βλέπει δεν διαφέρει σε τίποτα από τη ζωή που παρατηρείται στην επιφάνεια της γης. Υπήρχε για παράδειγμα το δάσος, η λίμνη που σχηματίστηκε από τα δάκρυά της Αλίκης, τα ζώα, το σκουλήκι, δέντρα, φυτά, το μανιτάρι  που δεν ήταν δηλητηριώδες, αλλά δημιουργούσε την απίθανη παρενέργεια να αυξάνει  ή να μειώνει το ύψος της Αλίκης ανάλογα με τον χώρο που επρόκειτο να μπει κάθε φορά. Να το πούμε διπλωματία, να το πούμε κοινωνική προσαρμοστικότητα, να το πούμε οδικό χάρτη για την εισαγωγή στον Παράδεισο, στην πύλη του οποίου, επειδή είναι μικρή, σύμφωνα με την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, για να "εισέλθει" κάποιος πρέπει να σκύψει ή να είναι παιδί;  

Η Αλίκη μετά τον λαγό, συνάντησε τον γύπα, την χελώνα, τον γάτο, αλλά πολύ πριν να συμβούν όλα αυτά φαίνεται πως ο συγγραφέας είχε συναντήσει τον Αίσωπο (ο λαγός και η χελώνα) και είχε προφητεύσει τον ρόλο της γάτας ως του τελευταίου ζώου που προσήλθε στη συνέλευση στο έργο του Τζώρτζ Όργουελ: "Η επανάσταση των ζώων". Η βασίλισσα -το πιο ισχυρό και γι αυτό καίριο πιόνι για την διαδικασία του παιχνιδιού του σκακιού- ήταν μια "στρίγγλα" που δεν έγινε αρνάκι αλλά ήταν συνεπής προς την σαδιστική της προσωπικότητα. Ο βασιλιάς, η βασίλισσα και τα άλλα ευγενή -ή αν προτιμάτε υψηλά πρόσωπα της ιστορίας δεν ήταν παρά τραπουλόχαρτα με δύο όψεις και όχι τρισδιάστατα πρόσωπα όπως οι άνθρωποι, τα ζώα, και ο φυσικός κόσμος γενικά. Πλήρης αποδόμηση και απαξίωση της μοναρχίας, ως συστήματος πολιτικής διακυβέρνησης.

Πιστεύω πως το παραμύθι αυτό αποτελεί εισαγωγή των παιδιών στον κόσμο των μεγάλων. Καταφέρνει να λειτουργήσει ως σύνοψη ενός πολύ μεγαλύτερου παραμυθιού, αν είχε o Κάρολ την πρόθεση ή τη διάθεση να το αναπτύξει σε όλη του την έκταση. Είναι επίσης ένα είδος "οδηγού μελέτης".  Δεν απευθύνεται  στα παιδιά που έτσι κι αλλιώς διαθέτουν απεριόριστη φαντασία, αλλά στους ενήλικες που την  έχουν χάσει από καιρό στην εκπαιδευτική και επαγγελματική τους πορεία μέσα στον κόσμο της πολιτικής εξουσίας με τη διάθεση της αναζήτησης οικονομικής ισχύος και της κοινωνικής καταξίωσης. Ο μύθος της ιστορίας αυτής "αποτρέπει" τους μεγάλους από το να εμποδίσουν την ανάπτυξη της παιδικής φαντασίας ή πάντως, λειτουργεί ως "παράδειγμα" και ως ένα είδος "έρευνας εργασίας" στον χώρο της παιδικής πνευματικής δημιουργικότητας. Ο συγγραφέας προτείνει τη θετική πλευρά μιας δημιουργικής εκπαίδευσης και δεν μπαίνει στον κόπο να ακολουθήσει την "πεπατημένη" οδό του τι κακό θα συμβεί αν δεν κάνουμε το σωστό για την ανάπτυξη των παιδιών. Δεν τονίζει, δηλαδή, πως οι μεγάλοι καταλήγουν να μειώσουν την παιδική διανοητική εξέλιξη  με την αυταρχική εκπαίδευση που ασκούν οι δεσποτικοί ενήλικες γονείς ή τα ακριβά, αυστηρά σχολεία. Αντιλαμβάνεται τη φαντασία ως ελευθερία εφαρμοσμένη στην πράξη!

Ένα δέντρο στον μύθο αυτό, είχε μια πόρτα που κάποιοι άνθρωποι κατασκεύασαν και οδηγούσε σε έναν άλλο κόσμο, όπως το δέντρο που μεγάλωσε στο Μπρούκλιν (Μπέτυ Σμιθ).  Έτσι ακριβώς χρειάζεται να φερόμαστε όλοι προστατεύοντας κάθε ζωντανό οργανισμό, αναπτύσσοντας με τον τρόπο αυτό την οικολογική μας συνείδηση.

Ο λαγός, ένα σύμβολο ταχύτητας, ευκινησίας  αλλά και φόβου (έγινε ... λαγός, η καρδιά του χτυπάει σαν του λαγού κ.ά.) που προτείνει τη φυγή ως μέθοδο αποφυγής του κινδύνου ' "δέκα λογιών οι παλικαριές ' οι εννιά να δραπετεύεις" (Δ. Σαββόπουλος).  

Ο ρόλος του χρόνου στον μύθο σημειώνεται επίσης με απλότητα, φυσικότητα και χάρη. Ο λαγός έβγαλε από την τσέπη του ρούχου του ένα ρολόι γιατί είναι απόλυτα φυσικό να θεωρεί τον εαυτό του ισότιμο -αν όχι ανώτερο- με τους ανθρώπους που ντύνονται και μετρούν τον χρόνο. Η "σκουληκίνα" (κάμπια κατά τον μεταφραστή Μ.Κ.) κάπνιζε μακαρίως ναργιλέ γιατί δεν υπάρχουν για τα ζώα και τα έντομα κακές συνήθειες, αλλά μόνο ατομικές επιλογές που δεν χαρακτηρίζονται ' απλά συμβαίνουν.

Η δικαστική εξουσία γελοιοποιείται απροκάλυπτα ' η δίκη όπου παρίσταται η Αλίκη, πέρα από τη σκέψη πως θυμίζει τη "Δίκη" του Κάφκα, θα μπορούσε να θεωρηθεί, κατά τη γνώμη μου, και προεισαγωγή στο θέατρο του παραλόγου: από τον  "Ρινόκερο" ή τη "Φαλακρή τραγουδίστρια"και τις "Ευτυχισμένες μέρες" του Μπέκετ, μέχρι και το έργο του Βασίλη Ζιώγα, στην εποχή μας. 
Η μουσική, όπως και ο κινηματογράφος, η τέχνη των κόμιξ ή των κινουμένων σχεδίων, έχουν επίσης δανειστεί έμπνευση από τις περιπέτειες της Αλίκης και μάλιστα το παλιό, πασίγνωστό ροκ συγκρότημα, οι Jefferson Airplane - στον δίσκο τους: White Rabbit, προτείνουν την ανανέωση της παιδικότητας των ενηλίκων στο όνομα της επαναφοράς της ανθρώπινης αθωότητας στην κατάσταση που βρισκόταν πριν από την διάπραξη του προπατορικού αμαρτήματος.

Όπως όλα τα ρεαλιστικά παραμύθια, έτσι και αυτό των περιπετειών της Αλίκης δεν έχει ούτε ευτυχισμένο ούτε δυστυχές τέλος ' ακολουθεί την πραγματική ζωή και δεν έχει σκοπό να "διδάξει", να "νουθετήσει" και να "δείξει" αλλά μόνο να "παραστήσει" ανεμπόδιστα τι θα μπορούσε να συμβεί σ' εμάς τους ενήλικες αν δεν είχαμε απολέσει την ικανότητα να φανταζόμαστε ελεύθερα. Δεν είναι περίεργη σύμπτωση, επομένως, να γυρίζονται σήμερα κωμικοτραγικές ταινίες όπως: "Μεγέθυνα το παιδί", "Συρρίκνωσα τα παιδιά", όπου ο γονέας-εφευρέτης συμπτωματικά οδηγείται από ένα πείραμα που "ξέφυγε" στο να μεταρέψει τα παιδιά του σε γίγεντες ή σε μικροσκοπικά πλάσματα  που είναι αδύνατο να παρατηρηθούν με γυμνό μάτι και αδύνατο να κατανοηθεί το πραγματικό τους μέγεθος από τον κοινό του νου. .

Υποσημείωση:

Έχει ενδιαφέρον το άρθρο "Ποιά είναι τελικά η Αλίκη" γιατί εξηγεί, νομίζω, πως τα κίνητρα ενός δημιουργού μπορεί να είναι μερικές φορές κατώτερα από ένα συγκεκριμένο έργο του, όπως, για παράδειγμα, το παραμύθι της Αλίκης.

Βιβλιογραφία

Lewis Carroll, Οι περιπέτειες  της Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων, μετάφραση Μένης Κουμανταρέας, Εκδ. Ερμείας (χ.χ.) [1991], σ.σ. 160.

Lewis Carroll, Alice's Adventures in Wonderland, Release Date: May 19, 2009 [EBook #28885], 

Robert Douglas-Fairhurst,  The Story of AliceLewis Carroll and the Secret History of Wonderland, Harvill Secker, 2015, σ.σ. 496.

Κατερίνα ΔαφέρμουΠοια είναι τελικά η Αλίκη; The Books' JournalΠέμπτη, 18 Ιουνίου 2015, 
πηγή

Jefferson Airplane-White Rabbit, πηγή: https://www.youtube.com/watch?v=lMyAxotm7I8
Jefferson Airplane - White Rabbit, πηγή: https://www.youtube.com/watch?v=OegvynJ1plk

Γιώργος Χατζηαποστόλου


Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

Ανάμεσα σε ψυχολογία και κοινωνιολογία

(φωτο: Sfandul Augustin)

Jean Maisonneuve: Εισαγωγή στην Ψυχο-Κοινωνιολογία - (μια ανάγνωση)

Στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου επισημαίνεται ότι σκοπός αυτού του συγγράμματος είναι να μειώσει την απόσταση ανάμεσα στα εισαγωγικά και στα πλέον προχωρημένα κείμενα, χωρίς να κατορθώνει να επιτύχει καμιά "θεωρητική ή μεθοδολογική διάκριση μεταξύ κοινωνικής ψυχολογίας και ψυχοκοινωνιολογίας" (σ. 13).
Το κείμενο του βιβλίου δομείται σε τρία μέρη: 1) τον ορισμό της έννοιας και της θέσης της ψυχοκοινωνιολογίας ανάμεσα στις γειτονικές της επιστήμες, 2) την ανάλυση των κύριων εννοιών και των διεργασιών που αφορούν τη σχέση του "Εγώ και του άλλου, τις ομαδικές διεργασίες, την κοινωνική σκέψη και τις κοινωνικές πρακτικές και 3) "μερικές προβληματικές, κοινές στις επιστήμες του ανθρώπου - των οποίων η κοινωνική ψυχολογία αποτελεί ένα σταυροδρόμι (σ. 14).

Ανιχνεύοντας τις ιστορικές καταβολές της ψυχοκοινωνιολογίας, από τη σωκρατική εποχή, δηλαδή τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, και περνώντας από το Χομπς, ως τον Μιλλ και τον Μαρξ.  Ο Μαρξ απέδωσε στον Φόυερμπαχ τη μομφή πως θεωρούσε τον άνθρωπο ως ένα απομονωμένο και αφηρημένο άτομο, ενώ αυτό ανήκε σε μια δεδομένη μορφή κοινωνίας. Έτσι, μέσα από τον διαλογισμό και την παρατήρηση των κοινωνικών προβλημάτων, φτάσαμε στη οξεία διένεξη μεταξύ του August Comte στα Μαθήματα θετικής κοινωνιολογίας και του G. Tarde σχετικά με την άρνηση ή την ισχύ κάθε επιστημονικότητας στην ψυχολογία, που συνεχίζεται έως τις ημέρες μας. Ανάμεσα σε αυτά τα αντιφατικά ρεύματα εμφανίζεται στις Ενωμένες Πολιτείες η σκέψη πρωτοπόρων φιλοσόφων και παιδαγωγών μιας γενετικής ψυχοκοινωνιολογίας, όπως οι I. M. Baldwin, J. Dewey και κυρίως G. H. Mead. (σ.σ. 17-18, 26, 28) Στα μέσα του 20ού αιώνα (1950) στις Ενωμένες Πολιτείες δημοσιεύονται από τους Sherif και Newcomb τα αποτελέσματα ενός συνεδρίου με τίτλο: Social Psychology at the crossroad, όπου σημειώνεται πως οι δύο αντιθετικές προσπάθειες αναγωγισμού είναι ανάγκη να αντικατασταθούν από δύο πεδία έρευνας:

- "το πεδίο των προϊόντων της κοινωνικής ζωής και

- το πεδίο των ατόμων - υποκειμένων και αυτουργών της κοινωνικής ζωής". (σ. 30)

Ξεκινώντας από την ίδια την ονομασία  κοινωνική ψυχολογία, διαπιστώνουμε ότι η ψυχοκοινωνιολογία εντοπίζεται στην περιοχή γύρω από το όριο ανάμεσα στην ψυχολογία και την κοινωνιολογία. (σ. 18)

Οι μεμονωμένες μελέτες που αφορούν είτε κοινωνικά είτε ψυχολογικά φαινόμενα μπορούν να ερμηνεύσουν έως ένα όριο τις αντίστοιχες συμπεριφορές. Έτσι, για παράδειγμα, μπορούμε να αναφέρουμε τέσσερις περιπτώσεις:

1. Το κοινωνικό φαινόμενο των εγκλημάτων και των αυτοκτονιών, όπου ο Ντυρκέιμ ανακάλυψε και ψυχολογικούς μηχανισμούς που διαμορφώνουν το φαινόμενο.

2. Μπορούμε να μετρήσουμε τους βαθμούς αντίληψης, συναισθηματικότητας μνήμης και άλλες ψυχολογικές λειτουργίες της καθημερινής ζωής, συνυπολογίζοντας όμως απαραιτήτως την επίδραση των κοινωνικών πλαισίων και μοντέλων. (σ. 20)

3. Οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους καθορίζονται πέρα από τη σχέση μεταξύ των υποκειμένων και από την επίδραση κοινωνικών δομών, εθίμων ή συλλογικών προτύπων που διαμορφώνουν εξάρτηση και ανταγωνισμό ανάμεσα στα πρόσωπα. Επομένως, ο ιδιαίτερος τομέας της ψυχοκοινωνιολογίας χαρακτηρίζεται από την αλληλεπίδραση:

α) ψυχολογικών και κοινωνικών διεργασιών που αφορούν συγκεκριμένες συμπεριφορές, β) προσώπων και ομάδων στον χώρο της καθημερινής ζωής και γ) αντικειμενικής και υποκειμενικής (βιωμένης) προσέγγισης του νοήματος όπως το αντιλαμβάνονται τα δρώντα αντικείμενα. (σ.σ. 21-22) 

4.  Οι όροι κοινωνική ψυχολογία και ψυχοκοινωνιολογία χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν από τη μία τη θεμελιώδη έρευνα και από την άλλη τις κοινωνικές πρακτικές παρέμβασης στις ανθρώπινες σχέσεις. Κάτι τέτοιο δεν σκοπεύει αναγκαστικά να καταστήσει την ψυχοκοινωνιολογία είτε "μια ψυχολογία για κοινωνιολόγο είτε μια κοινωνιολογία για ψυχολόγο. (σ.σ. 23-24)

Οι διαρκείς αντιπαραθέσεις μεταξύ των φιλοσόφων, των κοινωνιολόγων και των ψυχολόγων καταλήγουν σε ορισμένα συμπεράσματα.

1. Στην ψυχοκοινωνιολογία διακρίνονται "πολλά επίπεδα ανάλυσης (προσέγγισης) των κοινωνικών συμπεριφορών, όπως:

- της ατομικής κοινωνικής συμπεριφοράς '

- των διαπροσωπικών σχέσεων '

των ομαδικών συμπεριφορών και των συλλογικών διεργασιών." (σ. 31)

2. Προκύπτει ότι παρά τη βαρύτητα των κοινωνικοπολιτισμικών παραγόντων η ψυχοκοινωνιολογία είναι ψυχολογία και "ο ψυχισμός πάντα παρεμβάλλεται ως ενδιάμεση μεταβλητή ανάμεσα στους αντικειμενικούς προσδιορισμούς και τη συμπεριφορά των υποκειμένων. (σ. 31)

3. "Η ψυχοκοινωνιολογία προσφέρει μια τριαδική ανάγνωση των γεγονότων και των σχέσεων του τύπου:

Το αντικείμενο μπορεί να είναι φυσικό ή κοινωνικό, αληθινό ή φανταστικό" (σ. 32)

Η ψυχοκοινωνιολογία (κοινωνική ψυχολογία) διατηρεί σχέσεις τόσο με τον ευρύτερο κλάδο της κοινωνιολογία (την εθνολογία) όσο και "με τις δύο ψυχολογικές προσεγγίσεις που είναι η ψυχανάλυση και η φαινομενολογία" (σ. 33)

Η ψυχοκοινωνιολογία έχει σχέσεις με την εθνολογία, την ψυχανάλυση την φαινομενολογία ενώ χαρακτηρίζεται από ορισμένες κοινωνικές πρακτικές και παρέμβαση.

Η εθνολογία προσφέρει στην ψυχοκοινωνιολογία τεκμήρια και δεδομένα, ενώ η ψυχοκοινωνιολογία της προτείνει λειτουργικές έννοιες και ολοένα και αυστηρότερες μεθόδους τόσο κλινικής όσο και πειραματικής διερεύνησης.

Η Εθνολογική πληροφορία έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή προοπτικής στην ψυχολογία. Στη συγκριτική διαπολιτισμική μέθοδο, σε αντίθεση με τον σταθερό κοινωνικό κανόνα που αφορά μια μόνο κοινωνία, κρατάμε σταθερές τις ατομικές παραλλαγές, αλλά μεταβάλλουμε τους κοινωνικούς κανόνες, ενώ οι παραλλαγές δεν θεωρούνται πλέον παρεκκλήσεις και μέχρι και οι ακραίες περιπτώσεις παραμένουν σταθερές. (σ. 34)

Η ψυχοκοινωνιολογία μπορεί να επηρεαστεί από ένα είδος πολιτισμικής ή ομαδικής ψυχανάλυσης, όπου η ταύτιση με κάποιο κοινωνικό πρότυπο και οι κοινωνικές δομές γενικά, απλώς θεωρούνται προβολή επιθυμιών και αμυνών. Η ψυχανάλυση που ξεκίνησε με τον Φρόυντ ως μια νατουραλιστική αντίληψη των ενστίκτων του εγώ τείνει να καταστεί μια «διαψυχολογία» ή μια «διαπροσωπολογία» κατά τον D. Lagache, δηλαδή μια προβληματική των σχέσεων του ανθρώπινου υποκειμένου με τους άλλους και τον εαυτό του. (σ. 36)

Η ψυχοκοινωνιολογία μπορεί να καθοριστεί πέρα από τους κοινωνικούς της καθορισμούς και τα ψυχολογικά της ελατήρια και από την φαινομενολογία της, δηλαδή, από τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται στον παρατηρητή. Η φαινομενολογική προσέγγιση διαχωρίζεται τόσο από τον φιλοσοφικό υποκειμενισμό όσο και από τον επιστημονικό αντικειμενισμό. Ως προς τον πρώτο, αρνείται ότι το βίωμα των συναισθημάτων προσφέρεται άμεσα και διαισθητικά στη συνείδηση. Ως προς τον δεύτερο, η φαινομενολογία αρνείται ότι μπορεί να εξαντλήσει το σύνολο των συμπεριφορών και κυρίως ότι μπορεί να επιτρέψει την πρόσβαση σε ότι αυθεντικό υπάρχει σε αυτές. Μέχρι τώρα δεν έχει καθοριστεί αν και σε ποιό βαθμό μπορούν να συνδυαστούν οι οπτικές της επιστημονικής διερεύνησης και της φαινομενολογίας. (σ.σ. 38-39)

Η ψυχοκοινωνιολογία έδειξε αυξημένο ενδιαφέρον και για τις ομάδες, τις οργανώσεις, τα κοινωνικά κινήματα, όπου εδράζονται τυπικοί και άτυποι κανόνες και κοινωνικές πρακτικές, όπου συνυπάρχουν το τετριμμένο και το φαντασιακό και υπάρχει ανάγκη να αντιμετωπιστούν μερικά προβλήματα σχέσεων ή/και εξέλιξης των δομών. Ο όρος «παρέμβαση» περιλαμβάνει πολλές, συχνά, καινοτόμες διαδικασίες, που μπορεί να κυμαίνονται από την απλή εμψύχωση ομάδων εργασίας έως τη σύλληψη προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, ή ακόμη και τη γνωμοδότηση όταν χρειάζεται κάποια αλλαγή. (σ. 40)

Σε ότι αφορά το νόημα και τον τρόπο της παρέμβασης, ο ψυχοκοινωνιολόγος όπως ο οικονομολόγος ή ο υπεύθυνος σχεδιασμού, μπορεί να «τοποθετηθεί», να θελήσει να ικανοποιήσει ένα αίτημα της διεύθυνσης ή των συνδικάτων, ακόμη και να ακολουθήσει ένα ρεύμα γνώμης ' κάτι που δικαιούται να κάνει με όποιο τρόπο θέλει. Σύμφωνα με αυτή την επιλογή μπορούμε να διακρίνουμε τρεις τάσεις που θα ονομάσουμε: ορθοπεδική, δημιουργική και μαιευτική.

Η τάση ορθοπεδικού τύπου κυριαρχείται από θέληση προσαρμοστική και επανορθωτική. Πριμοδοτεί τον κοινωνικό έλεγχο και τον αυτο-έλεγχο, ενώ, σε άλλες περιπτώσεις, που η αλλαγή επιβάλλεται εξωτερικά, επιδιώκει να  ενδυναμώσει τις πιέσεις ή να μειώσει τις αντιστάσεις.

Η δημιουργική τάση είναι φιλόδοξη και περιπετειώδης. Προτιμά να εκδηλώνεται σε περιόδους ανισορροπίας, πριμοδοτεί το συναίσθημα και όλα όσα αντιτίθενται στις καθεστηκυία τάξη και στις τεχνικές δομές, τονίζοντας τον αυθορμητισμό και τις κριτικές ή δημιουργικές μεθόδους, όπου περιλαμβάνονται ο αυτοσχεδιασμός και η έμπνευση, χωρίς, όμως, να αποκλείεται κάθε μορφή στρατηγικής.

Τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά για την τάση που ονομάσαμε, δοκιμαστικά, μαιευτική. Γι' αυτήν η παρέμβαση περιλαμβάνει την διευκόλυνση της υπερ-ρύθμισης ή την ανάπτυξη των προσώπων και των ομάδων που ενδιαφέρονται να αντιμετωπίσουν εντάσεις, διλήμματα και άλλες συγκρούσεις ανάμεσα σε επιθυμίες και άμυνες, από τη μια πλευρά και των πιθανών επιλύσεών τους, από την άλλη. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, ο ψυχοκοινωνιολόγος, ο θεραπευτής ή ο κοινωνικός λειτουργός, ως φορέας παρέμβασης, αντιλαμβάνεται τον εαυτό τους περισσότερο ως κλινικό ψυχολόγο ή σύμβουλο και λιγότερο ως καθαυτό τεχνικό. Επειδή, παράλληλα, είναι δύσπιστος με κάθε συστηματική προσέγγιση, αλλά και με την εγκυρότητα της έμπνευσης, προτιμάει να προσαρμόσει τις ενέργειές του στην ιδιαιτερότητα των περιπτώσεων, αλλά και των πιθανών τρόπων εξέλιξής τους. (σ.σ. 340-342)

Πριν ασχοληθούμε με την ψυχοκοινωνιολογία καθαυτή, καλό θα ήταν να αναφέρουμε τα προβλήματα που μοιράζεται με παραπλήσιες επιστήμες και αυτά αφορούν τις αντιστάσεις του κοινού νου και τη συχνή χαλαρότητα των εννοιών. (σ.σ. 41, 45)

Πηγή: Jean Maisonneuve, Εισαγωγή στην ψυχοκοινωνιολογία, μτφρ. Νικόλας Χρηστάκης, Εκδ. Γιώργος Δαρδανός 2001, σ.σ. 364.

(η ανάγνωση συνεχίζεται) 


Γιώργος Χατζηαποστόλου