Εύχομαι ο νέος χρόνος να βρει ζωντανούς όλους τους μετανάστες, επιβάτες, που φθάνουν με βάρκες στα ακριτικά νησιά μας από τα παράλια της Τουρκίας.
Εύχομαι να στεγαστούν σε καθαρά και στεγνά σπίτια οι πλημμυροπαθείς της Μάνδρας, της Αιτωλοακαρνανίας και όποιου άλλου χώρου υποφέρει από την υπερχείλιση των ρεμάτων.
Εύχομαι να φορούν παπούτσια όλα τα φτωχά παιδάκια του κόσμου και να δυσκολεύονται να εμπνέονται όλοι οι καλλιτέχνες του κόσμου από πλαστικές μπότες και αδιάβροχα υποδήματα.
Υπόγεια φιλολογικά σαλόνια, οι μπουάτ, με τον λόγο των ποιητών να ηχεί μελοποιημένος από νέους συνθέτες, και να εκφέρεται αβίαστος από καλλιτέχνες χωρίς έπαρση, ύφος και σοβαροφάνεια που γίνονται μια παρέα με όσους θεατές μπορούσε να φιλοξενήσει ο περιορισμένος χώρος. Στις μπουάτ δεν υπήρχε σκηνή, μικρόφωνα, ορχήστρα (μόνο κιθάρα ή πιάνο και η φωνή του τραγουδιστή), ούτε καθίσματα ή τραπεζάκια (μόνο πάγκοι και φλοκάτες ή βελέντζες) και ο κόσμος καθόταν κατάχαμα. Οι θεατές "άκουγαν" ' δεν έτρωγαν, δεν συζητούσαν μεταξύ τους μεγαλόφωνα, δεν έπιναν μέχρι αναισθησίας, δεν πετούσαν λουλούδια. Οι τραγουδιστές και οι τραγουδίστριες ντύνονταν με τα καθημερινά τους ρούχα (ούτε ακριβά κοστούμια, ούτε πανάκριβες τουαλέτες). Το κοινό αποτελούσαν φοιτητές, εκπαιδευτικοί, καλλιτέχνες, μουσικόφιλοι. Η συμμετοχή του κόσμου στις μουσικές παραστάσεις ήταν πράξη κρυφή, 'συνωμοτική' και όχι πράξη επίδειξης αστικού νεοπλουτισμού. Μεταξύ 1960-1967 οι μπουάτ λειτούργησαν ως χώροι πραγματικής ψυχαγωγίας και κατά τη διάρκεια της Επταετίας ως εστίες κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης στη Χούντα, όχι φτηνής και πρόσκαιρης εκτόνωσης όπως τα σημερινά κέντρα διασκέδασης.
Επειδή η καθημερινή φθορά αξιών αλλάζει τον κόσμο, ορισμένοι φαίνεται να πείθονται πως ο κόσμος εξελίσσεται.
Εδώ και αρκετό καιρό, έχω συνειδητοποιήσει πως όποτε διαισθάνομαι ότι καταφέρνω να φανταστώ έναν όμορφο κόσμο, σταματώ να ονειρεύομαι. Αδυνατώ να δώσω μια πειστική εξήγηση γιατί -εδώ και χρόνια- ονειρεύομαι διαρκώς.
Στην αρχαιότητα τα πρόσωπα καλούνταν με το μικρό τους όνομα, καθώς ο πληθυσμός των χωριών ήταν περιορισμένος και σχεδόν όλοι ήσαν λίγο έως πολύ γνωστοί. Αργότερα, με την ανάπτυξη των πόλεων, πρόσθεσαν το όνομα του πατέρα να συνοδεύει το όνομά τους για να ταυτοποιούνται ευκολότερα. Οι σπουδαίοι φιλόσοφοι, επιστήμονες ή καλλιτέχνες, συνόδευαν το όνομα με τον τόπο καταγωγής τους τιμώντας ταυτόχρονα και τη γενέτειρα γη (ο Αθηναίος, ο Κορίνθιος, ο Σάμιος κτλ.) Κατά την περίοδο του Βυζαντίου, οι αυτοκράτορες κρατούσαν αρκετές φορές το ίδιο όνομα ακολουθώντας την παράδοση των βασιλικών οικογενειών και των δυναστειών. Ο Α', ο Β', ο Γ', ο Δ' κτλ.
Στην εποχή μας είχαμε -και έχουμε ακόμη, σε κάποιες περιπτώσεις- τον Μάνο, τον Μίκη, τον Ανδρέα, τη Μελίνα, τον Θόδωρο, τη Δήμητρα ' για να εκπέσουμε τα τελευταία χρόνια στον Κώστα, στον Γιώργο, τον Αντώνη και στο μέλλον, ίσως, τον Κούλη! Αλλά, αν η πολιτική βαίνει διαρκώς όλο και χαμηλότερα, η παιδεία και η τέχνη αντιστέκονται ακόμα στην συνολική πολιτισμική υποβάθμιση του τόπου.
Η στιγμή που τα πρόσωπα αναγνωρίζονται με το όνομά τους -από τον ανοιχτόμυαλο εκπαιδευτικό- είναι η αφετηρία της ύπαρξής τους στον χώρο της παιδείας. Αν αποδίδεται απλόχερα από τον δάσκαλο η ανεξαρτησία και η αυτονομία τους ως ελεύθερα όντα, έχει γίνει το πρώτο και το κύριο βήμα για να ανοίξουν τα φτερά τους στη ζωή. Η ευθύνη να πετύχουν είναι δική τους, αλλά δε βαραίνει τις πλάτες τους ' τα παρασύρει σαν δροσερός αέρας και τα απογειώνει από τα στάσιμα, λιμνάζοντα νερά μέχρι να ξύσουν τις χιονισμένες κορφές της γνώσης και να κατρακυλήσουν αργά-αργά σαν πελώρια χιονοστιβάδα στους ερημοποιημένους κάμπους, τους κατάσπαρτους με οικιακές και εργασιακές δομές, παρασύροντας αδιέξοδες και ανάπηρες κοινωνικές πρακτικές στη θάλασσα για να αλατιστούν και να νοστιμίσουν από το αλάτι της ζωής. Αν κάποιος δεν καταφέρει να γίνει ποιητής δεν υπάρχει λόγος να γίνει πεζογράφος ' η ζωή στην πόλη είναι πεζή αφ' εαυτού της και δεν χρειάζεται περίεργους, αυτάρεσκους ή φλύαρους ανθρώπους να την περιγράψουν, αλλά πρόσωπα ακέραια, να την αλλάξουν. Όποιος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να γράφει για τους άλλους, πάσει θυσία, μπορεί να γίνει δημοσιογράφος. Αν κάποιος δεν θέλει να γράψει καθόλου, μπορεί να αρχίσει να ζει.
Αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω με τις αισθήσεις μας, κυρίως με την όραση και την ακοή και λιγότερο με την όσφρηση, τη γεύση και την αφή. Με έναν θαυμαστό τρόπο και οι πέντε αισθήσεις μας ενεργοποιούνται με την πίστη μας στον Θεό και ιδιαίτερα στην Παναγία που είναι άνθρωπος (ο πιο δικός μας άνθρωπος). Η σύγχρονη λειτουργία όλων των αισθήσεών μας, μας προσθέτει και μια έκτη αίσθηση ' τη διαισθητική επικοινωνία με το υπερβατικό. Η Παναγία αγιοποιήθηκε, όχι για να αποστασιοποιηθεί από εμάς, αλλά για να μπορεί να μας βοηθάει πιο άμεσα και αποτελεσματικά από την πνευματική της θέση.
Πέρασε από πολλές δοκιμασίες η πορεία προς την πίστη, από την εποχή της Ρωμαιοκρατίας έως σήμερα. Χρειάστηκαν αγώνες, πάλη, αίμα, δάκρυα και ιδρώτας για να στερεωθεί η εμπιστοσύνη στους ιερούς κανόνες και στην καθαρότητα των αρχών και των πεποιθήσεων της ορθοδοξίας: αιρέσεις, 'αγιοποίηση' κάθε εικόνας, εικονολατρία, εικονομαχία, διωγμοί. Μα, και όταν ήρθε η μακρά περίοδος της ανεξιθρησκείας, της ανεμπόδιστης λατρείας των ιερών προσώπων, η εικονολατρία επανεμφανίστηκε με τη διάθεση πολλών ζωγράφων να αγιογραφήσουν προσπαθώντας να εισφέρουν 'πρόσθετη' αγιότητα στα έργα τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εικόνες όπου κυριαρχεί ο σχεδιασμός, η τεχνική, η τεχνοτροπία και απουσιάζει η ψυχή και η πίστη. Η μόνη χειροποίητη εικόνα της Παναγίας που πλησιάζει την πραγματική της μορφή, απ' όσο γνωρίζω, είναι η Ελευθερώτρια.
Η δυνατότητα ορισμένων -ελάχιστων- καλλιτεχνών να αγιογραφούν είναι θεϊκό χάρισμα που δεν το διαθέτουν οι πολλοί και δεν πρέπει να μπαίνουν στον πειρασμό να 'κακοποιούν' ιερά πρόσωπα εξωτερικεύοντας την ανάγκη να 'αποδείξουν' δημόσια, την πίστη τους. Ο Θεός διαβάζει ψυχές και διάνοιες, σαν ανοιχτό βιβλίο, δεν χρειάζεται ούτε βεβιασμένα 'αποδεικτικά στοιχεία' της πίστης μας ούτε τον οβολό μας. Τη βοήθειά μας χρειάζονται πραγματικά, άνθρωποι σε ανάγκη και μπορούμε αν θέλουμε να την προσφέρουμε ανώνυμα στο παγκάρι της εκκλησίας.
Το γεγονός πως η ίδια η Παναγία προσέφερε την εικόνα της πραγματικής όψης της, δείχνει το μέγεθος και την έκταση της παραποίησης της μορφής της που υπέμεινε για αιώνες. Η απέραντη αγάπη της προς τον άνθρωπο φαίνεται από τη διαδικασία που ακολούθησε εμφανιζόμενη στη μοναχή Τατιανή ' της προσέφερε τα υλικά για να τη ζωγραφίσει και δεν της ζήτησε τίποτα περισσότερο από την καλή της θέληση να το κάνει. Η Τατιανή είδε και άκουσε την Παναγία στον ύπνο της, είδε τη λάμψη και μύρισε την ευωδιά που εξέπεμπε η εικόνα και άγγιξε την έτοιμη εικόνα. Η εικόνα σχηματίστηκε χωρίς να μεσολαβήσουν ανθρώπινα χέρια και γι αυτό ονομάστηκε και αχειροποίητος.
Περπατώντας, στην προκυμαία της Τήνου, μόλις τελείωσε η εξομολόγησή μου στην Παναγία. βούιξε το κεφάλι μου από μαζεμένα, βροντώδη όσο και ακατάληπτα λόγια χαράς, με τη φωνή του πατέρα μου, σε μια άγνωστη γλώσσα και φωτίστηκε από μια λάμψη πιο λευκή από τον ήλιο του μεσημεριού. Γύρω μου δεν υπήρχε κανείς και ότι άκουσα δεν ήταν παραίσθηση ' ήταν πραγματικό! Αναστέναξα βαθιά για να ξεπεράσω την ταραχή μου και, λαχανιασμένος ακόμα, αισθάνθηκα την ανάγκη να ρίξω στη θάλασσα μεγάλα κομμάτια ψίχας από τη φραντζόλα του ψωμιού που ετοίμαζα για σάντουιτς. Μαζεύτηκαν αμέσως ένα κοπάδι κεφαλόπουλα και τότε συνειδητοποίησα πως το ίδιο έκανε ο πατέρας μου όταν ψάρευε τα καλοκαίρια. Σκέφτηκα πως, αφού -τόσα χρόνια- μόνο μια φορά αξιώθηκα να πάω στην εκκλησία πρόσφορο για τους νεκρούς μου, ας δώσω λίγο ψωμί στα ψάρια.
Η πίστη μου είναι ακόμα μικρή, αλλά κοιτάζοντας μια χάρτινη εικόνα που έχει αποτυπωθεί το πρόσωπο της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας, όλο και τείνω να πιστέψω τα λόγια της συγχωρημένης της μητέρας μου, που προσευχόταν τακτικά στην Παναγία -χωρίς να είναι θρησκόληπτη- και μια φορά μου είπε: είναι ζωντανή, με ακούει ' απλώνω το χέρι και αγγίζω το πρόσωπό της ' είναι κρεάτινο! Γούρλωσα τα μάτια μου' τραντάχτηκα! Η μητέρα μου, πέρα από ένας ευαίσθητος άνθρωπος, ήταν και τέρας λογικής ' δεν θα ξεστόμιζε ποτέ κάτι τέτοιο αν δεν ήταν απόλυτα βέβαιη για ότι έλεγε.
[1] Τα video - σχόλια του Michel Lobrot και της συντρόφου του Nicole Habrias για το βιβλίο του "Vivre Ensemble" - "Ζώντας μαζί", Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2015
Κεντρικό στοιχείο στο θεωρητικό και επιστημονικό έργο του Michel Lobrot είναι να αφαιρέσει την απειλή και το φόβο από την επικοινωνία και την επιρροή. Να αφαιρέσει τον καταναγκασμό, την επιβολή που έχει ταυτιστεί με την έννοια της επιρροής, ώστε να μπορέσουμε να φτάσουμε και να πετύχουμε το να Ζούμε Μαζί. Αναζητά σε όλη του τη ζωή και σε συνέχεια πολλών άλλων θεωρητικών και στοχαστών, μια μέθοδο, ένα μέσο, μια στάση ζωής για να επηρεάσει τον άλλον, να τον κινητοποιήσει, να τον αλλάξει, χωρίς όμως να ασκήσει βία επάνω του, αλλά όλα αυτά να συμβούν με τη σύμφωνη γνώμη του.
Αναζητά την μη κατευθυντική επιρροή, την Παρεμβαίνουσα Μη Κατευθυντικότητα και αφιερώνει όλη του τη ζωή και όλο του το επιστημονικό έργο για να αποδείξει ότι υπάρχει. Δεν υπάρχουν πιο απλές αλλά και πιο βαθιές λέξεις από αυτές τις δύο του τίτλου του βιβλίου "Vivre Ensemble" - "Ζώντας μαζί", τόσο απλό μα και τόσο βαθιά δύσκολο και σύνθετο.
[2] Η χαρά της μάθησης
(άρθρο του Κ. Μπακιρτζή)
Ο Νίκος Καββαδίας στο ποίημά του Παραλληλισμοί (από τη συλλογή Μαραμπού) παρατηρεί: από "τα ολόλευκα μα πένθιμα σχολεία των Δυτικών .... λείπει η κίνηση, η άνεση του χώρου και η χαρά".
- Η διαφορά ως προϋπόθεση και πηγή μάθησης και ανάπτυξης
(Τι ορίζουμε ως εαυτό- τι ορίζουμε ως άλλον)
- Η ετερότητα και η αναπηρία
(Η ανάπτυξη του ψυχικού κόσμου προϋποθέτει επικοινωνία με το διαφορετικό -εσωτερικό και εξωτερικό- περιβάλλον, δηλαδή με την ετερότητα)
Παιδαγωγικές προεκτάσεις: Η παιδαγωγική της βιωματικής εμπειρίας
Η μη κατευθυντική αντίληψη της παιδαγωγικής - 3 βασικά χαρακτηριστικά της στάσης αυτής:
- Ενσυναίσθηση
- Γνησιότητα
- Ανεπιφύλακτα θετική αποδοχή
Η ενεργός παρέμβαση - 3 βασικές αρχές χαρακτηρίζουν την προτεινόμενη στάση και μεθοδολογία:
α. Βιωματική ή εμπειρική αρχή
β. Αρχή της συνοδείας και
γ. Αρχή της παρέμβασης (δηλ. ακούω, προτείνω, συνοδεύω)
Παιδεία και περιβάλλον
"...υποφέρουμε και δυστυχούμε για δύο βασικούς λόγους που είναι σε αλληλεξάρτηση μεταξύ τους: Α. Περιορισμένη παιδεία, αγωγή και εκπαίδευση, με ελλείψεις επιθυμιών, κινήτρων, ενδιαφερόντων, γνώσεων, ικανοτήτων, δεξιοτήτων σε βασικούς τομείς.
Β. Περιοριστικό και καταπιεστικό περιβάλλον, που εκμεταλλεύεται ανάγκες και περιορίζει τις δυνατότητες ικανοποίησης των επιθυμιών και ενδιαφερόντων όπως και παρεμποδίζει τη βίωση νέων εμπειριών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν και να στρέψουν το ενδιαφέρον προς νέες κατευθύνσεις."
Διάλογος με φίλο καθηγητή, σε διάλειμμα μαθήματος στο Κολέγιο:
- Έμεινες πολύ καιρό στην Αμερική, Αντώνη;
- Δεκατρία χρόνια, στη Νέα Υόρκη.
- Να σε ρωτήσω κάτι, έτσι, από περιέργεια;
- (Συγκαταβατική κίνηση του κεφαλιού).
- Ποιά είναι η πιο χαρακτηριστική διαφορά που παρατήρησες στη συμπεριφορά μεταξύ Αμερικανών και Ελλήνων αμέσως μόλις γύρισες στην Ελλάδα;
- Οι Έλληνες κοιτάζουν πολύ, δηλαδή επίμονα και παρακολουθούν ότι κι αν κάνεις, ενώ οι ξένοι δεν δίνουν καμιά σημασία, δεν έχουν χρόνο διαθέσιμο ' κοιτάζουν τις δουλειές τους.
Άρχισα να κάνω μια σειρά από σκέψεις επιχειρώντας να ερμηνεύσω γιατί οι συμπατριώτες μας κοιτάζουν τόσο επίμονα τους άλλους, σε έναν μεγαλόφωνο διάλογο με έναν φανταστικό συνομιλητή.
- Γιατί κοιτάζουν γύρω τους οι άνθρωποι;
- Μα για να δουν τι κάνουν οι άλλοι. - Και αν δουν, τι αποκομίζουν από αυτή την παρατήρηση;
- Κατανοούν ποια είναι η δική τους θέση μέσα στην κοινωνία και 'ανιχνεύουν' ποιες μπορεί να είναι οι δυνατότητες και οι αδυναμίες των άλλων ώστε να προστατευθούν ή να τις αξιοποιήσουν προς όφελός τους, αντίστοιχα.
- Βλέπουν όλα όσα μπορούν να δουν εστιάζοντας το βλέμμα τους σε πρόσωπα και πράγματα του περιβάλλοντος;
- Δυστυχώς ή ευτυχώς γι αυτούς δεν τα βλέπουν όλα ' βλέπουν μόνον όσα μπορεί να επεξεργαστεί και να κατανοήσει ο εγκέφαλός τους.
- Θα μπορούσαμε, δηλαδή, να θεωρήσουμε πως 'βλέπουν' με το μυαλό τους;
- Ναι, θα μπορούσαμε να πούμε κάτι τέτοιο.
- Και όσοι δεν διαθέτουν αρκετό από αυτό που λέμε 'μυαλό' τι βλέπουν ή, μάλλον, με 'τι' βλέπουν;
- Αν υπονοείς πως πρακτικά είναι 'τυφλοί', όχι, δεν είναι . 'Βλέπουν' με τη φαντασία και το ένστικτο αλλά όχι με τη διαίσθηση γιατί αυτό θα προϋπέθετε κάποια αναπτυγμένη πνευματική ευαισθησία. Παρατηρούν, λοιπόν, επίμονα, έως και ενοχλητικά, στοχεύοντας κάθε άνθρωπο που θα τους φανεί περίεργος ή, τέλος πάντων, αξιοπαρατήρητος.
- Γιατί κοιτάζουν τόσο επίμονα;
- Εφόσον δεν διαθέτουν το καλλιεργημένο μυαλό, δηλαδή, έναν ισχυρό επεξεργαστή αισθητηριακών ερεθισμάτων, για να αναλύσουν ποιοτικά ένα πρόσωπο ή ένα αντικείμενο, σε πολύ σύντομο χρόνο, δηλαδή, σε δευτερόλεπτα, συγκεντρώνουν με την αδιάλειπτη παρατήρηση όσο μπορούν περισσότερα ποσοτικά στοιχεία γι αυτό, ώστε να κατανοήσουν την ουσία του.
- Τι προσέχουν περισσότερο;
- Εστιάζουν την προσοχή τους -πιο πολύ- στις κινήσεις και στη συμπεριφορά από τα οποία, βασιζόμενοι στην κοινωνική εμπειρία τους 'συμπεραίνουν' για το ποιόν και τον χαρακτήρα των άλλων.
- Ποιός άλλος λόγος, πέρα από τη χαμηλή πνευματικότητα, ευθύνεται για τον επίμονο τρόπο με τον οποίο ορισμένοι παρατηρούν τους άλλους;
- Η τάση να παρατηρούν επίμονα κάποιοι, μπορεί να έχει σχέση με την εθνικότητα, το θρήσκευμα, το φύλο του παρατηρητή ή του παρατηρούμενου, με την κοινωνική του θέση, την ταξική του προέλευση ή, και, με την οικονομική του κατάσταση.
- Δηλαδή;
- Είναι φυσιολογική ανθρώπινη αντίδραση να κοιτάζει ο ντόπιος τον ξένο, τον διαφορετικό (τον Αφρικανό ή τον Ινδό), ο χριστιανός τον μουσουλμάνο, ο εργάτης τον αριστοκράτη, ο αγρότης τον αστό, ο φτωχός τον πλούσιο, ο άντρας τη γυναίκα, το παιδί τον ενήλικο (και το αντίστροφο), ο άρρωστος τον υγιή, ο πεινασμένος τον χορτάτο.
- Ναι, αλλά τι θα κερδίσει, κοιτάζοντάς τον; Μήπως θα χορτάσει, θα γίνει πλουσιότερος, ελκυστικότερος, ή καλύτερα στην υγεία του;
- Μάλλον δε θα γίνει τίποτα απ' όλα αυτά, αλλά ίσως να αισθανθεί πως μπορεί να αρχίσει να γίνεται κάτι από όλα αυτά.
- Μα πώς; Δενκαταλαβαίνω!
- Οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά ζώα ' πολλές φορές δεν ζητάμε λύση στα προβλήματά μας, αλλά να μας λαμβάνουν υπόψη τους οι άλλοι. Αν αυτοί που υφίστανται ένα έντονο βλέμμα δώσουν σημασία στον παρατηρητή ' γυρίσουν προς το μέρος του ' πιθανώς, του χαμογελάσουν, ίσως του μιλήσουν ή τον ρωτήσουν, για παράδειγμα, που βρίσκεται μια οδός, πως θα μπορούσαν να φτάσουν εκεί κλπ. τότε ο παρατηρητής αισθάνεται χρήσιμος, επομένως 'υπάρχει'. Οι καθημερινοί άνθρωποι -που δεν είναι ούτε απλοί ούτε ανώνυμοι- συμβαίνει κάτω από ορισμένες οικογενειακές ή κοινωνικές συνθήκες να φαντάζουν ασήμαντοι σε σημείο να έχουν -με κάποιο κοινωνικό μηχανισμό- αποστερηθεί το σώμα τους ' να έχουν γίνει 'διαφανείς', δηλαδή με μια έννοια, αόρατοι. Όλοι αυτοί, 'ζητιανεύουν' ένα βλέμμα, μια απεύθυνση, έναν μικρό και σύντομο κοινωνικό ρόλο. Ακόμη κι αν δεν έχουν καλές προθέσεις και σκοπεύουν να ενοχλήσουν τους άλλους -κοιτάζοντάς τους διαρκώς- με την πιθανή αντίδραση αγανάκτησης των παρατηρούμενων, πάλι θα κερδίσουν για λίγο χρόνο την προσοχή τους και έτσι θα επιβεβαιώσουν τη θέση τους στον κόσμο.
- Μα, είναι δυνατό, να μην έχουν συνειδητοποιήσει πως υπάρχουν; Δεν βλέπουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη, δεν αγγίζουν το σώμα τους, δεν ακούνε την καρδιά τους;
- Βιολογικά υπάρχουν, αλλά κοινωνικά θα τοποθετηθούν μόνον αν τους δώσουν σημασία οι άλλοι, όταν καθρεφτιστεί στα μάτια των άλλων η αποδοχή του κοινωνικού τους ρόλου.
- Θα πρέπει να αισθάνονται πολύ δυστυχείς οι άνθρωποι που κοιτάζουν επίμονα.
- Δε θα το έλεγα ' πολλοί δεν συνειδητοποιούν πως κοιτάζουν ' βυθίζονται στις έγνοιες τους και 'στηρίζουν' το βλέμμα τους πάνω σε ένα αντικείμενο ή ένα πρόσωπο, γιατί αυτή η στάση τους βοηθάει να συγκεντρώσουν τη σκέψη στο ζήτημα που τους απασχολεί.
- Έχω προσέξει ιδιαίτερα τους άντρες που κοιτάζουν επίμονα γυναίκες, όταν το ντύσιμό τους είναι προκλητικό ή το σώμα τους ελκυστικό.
- Ναι, συμβαίνει τακτικά στο δρόμο, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στους χώρους διασκέδασης ή αναψυχής. Είναι γνωστό πως οι άντρες είναι οπτικοί τύποι, δηλαδή προσελκύονται από την εικόνα του γυναικείου σώματος και οι γυναίκες ακουστικοί, δηλαδή μπορεί να τους αρέσει ένα έξυπνο σχόλιο, ακόμη κι αν είναι τολμηρό. Όλα αυτά βρίσκονται στα όρια του φυσιολογικού.
- Τα τελευταία 15-20 χρόνια έχω παρατηρήσει πως κοιτάζουν επίμονα όχι μόνο οι άντρες τις γυναίκες αλλά και οι άντρες άλλους άντρες και οι γυναίκες, άλλες γυναίκες.
- Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα συγκεκριμένα άτομα -κοιτάζοντας αδιάκοπα- δεν αναζητούν απλά μια αναγνώριση της ύπαρξής τους, αλλά μια επιβεβαίωση της ταυτότητας του φύλου τους. Είναι 'άντρες' εφόσον έρθουν σε επαφή με άντρες ' γίνονται γυναίκες εφόσον τις δεχθούν και τις αγαπήσουν - ως γυναίκες- άλλες γυναίκες.Το φύλο τους, δηλαδή, δεν είναι 'δεδομένο' ' είναι με κάποιο τρόπο 'αμφιλεγόμενο' ή 'υπό αίρεση'. Δικαιώνεται μόνο στη διάρκεια της ερωτικής επαφής ' αμέσως μετά αναιρείται, για να επιβεβαιωθεί πάλι στην επόμενη συνεύρεση. Στην περίπτωση των σχέσεων μεταξύ ανδρών τίθεται και θέμα ποσόστωσης του ανδρισμού στο άτομο ' δηλαδή ο ένας προσπαθεί να κυριαρχήσει πάνω στον άλλο και οι ρόλοι 'αρσενικού-θηλυκού' εναλλάσσονται σε έναν αέναο αγώνα επικυριαρχίας. Στις γυναίκες η ερωτική επαφή ενέχει περισσότερη τρυφερότητα και στοργή -λόγω της ιδιομορφίας του φύλου- καθώς συνδέεται περισσότερο με τη μητρότητα και όχι με το ένστικτο του 'πολλαπλασιασμού'.
- Ομολογώ, ότι δεν καταλαβαίνω γιατί να κοιτάζεις έντονα ένα άτομο ομόφυλο μ' εσένα ' πως μπορεί να μη σε έλκει το 'αντίθετο' και να σε έλκει το 'όμοιο'.
- Η ερωτική συμπεριφορά -πέρα από την κληρονομικότητα- έχει τις καταβολές της στην οικογένεια. Αν οι γονείς αγαπούν, φροντίζουν και διαπαιδαγωγούν σωστά τα παιδιά τους, τότε ένα καλό σχολείο ενισχύει τη φυσιολογική ερωτική συμπεριφορά τους ώστε να περάσουν από την εφηβεία στην ενηλικίωση, ανώδυνα. Αν δεν υπάρχει αγάπη και αλληλοσεβασμός και τα ενήλικα άτομα ασκούν στα παιδιά τους λεκτική, σωματική ή σεξουαλική βία, τότε αυτή η συμπεριφορά θα εμποτίσει την παιδική ψυχή και θα εκδηλωθεί στην εφηβεία ή και λίγο αργότερα ως ομοφυλοφιλική ή παραβατική συμπεριφορά.
- Και όλα αυτά, να σκεφτεί κανείς πως μπορεί να εκδηλώνονται με το επίμονο βλέμμα.
- "Παντού υπάρχει νόμος' στα μάτια όχι, όμως" λέει μια λαϊκή ρήση. Είναι γνωστό πως όπου δεν υφίσταται νόμος και δεν υπάρχει ο άμεσος φόβος της τιμωρίας, το μόνο που συγκρατεί τους ανθρώπους -αν υπάρχει- είναι η συνείδησή τους.
Εμπιστεύομαι τους ανθρώπους που δεν κοιτάζουν επίμονα, 'λογοκρίνουν' το βλέμμα τους για να μην ενοχλήσουν τους άλλους, αλλά, και δεν φοβούνται να κοιτάξουν κατάματα όταν και για όσο χρόνο χρειάζεται ώστε να γίνει κατανοητή η αλήθεια τους.
Ελισάβετ Μουτζά
(Με το πατρώνυμο αυτό υπογράφει τις επιστολές της)
Αυτοβιογραφία: αφήγηση της συγγραφέως σχετικά με σκέψεις, εμπειρίες, αποφάσεις, συναισθήματα και γεγονότα σχεδόν ολόκληρης της σύντομης ζωής της (1801-1832) στις αρχές του 19ου αιώνα.
Αφηγητής: Η συγγραφέας Κεντρικός ήρωας: Η συγγραφέας Οπτική γωνία: Εσωτερική Πρόσωπο αφήγησης: Πρώτο
Στόχος αφήγησης: Ευγενής: Διαμαρτυρία, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση, αφύπνιση των καταπιεσμένων γυναικών -όχι ματαιόδοξη προσπάθεια να κερδίσει μια θέση στα Γράμματα (κάτω από δυσμενείς συνθήκες).
Ύφος: Εξομολογητικό με τόνους διαμαρτυρίας, καταγγελίας: ζωτική ανάγκη επικοινωνίας και απελευθέρωσης από την προσωπική της φυλακή (την κατοικία της) σήμα κινδύνου για το παρόν και το μέλλον της ζωής της και των κειμένων της.
Αξιολόγηση:
Πρόκειται για την πρώτη αξιόλογη γυναικεία απόπειρα συγγραφής καθώς με την αμεσότητα και την οικειότητα με την οποία γράφτηκε κερδίζει τον αναγνώστη.
(Λίγα λόγια για την Ελισάβετ Μουτζά)
Ήθελε πολύ να μάθει
Επιδίωκε με πάθος να ζήσει
Έζησε στη χώρα της σκλαβιάς
Ελεύθερα ποθούσε να βαδίσει
Είχε σημαντική περιουσία
Παντρεύτηκε έναν άνθρωπο μεγάλο σε ηλικία '
καιροσκόπο, παραδόπιστο χωρίς ιδεολογία
Η γέννηση του γιου της, στέρησε τη ζωή της
Ο μόνος τρόπος να σταματήσει να μαθαίνει, ήταν να πάψει να ζει
Εμφανίστηκαν τα γραπτά της μισόν αιώνα μετά τον θάνατό της από τον γιο της
Δικαιώθηκε έναν αιώνα μετά τον θάνατό της από τους ερευνητές της ελληνικής λογοτεχνίας
Άρχισε, τώρα, να ζει ελεύθερα και δημόσια,
όπως, είχε ονειρευτεί
Σκόρπια 'κομμάτια' αναζητούν ακανόνιστα 'σχήματα' με σκοπό την ολοκλήρωση.
Τα δύο μέρη του ανδρόγυνου -κατά Πλάτωνα- εφόσον επιμένουν να αναζητά το ένα το 'άλλο μέρος' του, δείχνει να έχουν δεχθεί πως η μοναξιά δεν είναι ένδειξη ανεξαρτησίας και αυτάρκειας, αλλά ατολμία να δεχθούμε το διαφορετικό και να συμβιβαστούμε με τις 'γωνίες', δηλαδή τις ιδιαιτερότητές του.
Έτσι, αντί τα μοναχικά άτομα να σκαρφαλώνουν διαρκώς στον εσωτερικό δακτύλιο του τροχού των πειραματόζωων, δοκιμάζουν να τεντώσουν τα χέρια και τα πόδια τους και να γαντζωθούν περιμετρικά στον τροχό της τύχης του το καθένα, εξασκώντας τον εαυτό τους σε συνθήκες έλλειψης της βαρύτητας (γνωστή άσκηση των κοσμοναυτών).
Το αρσενικό και το θηλυκό ' άτομα με πεπερασμένο χρόνο ζωής, καθυστερούν αφάνταστα να βρουν το 'χαμένο' κομμάτι τους λειτουργώντας στον 'απόλυτο χρόνο' του Σύμπαντος. Τις περισσότερες φορές, βρίσκουν ένα 'κομμάτι' που μοιάζει με το 'ιδανικό' χαμένο και επιχειρούν να το προσαρτήσουν στον εαυτό τους, επειδή φοβούνται πως θα συναντήσουν στο μέλλον κάποιο άλλο, λιγότερο συμβατό με την ύπαρξή τους και επομένως θα γίνουν λιγότερο ευτυχισμένα. Με άλλα λόγια, αν το μικρό, αιχμηρό σπερματοζωάριο δεν διεισδύσει στο ογκώδες ωάριο, τότε, στην κοινή πορεία των δύο μερών του ανδρόγυνου, τα "όνειρα" δεν "θα λάβουν εκδίκηση" -κατά τον Ελύτη- και το 'αιχμηρό' μέρος θα μείνει μηδέν καθώς δεν κατάφερε να αναβαθμιστεί σε όμικρον, ενώ το στρογγυλωπό, έτερο μέρος, σύμφωνα με τους φυσικούς κανόνες, κάποιο τρόπο θα βρει να 'κυλήσει' παραπέρα στη ζωή.
Γιώργος Χατζηαποστόλου
*Η ΣΙΩΠΗ
Όσο κι αν μένουν ανεκτέλεστα τα έργα, όσο κι αν είναι πλήρης η σιγή (η σφύζουσα εν τούτοις) και το μηδέν αν διαγράφεται στρογγύλον, ως άφωνον στόμα ανοικτόν, πάντα, μα πάντα, η σιγή και τα ανεκτέλεστα όλα, θα περιέχουν έν μέγα μυστήριον υπερπλήρες, χωρίς κενά και δίχως απουσίαν, έν μέγα μυστήριον (ως το μυστήριον της ζωής εν τάφω) - το φανερόν, το τηλαυγές, το πλήρες μυστήριον της υπάρξεως της ζωής, Άλφα - Ωμέγα.
Δύο τρόποι υπάρχουν, μας έλεγαν, πριν από τις Πανελλήνιες Εξετάσεις για εισαγωγή στα πανεπιστήμια, οι φροντιστές - φιλόλογοι ώστε να ξεκινήσουμε σωστά μια έκθεση ιδεών: να ορίσουμε την έννοιαή τις έννοιες του θέματος με τον αναλυτικό ή τον συνθετικό τρόπο. Ο αναλυτικός τρόπος περιγράφει με αρκετές λέξεις την έννοια, ελπίζοντας να την έχει σχηματοποιήσει στο τέλος της ανάλυσης. Αντίθετα, ο συνθετικός ορισμός αξιοποιώντας μια σειρά προσεκτικά επιλεγμένων όρων, με λιτό και σαφή τρόπο, δίνει την διαυγή εικόνα της έννοιας. Γι αυτό και ο δεύτερος τρόπος ασκεί μια γοητεία στον εξεταστή διορθωτή, που δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είναι και άνθρωπος (όσο, βέβαια, ανθρώπινη δοκιμασία είναι οι εξετάσεις) οπότε -αν ο ορισμός μας είναι ακριβής- θα μας χαρίσει τελικά τη βαθμολογική του εύνοια. Τους εξεταστές, δεν δείχνουν να συμμερίζονται οι λογοτέχνες.
Φαίνεται πως οι λογοτέχνες επειδή δεν εξετάζονται αρχικά, πέρα από τη συνείδησή τους, από κανέναν άλλο εξεταστή, προτιμούν να παρασύρουν τον πραγματικό αποδέκτη τους (δηλαδή τον αναγνώστη) σε ένα μακρύ ταξίδι στο όνειρο, στη φαντασία με ένα μυθιστόρημα ή μια νουβέλα, που λαμβάνουν χώρα στο χώρο της ψυχής.
Τακτοποιώντας, πριν από λίγες μέρες τη βιβλιοθήκη μου, βρέθηκα να κρατώ ένα τόμο με έργα του Tennessee Williamsπου περιείχε ένα μυθιστόρημα και τρία διηγήματα. Μια από τις νουβέλες είχε τον τίτλο: Τρεις σ' ένα καλοκαιρινό παιχνίδι. Ο τίτλος μου φάνηκε τόσο φρέσκος όσο και επίκαιρος γιατί πολύ συχνά στην εποχή μας συναντάμε αταίριαστα ζευγάρια, που βρίσκονται 'κοντά' είτε στα πλαίσια ενός γάμου ή μιας συμβίωσης, μόνο για λόγους ευχαρίστησης και κοινωνικής προβολής, παραβλέποντας την περιορισμένη ψυχική επικοινωνία που κάποια στιγμή μηδενίζεται εντελώς.
Τότε, χωρίζουν ή συνεχίζουν να συνυπάρχουν μέσα σε μια τυπική συμβίωση, αναζητώντας τη χαμένη επικοινωνία με τον σύζυγο ή τον σύντροφο σε ένα τρίτο πρόσωπο ' στον εραστή. Όταν λοιπόν διάβασα τον τίτλο της νουβέλας το μυαλό μου πήγε στους πιθανούς συνδυασμούς των 'τριγώνων', δηλαδή, μια γυναίκα-δύο άντρες (που λέει και το παλιό τραγούδι) ή δύο γυναίκες-ένας άντρας. Δεν συμπεριέλαβα στις τριγωνικές σχέσεις έναν άντρα, μια γυναίκα και το μικρό κορίτσι της. Μην πάει ο νους σας στο κακό ' μιλάμε για μια φυσιολογική σχέση άντρα και γυναίκας και για ένα παχουλό κορίτσι, με προβλήματα κοινωνικής προσαρμογής που ζει, μάλλον, στον κόσμο του. Αυτά είναι τα κύρια πρόσωπα της ιστορίας του Williams.
Πρόφαση για τη συνύπαρξη αυτών των τριών προσώπων είναι η καταπράσινη αυλή του σπιτιού της κυρίας (χήρας) που λέγεται Ισαβέλα με τον κοσμοπολίτη, έγγαμο κύριο που ονομάζεται Μπρικ και τη μικρή δωδεκάχρονη κόρη της, με το όνομα Μαρία - Λουίζα.
Η ιστορία αρχίζει με τα παρακάτω λόγια: "Το Κρόκετ είναι ένα καλοκαιριάτικο παιχνίδι που μοιάζει κατά παράξενο τρόπο να αποτελείται από εικόνες, που θα μπορούσαν να συνθέσουν την αφηρημένη ιδέα που θά 'χε ένας ζωγράφος για το καλοκαίρι. Τα λεπτοκαμωμένα συρμάτινα τετράγωνα στην απαλή σμαραγδένια χλόη, που σβήνει απότομα σε κάποια σημεία, και σ' άλλα πάλι αναπαύεται στη βιολετί σκιά, τα ξύλινα μικρά κοντάρια, επιδεικτικά ζωγραφισμένα -σαν στιγμές- στιγμές αξέχαστες μιας εποχής που ήταν αγώνας για κάτι ανείπωτα σπουδαίο- οι καθαρές μπάλες από σκληρό ξύλο και διαφορετικά χρώματα, και το δυνατό, αυστηρό σχήμα της στέκας που στέλνει τις μπάλες να περάσουν ανάμεσα στα τετράγωνα, ... όλα αυτά μοιάζουν με την αφηρημένη ιδέα που θά 'χε ένας ζωγράφος για το καλοκαίρι και για κάποιο παιχνίδι που παιζότανε τότε. (σ. 145-146) [...] Καισυνδυάζω, το καλοκαιρινό παιχνίδι με τους παίχτες που βγαίνουν μέσ' απ' το σπίτι, μέσα από τα μυστήρια ενός εντοιχισμένου χώρου, κι έχουν τη λυτρωμένη έκφραση ανθρώπων που μόλις αφέθηκαν ελεύθεροι από μια ασφυκτική φυλακή, λες κι είχαν περάσει την απάνθρωπη μέρα δεμένοι σ' ένα ανήλιαγο, κι έβγαιναν τέλος να ανασάνουν ελεύθερα στη δροσερή ατμόσφαιρα, και μπορούσαν επιτέλους χωρίς εμπόδια να κινηθούν. (σ.146)
Και η ιστορία, πηγαίνει προς το τέλος της, με τις ακόλουθες σημειώσεις:Κι έτσι βλέπουμε τι ήταν στ' αλήθεια το καλοκαιριάτικο παιχνίδι στο γρασίδι με τις βιολετιές σκιές -ήτανε μια δραπέτευση και των δύο από κάτι ανυπόφορα καυτό και λαμπρό, σε κάτι ψυχρό και σκοτεινό... (σ.154-155)
Η νεαρή χήρα έμεινε χωρίς τίποτα στον κόσμο ... [και] ο Μπρικ είχε αναλάβει να περισώσει ότι είχε απομείνει απ' τη ζωή της χήρας. Για μια ή δυο εβδομάδες, οι άνθρωποι πίστευαν πως ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους του, μα ύστερα, εντελώς ξαφνικά, η κοινή γνώμη άλλαξε και πείστηκαν όλοι πως η αιτία της αβρότητας του Μπρικ δεν ήταν καθόλου αγαθή... Για τους παρατηρητές, η χήρα ήτανε τώρα ερωμένη του, κι αυτό ήταν αλήθεια. Ήταν αλήθεια στο βαθμό που τέτοιες γνώμες ήταν αληθινές. Μονάχα η εξωτερική πλευρά κάποιου γίνεται φανερή απ' τον κόσμο, κι όλες οι γνώμες είναι λανθασμένες, ιδιαίτερα αυτό που λέγεται κοινή γνώμη σε σχέση μ' αυτό που λέγεται προσωπική περίπτωση του καθενός" (σ.155)
Ξεκίνησα να διαβάζω από περιέργεια ' ήθελα να δω πως εμπλέκει τους ανθρώπους μέσα στο παιχνίδι και αν δίνει σημασία στη ζωή (έξω από το παιχνίδι). Ομολογώ πως δεν γνώριζα την ύπαρξη του Κρόκετ, ως αθλήματος, αλλά με την πρώτη ματιά μου φάνηκε ενδιαφέρον. Συγκέντρωσα λοιπόν μερικά στοιχεία γι αυτό, και θα τα μοιραστώ μ' εσάς γιατί σας βρήκα βολικούς. Συγνώμη για την οικειότητα!
Το άθλημα του Κρόκετ (Croquet), λοιπόν, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία, γύρω στο 1850. Υπήρχε, ως άθλημα, για μία και μοναδική φορά, στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων του 1900, στο Παρίσι. Παίζεται από 2 έως 6 παίχτες που χρησιμοποιούν ξύλινο σφυρί για να χτυπούν τέσσερις ξύλινες μπάλες με χρώματα κόκκινο, κίτρινο, μπλε και μαύρο. Κάθε παίχτης χτυπά τις σφαίρες με σκοπό να τις περάσει από 6 ή 9 μικροσκοπικά τέρματα ακολουθώντας συγκεκριμένη πορεία. Η μπλε και η μαύρη σφαίρα λειτουργούν ως εμπόδια στην κίνηση της κίτρινης και της κόκκινης σφαίρας.
Η συμβουλή που δίνεται από τον οργανωτή του παιχνιδιού είναι πως είναι καλύτερα να αφήσουμε τη μπάλα σε μια καλή θέση για την επόμενη βολή μας, αντί απλά να στοχεύουμε στο τέρμα.
Βρήκα το παιχνίδι ενδιαφέρον γιατί είναι, κατά τη γνώμη μου, οικολογικό, καλλιτεχνικό και, προφανώς ερωτικό, αφήνοντας τη φαντασία μου να το ερμηνεύσει ή και να το παρερμηνεύσει.
Είναι οικολογικό γιατί παίζεται σε φυσικό χώρο, όχι πολύ μεγάλο όπως το γκολφ ή ιδιαίτερα απαιτητικό όπως το χόκεϋ επί χόρτου. Θα μπορούσε να μας παραπέμψει -η κόκκινη σφαίρα- στη δύση του ηλίου, -η κίτρινη- στο μεσουράνημά του κατά τη διάρκεια της ημέρας,' -η μπλε σφαίρα- στον ουρανό και τη θάλασσα και -η μαύρη, στη νύχτα και στο σκοτεινό διάστημα. Είναι καλλιτεχνικό, γιατί τα τρία από τα τέσσερα χρώματα των σφαιρών (κόκκινο, κίτρινο και μπλε) είναι τα βασικά χρώματα της ζωγραφικής και το μαύρο δηλώνει την απουσία χρώματος. Από τα βασικά χρώματα, ως γνωστό, με αναμίξεις (δηλαδή, πιθανή προσθήκη στο παιχνίδι και άλλων σφαιρών με τα συμπληρωματικά χρώματα) θα έδινε μια εικόνα μπιλιάρδου επί χόρτου (αν μου επιτρέπετε!). Και, τέλος, είναι ερωτικό, γιατί τα όργανα του εξοπλισμού του -με αρκετή καλή διάθεση- μπορούν να παραλληλιστούν, με το αντρικό γεννητικό όργανο (το σφυρί) -εντάξει, είμαι αισιόδοξος- με το γυναικείο γεννητικό όργανο, το 'τέρμα' ενώ με τα αντρικά γεννητικά κύτταρα η κίτρινη και η μπλε σφαίρα, και με τα θηλυκά γεννητικά κύτταρα, η κόκκινη και η μαύρη σφαίρα. Το γεγονός πως το παιχνίδι παίζεται από άντρες αλλά και από γυναίκες, χωρίς να αποκλείεται και ταυτόχρονη συνύπαρξή τους (αυτό, ήταν δικό μου 'λογικό" άλμα, δεν γνωρίζω αν προβλέπεται), δικαιώνει κάπως τη φαντασιακή μου προσέγγιση στο παιχνίδι, που ελπίζω να μη σας κούρασε.
Αν ήμουνα στη θέση σας δε θα φοβόμουν να φανταστώ, μήπως με εξετάσει κάποιος στο 'μάθημα' της Φαντασίας. Οι μόνοι που θα είχε νόημα να με αξιολογήσουν είναι όσοι γράφουν παραμύθια, αλλά οι άνθρωποι είναι τόσο απασχολημένοι να διηγούνται ιστορίες και τόσο ευτυχισμένοι να τις 'ζουν', που δεν έχουν χρόνο να βαθμολογούν τους άλλους.
Γιώργος Χατζηαποστόλου
Πηγές:
Tennessee Williams Τρεις σ' ένα καλοκαιρινό παιχνίδι (μτφ. Φώντας Κονδύλης) Εκδ. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1969.
Ανατρέχοντας στο παρελθόν η μνήμη μου με παραπέμπει στην ίδια αντίδραση: αδυνατώ να δεχθώ την "αξία" οποιουδήποτε ατόμου αν δεν τον έχω αναλύσει, ως άνθρωπο πρώτα, και ύστερα ως επιστήμονα, καλλιτέχνη, πολιτικό κλπ. Η κοινή αποδοχή του λογοτέχνη από το αναγνωστικό κοινό, είναι κατά τη γνώμη μου, μόνο μια ένδειξη για την ποιότητά του και δεν με δεσμεύει με κανένα τρόπο για να δεχθώ αβασάνιστα την αξία του. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η κοινή γνώμη παρασύρεται, καθοδηγείται, ομαδοποιείται και κατευθύνεται με διάφορους τρόπους. Στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, οι ανύποπτοι ή οι υποψιασμένοι αναγνώστες της λογοτεχνίας (και της ποίησης) συμμετέχουν, παρά /ή με, τη θέλησή τους σε μια κοινωνική εκδοχή του πειράματος συμμόρφωσης του Ash. Οι βιβλιόφιλοι αναγνώστες συμφωνούν με τους πολλούς επειδή φοβούνται μήπως περιθωριοποιηθούν από τις παρέες ή τους φίλους τους και υποβαθμιστούν σε ανάξιους να κατανοήσουν τα υψηλά νοήματα που πρεσβεύει η σύγχρονη ποίηση. Φαίνεται πως είναι ανυπόφορο στον σημερινό άνθρωπο να ζει έξω και δίπλα από προνομιούχες ομάδες, διατηρώντας την προσωπική του γνώμη ' διατρέχοντας τον κίνδυνο -επειδή δεν ακολουθεί την κοινή γνώμη- να θεωρηθεί αγράμματος, προκατειλημμένος έως και γραφικός, απέναντι σε ανθρώπους που δεν γνωρίζει προσωπικά, παρά μόνο από τις συνεντεύξεις, τις παρουσιάσεις τους σε λογοτεχνικά καφέ και, κυρίως, από τη μελέτη του έργου τους. Κατά τη γνώμη, μου, βέβαια, η 'εξ αποστάσεως' γνωριμία αποτελεί τεκμήριο αντικειμενικότητας, εγκυρότητας και πλεονέκτημα ασφαλούς κριτικής αποτίμησης του έργου, σε αντιστοιχία με το πρόσωπο ενός λογοτέχνη. Από τη στιγμή που αρχίζουν οι προσωπικές γνωριμίες, οι διευκολύνσεις, οι χάρες και οι δημόσιες φιλοφρονήσεις, μεταξύ δημιουργών, η αξιολόγηση του έργου τους μετατοπίζεται, από το περιεχόμενο της δημιουργίας τους καθαυτό, στον τρόπο προώθησης των βιβλίων τους. Έτσι, ο ευαίσθητος δημιουργός μετατρέπεται σε έναν, επιλεκτικά αναίσθητο, σιωπηλό συμμετέχοντα, όσων συμβαίνουν στην κοινωνία Ο ποιητής γίνεται ένας παρατηρητής που του 'επιτρέπεται' -από τους λογοτεχνικούς ή τους ακαδημαϊκούς κύκλους- να σχολιάζει μόνο ζητήματα γενικού ενδιαφέροντος, όπως η προέλευση και η ουσία του Θεού, η οικονομική κρίση (χωρίς να υπεισέρχεται σε αιτίες και χαρακτηριστικά) και άλλα, ώστε να αποφύγει να θίξει ατομικά συμφέροντα ή στρατηγικές αισθητικής τα οποία καλλιεργούν μικρές κοινωνικές ομάδες που ελέγχουν τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.
Συνέβη να διαβάσω αυτές τις ημέρες ένα κείμενο - εξομολόγηση της κυρίας Κικής Δημουλά, αναγνωρισμένης, δημοφιλούς και καταξιωμένης σύγχρονης ποιήτριας. Έχω ακούσει αντιφατικά πράγματα για την ποιήτρια εδώ και αρκετές δεκαετίες. Η αναγνώριση και η δημοφιλία της συνοδεύεται από προσωπικές εκρήξεις, μια φορά για τη συνύπαρξη των γηγενών Ελλήνων με τους πρόσφυγες, το ζήτημα της αθεϊας της, η αντίφαση ανάμεσα στο προοδευτικό, γενικά, προφίλ και τις συντηρητικές επιλογές της, τόσο στις δημόσιες σχέσεις όσο και στην ποιητική της γλώσσα. Φαίνεται να "σχεδιάζει" τα κείμενά της, ακολουθώντας έναν διανοητικό ορθολογισμό της καθαρεύουσας ενώ γράφει στη δημοτική (όσο αδόκιμο κι αν ηχεί αυτό). Η γλώσσα της μου φαίνεται τόσο ελεγχόμενη (από την ίδια) ώστε, πολλές φορές, δείχνει να θέλει να παράγει το ποιητικό προϊόν και αμέσως μετά να κάνει ένα βήμα πίσω για να αποστασιοποιηθεί από το κείμενο, λέγοντας: για ότι δεν σας αρέσει, δεν φταίω εγώ ' το ποίημα έχει τη δική του δυναμική! Με άλλα λόγια: αναγνωρίστε με, χωρίς να με αγγίζετε σαν άνθρωπο! Ο άνθρωπος 'Κική' που κατοικεί, αγαπητή ποιήτρια;
Θα προσπαθήσω να συζητήσω μαζί της 'ερήμην' της. Ο έντιμος δημιουργός θα πρέπει και να δέχεται από άλλους να του φέρονται με τον ίδιο τρόπο με αυτόν που χρησιμοποιούσε εκείνη, εκμεταλλευόμενη την 'άγνοια' και τη 'σιωπή' του αείμνηστου συντρόφου της, όταν συν-ταξίδευαν. Θα καταλάβετε τι εννοώ, στη συνέχεια.
Κική Δημουλά: "Υπέμεινα πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό της ευγένειας"
Γ.Χ.: Σε ποιό χώρο αναφερόμαστε; Στον χώρο της προσωπικής δημιουργίας της ποιήτριας ή στον κοινωνικό χώρο των σχέσεων, που συμβαίνουν με αφορμή την ποιητική σας απόδοση; Αν οι δύο χώροι δεν είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, τότε μπορούμε να συνεχίζουμε να ισχυριζόμαστε πως η ποιητική σας εξέλιξη είναι προσωπική σας υπόθεση; Αν οι προσωπικές, λογοτεχνικές σας σχέσεις επηρεάζουν την ποιητική σας δημιουργία, τότε γίνεται αντιληπτό πως υπομείνατε πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνετε, όχι για λόγους ευγένειας, αλλά για λόγους συμμόρφωσης με το περιρρέον λογοτεχνικό και ακαδημαϊκό κλίμα. Όσο κι αν αρκετές γυναίκες άνοιξαν με το σπαθί τους τον δρόμο για την λογοτεχνική τους καταξίωση στην Ελλάδα, το περιβάλλον παραμένει ακόμα ανδροκρατούμενο, ειδικά σε σχέση με την αναγνώριση των γυναικών δημιουργών από την Ακαδημία Αθηνών, που αποτελεί τον πλέον συντηρητικό πολιτισμικό φορέα στην ελληνική κοινωνία.
Κ.Δ.: "Δεν μου ήταν ποτέ εύκολο να συνεννοηθώ με άνθρωπο. Ούτε μπορούσα να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι είναι τόσο διαφορετικοί από εμένα"
Γ.Χ.: Να υποθέσω πως εφόσον δυσκολευόσασταν να επικοινωνήσετε με τους άλλους καλλιεργήσατε το ποιητικό σας όργανο, ώστε να βελτιώσετε την αλληλοκατανόηση ανάμεσά σας; Ο στόχος σας ήταν να κατανοήσετε τη διαφορετικότητα των άλλων ή να τη δεχθείτε, ώστε να υπάρξει ένας κατ' αρχάς, κοινός τόπος επικοινωνίας σας και στη συνέχεια να δοκιμάσετε σκληρότερα να τους καταλάβετε; Από τους άλλους περιμένετε να καταλάβουν τις προθέσεις σας ενώ εσείς δεν τους καταλαβαίνετε; Μήπως θεωρείτε τον αναγνώστη έναν κομματικοποιημένο πολίτη που, όταν τον ερωτούν ποιά εντύπωση του προκάλεσε η ομιλία ενός πολιτικού μόλις τελειώσει, απαντά: -Ωραία τα είπε! Μα, όταν τον ρωτούν τι κατάλαβε, απαντά: -Τίποτα! Τότε η ποίησή σας, είναι ένα μήνυμα που στέλνεται σε, ουσιαστικά, άγνωστους αποδέκτες με σκοπό να το λάβουν. Αν καταφέρουν να το αποκωδικοποιήσουν τότε σημαίνει πως μπόρεσαν να επικοινωνήσουν μαζί σας. Εσείς, σε αυτή την περίπτωση πως θα μπορέσετε να επικοινωνήσετε μαζί τους; Εκτός αν δεν βρίσκεστε στο ίδιο επίπεδο με τους άλλους και το ποιητικό μήνυμα είναι μια μονοσήμαντη επικοινωνία που δικαιώνεται "άμα τη παραλήψει" του μηνύματος!
Κ.Δ.: "Αυτό βέβαια ήταν πολύ αφελέςαπό τη μεριά μου, αλλά και πολύ χρήσιμο. Γιατί με είχε σε μια μόνιμη ταραχή, σε μια διαρκή διαμαρτυρία και σ' ένα πολύ γόνιμο παράπονο..."
Γ.Χ.: Με συγχωρείτε, αλλά αυτό -το να υπομένετε δηλαδή- δεν μοιάζει καθόλου αφελές, αλλά, αντίθετα μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμο ' γιατί οι εσωτερικές σας συγκρούσεις προκάλεσαν ένα δημιουργικό άγχος, δηλαδή, ένα διαρκές λογοτεχνικό κίνητρο για την παραγωγή δυναμικού ποιητικού λόγου. Η ψυχική ταραχή όμως, μπορεί να μην θεωρηθεί εργαλείο δημιουργικότητας αλλά διανοητικός συναγερμός πως κάτι δεν πηγαίνει καλά με τη συνείδησή σας. Δεν βλέπω με ποιό τρόπο μια κρίση συνειδήσεως θα διευκόλυνε την ανέλιξη της λογοτεχνικής σας καριέρας ' εκτός, ασφαλώς, αν είχατε τη διάθεση να ανακοινώσετε ένα επαναστατικό μανιφέστο. Πάντως, αν κρίνω από την αντίδρασή σας στην ερώτηση του κ. Θρασυβούλου (στον Ιανό) αναφορικά με τον ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν οι διανοούμενοι στην παρούσα κρίση, το αντιπαρήλθατε με μια ειρωνική δήλωση: "Τι θέλετε τώρα, να σηκώσω τη σημαία της επανάστασης; Χα! Χα!" Δεν ξέρω, αλλά ποτέ δεν είχα την άποψη πως η επανάσταση είναι μια ιλαροτραγική κατάσταση στην οποία συμμετέχει κανείς ή απέχει, κατά βούληση!
Κ.Δ.: "Από την άλλη, είχα μια ευγένεια η οποία με κατέστρεψε απολύτως! Εμπόδισε δηλαδή τη ζωή μου να πάρει το δρόμο της. Υπέμεινα πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό μιας ευγένειας ότι θα πίκραινα, ότι θα πείραζα, ότι θα αναστάτωνα των άλλων τη ζωή".
Γ.Χ.: Όπως είδαμε, είναι προφανές πως στην επικοινωνία με τους αναγνώστες δεν έχετε ευκολία και μάλλον, δεν φαίνεται οι σκέψεις τους να σας απασχολούν ιδιαιτέρως. Επομένως, αυτή τη φορά μιλώντας για τους 'άλλους', αναφέρεστε στους λογοτεχνικούς και ακαδημαϊκούς παράγοντες που ασχολούνται με την εν γένει διαχείριση της λογοτεχνικής παραγωγής. Άρα, η 'ευγένειά' σας, όχι μόνο δεν κατέστρεφε αλλά, αντίθετα, δομούσε σταθερά την λογοτεχνική σας καριέρα. Θα ήταν δυνατό, μια έλλειψη ευγένειας της συμπεριφοράς σας, να επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό τη ζωή τους; Τι θα μπορούσε, αλήθεια, να τους ταράξει τόσο πολύ; Μήπως, να πείτε ελεύθερα τη γνώμη σας για τα 'κακώς κείμενα' που υπάρχουν, είναι γνωστά και αποσιωπώνται συστηματικά από όλες της ηγετικές ομάδες των ελίτ στην Ελλάδα; Για παράδειγμα, η ανάδειξη -και μέσα από την ποίηση- θεμάτων όπως: η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή, η αδήλωτη εργασία, η ανεργία, η ρατσιστική συμπεριφορά απέναντι στους μετανάστες και τόσα άλλα ' και δεν εννοώ, ασφαλώς τα ζητήματα καθαυτά, αλλά τη νοοτροπία των πολιτών που τα υιοθετεί. Νομίζω, πως είναι αρκετοί αυτοί οι λόγοι, για να αναστατωθεί η καλή ζωή όσων επηρεάστηκαν ελάχιστα από την κρίση.
Από την πλευρά σας, λοιπόν, φροντίσατε με επιμέλεια να μην ενοχλήσετε τον εγωισμό και τη ματαιοδοξία όλων όσων προωθούν επιλεκτικά βιβλία της ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, ασκώντας μια μορφή υποχθόνιας λογοκρισίας σε συγγραφείς που επιμένουν να λειτουργούν ως ενεργοί πολίτες. Οι προστάτες αυτοί της 'υγιούς' διανόησης, διευκόλυναν την ανέλιξή σας έως τη βαθμίδα του μέλους της Ακαδημίας. Πάντως, θα πρέπει να υπήρχε πολλή συσσωρευμένη πίεση μέσα σας όλα αυτά τα χρόνια για να μουρμουρίσετε, στον Ιανό, σχετικά με την αποδοχή σας στην Ακαδημία: "Φαιδρά πράγματα!" Ήταν η δεύτερη φορά, -μετά τη σκωπτική δήλωση του Αντώνη Σαμαράκη σε μια ανάλογη τελετή στην Ακαδημία που είχε αρχίσει την ομιλία του λέγοντας: "Συγκεντρωθήκαμε, όλοι μαζί εδώ για να πενθήσουμε τον νεκρό!"- που χαμογέλασα σχετικά με μια είδηση της Ακαδημίας! Κ.Δ.: "Αυτό ήταν μια ήττα. Μια καθαρή ήττα" Γ.Δ.: Η άπειρη ανεκτικότητα που επιδείξατε, πραγματικά, ήταν μια καθαρή ήττα, όχι για την λογοτεχνική εκδοχή του εαυτού σας αλλά για την ανθρώπινη. Η πρώτη εντύπωση όταν είδα πριν από χρόνια, για πρώτη φορά το πρόσωπό σας, αφού είχα διαβάσει προηγουμένως κάποια ποιήματά σας, ήταν πως έχω να κάνω με μια γυναίκα σκληρή σαν πέτρα ' σχεδόν, με έναν άντρα. Ο 'άντρας' αυτός, όντας καπάτσος και τετραπέρατος, πασχίζει να δείξει αναλαμπές ευαισθησίας προς τον αναγνώστη και το μόνο που καταφέρνει είναι να πλασάρει την αυταρέσκειά της, διανθισμένη με κάποιες απρόσμενες πινελιές σεξουαλικότητας! Κ.Δ.: "Όταν κάποιος με απορρίπτει, δεν ρίχνω το φταίξιμο σ' αυτόν. Λέω πως είμαι προς απόρριψιν. Αυτό λέγεται ηττοπάθεια. [...]" Γ.Χ.: Αυτός ο τίτλος μου θυμίζει διαχείριση φακέλλων γραφείου: "Εισερχόμενα", "Εξερχόμενα", "Προς Υπογραφήν", "Προς Απόρριψιν". Είδαμε και πάθαμε για να απελευθερωθούν οι άνθρωποι από τους φακέλους ' να τους βάλουμε πάλι εκεί; Δεν θεωρώ πως είναι ένδειξη μεγαλοψυχίας ή ευρύτητας
πνεύματος να "επιτρέπουμε" στους άλλους να απορρίπτουν το έργο μας ή
και εμάς, συνολικά, ως ανθρώπους ' είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους να μας
απορρίπτουν, και έκφραση της ελευθερίας της βούλησής τους. Ως άνθρωποι και ως
δημιουργοί, οι λογοτέχνες δεν είναι σε θέση ούτε να επιτρέπουν ούτε να
απαγορεύουν τίποτα στους αναγνώστες τους και στους αναγνώστες, γενικά. Διαφορετικά
θα είχαν επιλέξει ένα άλλο επάγγελμα για να βιοποριστούν ' θα είχαν γίνει δικαστικοί
λειτουργοί, οικονομικοί παράγοντες ή πολιτικοί ταγοί. Οι δημιουργοί προσφέρουν ένα
βιβλίο ως δώρο και επαφίενται στην καλή θέληση
και στην ευρυμάθεια των αναγνωστών να κρίνουν, να εγκρίνουν ή να απορρίψουν ένα
έργο. Αν ο λογοτέχνης παθαίνει νευρική κρίση μόλις δέχεται τα πρώτα μηνύματα
απόρριψης ή έστω αμφισβήτησης της αξίας ενός έργου του, θα πρέπει να αναζητήσει
τις αιτίες της ταραχής στην ψυχή του και όχι στα πιθανά ελαττώματα της
συγγραφικής τεχνικής του έργου του. Κ.Δ.: "Βλέπω ότι συνεχώς μετακινώ μια πέτρα [....]" Γ. Χ.: Η πέτρα που βλέπετε να μετακινείτε
διαρκώς, μάλλον δεν είναι η πέτρα του Σίσυφου και οι αναγνώστες, που δεν αγοράζουν τακτικά, βιβλία,
είναι οι μόνοι που είναι σε θέση να σας πουν, πώς μπορείτε, και αν αξίζει τον
κόπο, να μετακινείτε την πέτρα της λογοτεχνικής δημιουργίας. Όσα από τα πρόσωπα
των αναγνωστών καταφέρετε να φωτίσετε με την ανάγνωση του λόγου σας, θα έλθουν
να σας πάρουν από το χέρι και θα σας βοηθήσουν να βγείτε από το σπήλαιο όπου
όλοι κατοικούμε, στο φως, αντικαθιστώντας
τις σκιές των ανθρώπων στο μισοσκόταδο, με πραγματικούς ανθρώπους κάτω από τον
ήλιο. Και δεν εννοώ τους σημερινούς αναγνώστες που παρασύρονται από τη μόδα του 'αναγνωρισμένου' συγγραφέα, αλλά τους μελλοντικούς,
οι οποίοι δεν θα ακολουθούν κανένα ακαδημαϊκό καθοδηγητή και κανέναν διαμορφωτή
της κοινής γνώμης για να αγοράσουν, να διαβάσουν και να καταλάβουν. Άλλωστε, μάλλον, δεν θα υπάρχει πολιτικό, οικονομικό αλλά και ψυχολογικό κίνητρο, να
καθοδηγούνται οι αναγνώστες όταν θα σταματήσετε να παράγετε λόγο. Κ.Δ.: " 'Ίσως να μην ήταν πολύ ελεύθερη η ζωή μου ώστε να τη δω κάτω από ποικίλο φωτισμό [...]" Γ. Χ.:
Γνωρίζετε καλά πως δεν ζήσατε μια ελεύθερη, αλλά μια πειθαρχημένη ζωή σε βαθμό
υποδούλωσης, πρώτα στη δουλειά σας και στη συνέχεια στη λογοτεχνική σας
ενασχόληση. Το γεγονός ότι αναγνωρίζετε πως δεν έχετε φλέβα ποιητική, αν και
μοιάζει να είναι -πάλι- μια ένδειξη ψευδούς μετριοπάθειας, θα το αντιπαρέλθω και
θα δεχθώ πως σας αξίζει μια θέση στην ελληνική λογοτεχνία, κυρίως γιατί κάνατε
πολλή υπομονή. Συμβαίνει να γνωρίζω από πολύ κοντά (καθώς έχετε κοινή καταγωγή
με τη μητέρα μου) την ψυχοσύσταση των Μεσσηνίων ' οι άνθρωποι, ως ευφυείς, δραστήριοι και ικανοί στην
επικοινωνία, δυσκολεύονται αφάνταστα να τιθασεύσουν τον εγωισμό και μια, σχεδόν
έμφυτη, τάση αυτοπροβολής, που τους υπερβαίνει πολλές φορές. Πόσο μάλλον να
'υποκύπτουν' διαρκώς σε κανόνες και συμπεριφορές που δεν τους αρμόζουν αλλά
υποχρεώνονται να τους / τις υιοθετήσουν για να διευκολύνουν την εξέλιξη της καριέρας
τους. Βέβαια, η γνώμη ενός αναγνώστη δεν
έχει βαρύνουσα σημασία, ακόμα κι αν αυτός δεν είναι ένας 'απλός' αναγνώστης, όπως ο υπογράφων, αλλά δηλώνει ότι δεν συμφωνούν όλοι μαζί σας.
Κ.Δ.:
"Οφείλει κανείς να ζει ένα πράγμα με την ένταση που του προκαλεί κι ας
βλάπτει το δεσμό αυτή η μονομερής ένταση. Κατά τη γνώμη μου, βλάπτεται ο δεσμός
από το ότι το ένα μέρος παραπροσφέρει, παραπροσφέρεται, παρά είναι παράφορο.
Αλλά είναι και τόσο απίθανο να συμπέσουν οι βαθμοί του αισθήματος ανάμεσα σε
δύο ανθρώπους, παρά ενδεχομένως για μία μόνο στιγμή. [....]"
Γ. Χ.:
Ο έρωτας δεν είναι πράγμα ή "οφειλή" στον εαυτό μας ή σε κάποιον
"δανειστή" και δεν περιλαμβάνει καμιά μορφή εξαναγκασμού: ούτε οφείλουμε να τον ζήσουμε, ούτε είμαστε υποχρεωμένοι να τον
ζήσουμε στην μέγιστη ένταση. Στην περίπτωση μονομερούς προσπάθειας επιβολής του
έρωτα από ένα ανθρώπινο ον σε ένα άλλο, το "αίσθημα" το οποίο
αποφεύγετε να ονομάσετε λέγεται εγωισμός, διάθεση επικυριαρχίας, δυνάστευσης, έως και "σαρκοφαγία". Το κοινωνικό
δόγμα των ανθρώπων μιας απόλυτα γήινης, περιστασιακής ζωής, χωρίς ηθικές
αναστολές, το γνωστό: "ότι φάμε, ότι πιούμε κι ότι χάψει ο μπίπ μας",
όσο κι αν ορισμένοι απολαμβάνουν ιδιαίτερα το τρίτο μέρος των δραστηριοτήτων,
δεν παύει να είναι μια φτηνή και μίζερη θεώρηση της ανθρώπινης ζωής, συνολικά. Και
να σκεφτεί κανείς, πως ο έρωτας, πιστεύω, πως δεν αποτελεί παρά ένα μικρό, μόνο,
μέρος της αγάπης. Η επιδίωξή μας, πιστεύω, δεν θα πρέπει να είναι να μας αναγνωρίζουν στον δρόμο, αλλά
να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Ο σκοπός της ζωής μας δεν είναι να ζούμε για να
συγκεντρώνουμε συγγραφικό υλικό, για να διαβάζουμε, για να αγοράζουμε, για να πουλάμε, αλλά να ζούμε για να γινόμαστε
καλύτεροι άνθρωποι.
Κ.Δ.:
"Μ' άρεσε τότε που ζούσε ο Άθως (σ.σ.: ο επί τριάντα χρόνια σύντροφός της,
ποιητής Α. Δημουλάς) και πηγαίναμε διάφορες εκδρομές με το αυτοκίνητο. Ήταν από
τις ιδανικές στιγμές. Το ότι υπάρχει ένας άλλος δίπλα σου, ότι ερήμην του
σκέφτεσαι και δημιουργείς, είναι πάρα πολύ σπουδαίο. Είχα πολλές φορές σκεφτεί
ότι κλέβοντας από την προσοχή του άλλου, κλέβοντας από την άγνοιά του,
δημιουργείς. Το ένιωθα με τον Άθω. Τον ευχαριστούσε να το κάνω, βέβαια. Δεν τον
ενημέρωνα αλλά δεν με διέκοπτε και ποτέ μαντεύοντας. Ναι, μου είναι αλησμόνητη
η σιωπή μέσα στο αυτοκίνητο, ο καθρέφτης δεξιά απ' όπου περνούσαν
αποκεφαλισμένα τα τοπία, έχω πολλές εικόνες ακόμα. Αλλά δεν είμαι πια, εδώ και
πολλά χρόνια, τρυφερή. Και φοβάμαι ότι αυτό, μάλλον το έκανε ο θάνατος του Άθου.
Πολύ το φοβάμαι..."
Γ. Χ.:
Ο σιωπηλός και διακριτικός σύντροφος, είναι ο ιδανικός σύντροφος; Μήπως είναι ο
σιωπηλός, ταυτόχρονα, και αδιάφορος σύντροφος; Ευτυχία είναι να μοιράζεσαι τις
σκέψεις σου με τον/τη σύντροφό σου ή να χαίρεσαι επειδή δεν ταράζουν την ησυχία
σου; Η "ιερότητα" της διαδικασίας της προσωπικής δημιουργίας
δικαιούται να υποκαθιστά την ανθρώπινη επαφή, επειδή η επικοινωνία μπορεί να
διαταράξει την διανοητική ροή της σκέψης μας; Μάλλον, όχι, καθώς κάτι τέτοιο θα νομιμοποιούσε την απομόνωσή μας από τον κόσμο! Μήπως βρίσκετε ανακουφιστικό και απελευθερωτικό το να "κλέβετε από
την άγνοια" και να σκέφτεστε "ερήμην" του συζύγου σας, επειδή
όσο ζούσε συνήθιζε να γνωρίζει περισσότερα πράγματα από εσάς και εκδήλωνε μια
τάση να ελέγχει τη σκέψη σας; Εύχομαι να κάνω λάθος. Ο κόσμος μας είναι ενιαίος, αδιαίρετος και
όμορφος λόγω της ποικιλομορφίας αλλά και της ακεραιότητάς του. Δεν δεχόμαστε
την "αναπηρία" ενός τοπίου, με το κόψιμό του σε κομμάτια γιατί έτσι
διευκολυνόμαστε να συνθέσουμε ένα αυθαίρετο κολάζ λέξεων ή εικόνων που ονομάζουμε, ύστερα, όλο
έπαρση: "Το έργο μου!" Το μέρος ενός ανθρώπου που έχει πραγματική
αξία είναι το κεφάλι και ιδιαίτερα το πρόσωπο. Χωρίς κεφάλι όλοι οι άνθρωποι
είναι ίδιοι, ανάλογα με το φύλο, και δεν είναι τυχαίο πως οι επιχειρηματίες του
έρωτα ονομάζονται 'σωματέμποροι' και οι αδίστακτοι εγκληματίες, 'κυνηγοί κεφαλών'. Πολύ
φοβάμαι, ότι πάψατε να είστε τρυφερή όχι λόγω του θανάτου του συζύγου σας, αλλά
επειδή, μάλλον, δεν υπήρχε ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ σας όσο ζούσε και με
τον θάνατό του διαπιστώσατε πως, δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια αποκατάστασης της
επαφής, οπότε γίνατε 'πέτρα'. Κ.Δ.: "Το τίποτα είναι ένα όνειρο [...] φαντάσου να είναι ένα τίποτα που σε σημαδεύει κιόλας! Να έχει συνείδηση αυτό το τίποτα! Εκτός κι αν δεν υφίσταται ποτέ ψυχή κι έχουμε ένα σώμα που προσποιείται ότι έχει ψυχή. Εγώ θεωρώ πάρα πολύ πονηρό το σώμα και περιεκτικότατο και εφευρετικότατο [....]" Γ.Χ.: Το τίποτα είναι ένα τίποτα δηλαδή κάτι 'κενό περιεχομένου' και το όνειρο είναι το όνειρο. Το όνειρο έχει υπόσταση, έστω και άυλη και, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι εξίσου σημαντικό με την πραγματικότητα όταν έχουμε να κάνουμε με προφητικά όνειρα, ή με συμβολικά όνειρα. Πόσο γεμάτος εγωισμό θα πρέπει να είναι ένας νους για να δηλώνει στη βραδιά στον 'Ιανό': "....άμα τον δω τον Θεό και τον αγγίξω, τότε θα πιστέψω!" Ο ποιητής, κατά τη γνώμη μου, όπως και ο καλλιτέχνης, θα πρέπει να είναι περισσότερο πιστός από κάθε άλλο ανθρώπινο ον, γιατί διαφορετικά, όσο κι αν προσπαθήσει με τις δικές του δυνάμεις δεν θα καταφέρει να παράγει τίποτα περισσότερο από ανθρώπινα τεχνουργήματα. Δεν τίθεται θέμα ύπαρξης ή όχι της ψυχής ' ή του Θεού. Οι διαχωρισμοί γίνονται "εκ του πονηρού". Η ζωή στη Γη, είναι ζωή στη Γη ' ο θάνατος είναι διττή κατάσταση: τέλος της γήινης ζωής και είσοδος στη 'μετά θάνατον' ζωή. Διαχωρίζοντας τη γήινη από την 'άλλη' ζωή -με τον θάνατο- και αποδεχόμενοι το ένα ή και το δεύτερο μέρος της, επιλέγουμε την ίδια στιγμή και μια σειρά κανόνων ή, και την απουσία κανόνων. Αν ζούμε χωρίς προοπτική 'άλλης ζωής' μπορούμε να κάνουμε ότι θέλουμε, χωρίς να δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν ' δίχως συνείδηση. Είναι πολύ βολικό και γι αυτό πολύ ευτελές, αλλά είναι, βέβαια, της μόδας. Ως έξυπνος πλασάρεται όποιος γελάει με ότι πιστεύεις γιατί, ταυτόχρονα, δεν μπορείς να το αποδείξεις, αλλά δεν γνώρισα κανέναν - από τόσες μαρτυρίες- που να του παρουσιάστηκε η Παναγία ή κάποιος Άγιος στον ύπνο ή στην πραγματικότητα και να μην συγκλονίστηκε. Όσο για τον έρωτα, είναι μια 'Θεία πλάνη'. Εκείνες τις ώρες της απόλαυσης, ξεγελιόμαστε πως είμαστε αθάνατοι, ιδανικοί ο ένας για την άλλη, ώστε να έλθουμε κοντά με σκοπό να αναπαράγουμε ζωή, δηλαδή παιδιά. Ο έρωτας είναι ένας απολαυστικός τρόπος να τεκνοποιήσουμε, όχι απόλαυση για την απόλαυση! Το σώμα από μόνο του, όπως μας παραδίδεται κατά την ημέρα της γέννησής μας, δεν είναι ούτε πονηρό ούτε εφευρετικό ' είναι ουδέτερο ' μετατρέπεται σε ανεξάρτητη οντότητα όταν ο νους πάψει να ασκεί έλεγχο πάνω του και το αφήσει να τείνει προς τη φυσική του κλίση, δηλαδή την ζωώδη. Ο έρωτας δεν είναι ένα άθλημα στο οποίο μια καλή επίδοση μπορεί να οδηγήσει σε ατομική ή κοινωνική διάκριση, ούτε μια ευχάριστη, δημιουργική απασχόληση. Ο έρωτας είναι ωραίος γιατί διαρκεί όσο επιτρέπει η φυσική αντοχή των ανθρώπων που ενώνονται. Το γεγονός πως δεν γνωρίζουμε πότε θα φτάσει η ημερομηνία λήξης της ικανότητάς μας να κάνουμε έρωτα, δεν σημαίνει πως πρέπει "να το παρακάνουμε όσο μπορούμε" επειδή αγχωνόμαστε πως σύντομα θα "μας ...τελειώσει!". Ο ποιητής όπως και ο φιλόσοφος δεν είναι
αυθύπαρκτη οντότητα, αλλά έκφραση μιας ανθρώπινης πλευράς ' αυτής του
καλλιτέχνη ' του δημιουργού ' του ανθρώπου που προσπαθώντας να ερμηνεύσει τον εαυτό του και τον κόσμο, καταλήγει -χωρίς πολλές φορές, να το συνειδητοποιεί- να επιδιώκει τη Θέωση! Η τέχνη μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο καλύτερο '
όχι καλό, και σκοπός της ζωής δεν είναι να γίνουμε καλύτεροι από τους άλλους,
αλλά καλοί άνθρωποι.
Ψιθυρίζει ξόρκια ' στέκει ελεύθερη καταμεσής η ψυχή
Δε γυαλίζει ' μόνο γνέφει πονηρά!
"Κούμπωσε" ο έρωτας τα χείλη της
Σώπασε το κλάμα ' έβηξε κι ανάσανε βαθιά η κόρη
Συμφώνησε, να λύσει από τα δεσμά τη μοναξιά
Σωστές και κλονισμένες αποκρίσεις στο διαγώνισμα ζωής
"Παίρνονται λάθος" αν επιμένεις ν' απαντήσεις
"Κρίνονται σωστές" άμα ρωτήσεις και δεν αναμένεις ανταπόκριση
Απλώνοντας το σώμα σου, νωχελικά
Υγρός πηλός σε πυρωμένα κεραμίδια
Αφήνεσαι να ζεσταθούνε τα ξυλιασμένα δάχτυλά σου
πριν πιάσουνε το γαλανό μολύβι της ελπίδας
Χρόνια το πρόσωπο αποστρέφεις στον Θεό
Γιατί καιρό σ' αγνόησε στο κέντρο της σκηνής
Τόσο περίμενες τα καλοπιάσματα, ... που ξέχασες τα λόγια
Ρόλος άφωνος ' λυτρωτικός
Τώρα, ετοιμάζεσαι να ξεδιαλύνεις το δωμάτιο ' το δικό σου
Αυτό μετράει ' ο κόσμος δε μπορεί να περιμένει...
Αν τά 'χες όλα, γιατί να παλέψεις;
Θά 'ταν η ζήση βαρετή
μια πολυσύχναστη, βουβή πορεία ειρήνης στη λιακάδα
με προσωπικά εγκαύματα στη γραμμή,
την ώρα του τερματισμού
Τι κι αν μάθεις άριστα;
Τι κι αν ζήσεις χείριστα;
Θα σε σκέφτονται χωρίς να έχεις αποδείξεις '
δίχως βεβαιότητα, θα σε νοιάζονται
κι αυτό δεν υποφέρεται
Αβάσταχτο το κέρδος σου!
Έλλειψη αγάπης σε μια νύχτα βασανιστική
Δήλωσε συμμετοχή
Στείλε το σώμα σου στις διαλέξεις
Άφησε το μυαλό αδέσμευτο να ταξιδεύει
Θέσεις περιορισμένες -σε διαστάσεις- όχι σε αριθμό
Θέμα ενδιαφέρον
Θα δοθούν βεβαιώσεις άγνοιας
Αν κάποιος αποκομίσει γνώση, θα θεωρηθεί ύποπτο
Θα τιμωρηθεί με υποχρεωτική παρακολούθηση
όλων των επόμενων κύκλων
και των τετραγώνων '
μέχρι, και των τριγώνων
Εμπιστεύσου!
Δεν είναι όλα τα ζώα σαρκοφάγα
Γενικά, συνεχίζω τη νηστεία
Από τα οικόσιτα,
ειδικά, τα γουρούνια αντιπαθώ!
Με είπανε λαγό
γιατί αποφεύγω τα "σάπια"
τον Άμλετ και το τέλμΑ
Δεν κάνεις λάθος '
γι αυτό σε προσπερνά η χαρά
Όσο κι αν ο έρωτας πασχίζει
μάρτυρες δεν αποζητά η αγάπη.
Γιώργος Χατζηαποστόλου
*
Ο τίτλος με δύο συνεχόμενα ουσιαστικά (χρόνος και φόβος) θα μπορούσε να ήταν "Μη φοβού τον χρόνο" αλλά είναι ηθελημένα ασύντακτος για να παραπέμπει στο "χρόνου φείδου"
Ο Μισέλ Φουκώ αναφέρει στο γνωστό βιβλίο του, Ιστορία της τρέλας (σ.43), ότι: [..] απ' όλες τις μορφές αυταπάτης, η τρέλα παραφυλάει πιο συχνά στο δρόμο της αμφιβολίας. Ποτέ δεν μπορεί κανείς νά 'ναι σίγουρος ότι δεν ονειρεύεται, ποτέ βέβαιος ότι δεν είναι τρελός [...]. Τη συγκεκριμένη αρχή θα πρέπει να ακολούθησαν οι σχεδιαστές της Παγκοσμιοποίησης που προϋποθέτει την παγκόσμια οικονομική κρίση.
Αρχικά, γίνεται παρουσίαση του ζητήματος της διαβίωσης των Ελλήνων σε μια φαντασιακή κοινωνία, σύμφωνα με τις προκατασκευασμένες αντιλήψεις των πολιτικών της, τις οποίες προσπαθούν να επιβάλλουν στον κόσμο παρότι είναι αβάσιμες και παράλογες. Στην εκδήλωση που διοργανώθηκε σε συνεργασία με τον δήμο Κηφισιάς (2010) συμμετέχουν ο ψυχίατρος Στέλιος Στυλιανίδης, η ψυχολόγος και λογοτέχνης Φωτεινή Τσαλίκογλου και ο δημοσιογράφος Στέλιος Κούλογλου. Παρότι έχουν περάσει 6 χρόνια το περιεχόμενο της παρουσίασης είναι, σήμερα, ακόμη περισσότερο επίκαιρο!
Ο Στέλιος Στυλιανίδης είπε συνοπτικά τα ακόλουθα: η προσπάθεια απο-ασυλοποίησης και επανένταξης των θεραπευμένων (πρώην ψυχικά ασθενών) στο κοινωνικό σύνολο δεν διευκολύνεται καθόλου από τη νοοτροπία και τις πρακτικές των πολιτικών. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) και οι άνθρωποι που το περιβάλλουν είναι "δήθεν" προσωπικότητες που παριστάνουν πως είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που πραγματικά είναι και ενώ έχουν οι ίδιοι ανάγκη ψυχιατρικής βοήθειας, όχι μόνο δεν τη ζητούν αλλά απευθύνονται στους άλλους, ως υγιείς, τους νουθετούν και προσπαθούν να τους πείσουν πως η τρέλα είναι η μόνη οδός προς την φυσιολογική καθημερινή διαβίωση. Αυτές οι "δήθεν" προσωπικότητες μιμούνται τη συμπεριφορά των άλλων, παριστάνοντας πως τους κατανοούν, ενώ επηρεάζουν με αναίσθητο και αποστασιοποιημένο τρόπο τη ζωή τους.
Η Φωτεινή Τσαλίκογλου είπε συνοπτικά τα ακόλουθα: θα μπορούσα, ίσως να θεωρήσω πως η λογοτεχνία με αποσπά από την ψυχολογία αλλά ποτέ περισσότερο από την εποχή μας δεν είναι επίκαιρη η ρήση του Μαρσέλ Προυστ από το έργο του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο: τα λογοτεχνικά πρόσωπα είναι τα μόνα πραγματικά πρόσωπα στη ζωή. Αυτό συμβαίνει γιατί ορισμένοι άνθρωποι ζουν μια "δήθεν" ζωή και αν το γεγονός αυτό αφορούσε μόνο τους ίδιους, τότε, εντάξει ' θα τους λυπόμαστε αλλά θα ήταν προσωπική τους επιλογή. Συμβαίνει, όμως, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι να μας κυβερνούν, οπότε προσπαθούν να μας επιβάλλουν τους κανόνες της δήθεν ζωής τους, πιέζοντάς μας να τους υιοθετήσουμε, σχηματίζοντας μια ¨δική μας" δήθεν ζωή. Η πάγια και επίμονη επιδίωξη των πολιτικών να μας επιβάλλουν αυτές τις διανοητικές συνθήκες καθόλου δεν διαφέρουν από μια κατάσταση τρέλας. Αν ψυχική υγεία θεωρείται η προσαρμογή των ατομικών, σωματικών και διανοητικών μας χαρακτηριστικών σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, τότε πολλά εξαρτώνται από το ποιός διαμορφώνει τα πνευματικά μας χαρακτηριστικά και ποιός καθορίζει τις κοινωνικές συνθήκες ζωής μας. Από την άλλη πλευρά, έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τρέλα μια κατάσταση επικίνδυνη για τη ζωή μας, που μπορεί να προέλθει από την επαφή μας με διαταραγμένους ανθρώπους, που η κοινωνία απομονώνει από το σύνολο, ονομάζοντάς τους τρελούς. Όποιος, όμως, πλησιάσει με ανθρώπινο τρόπο αυτούς που η κοινωνία ονομάζει τρελούς, διαπιστώνει μια αξιόλογη / ασυνήθιστη νοητική συγκρότηση. Δηλαδή, πως δεν πρόκειται απλά για ανθρώπους που σκέπτονται με μια "άλλη" λογική, αλλά για ανθρώπους που βιώνουν την ωδύνη μιας αληθινής διανοητικής διαφορετικότητας, τόσο κοντινής με την ανθρώπινη αλήθεια και τόσο μακρινής από την κοινωνική συμμόρφωση (κονφορμισμό). Οι άνθρωποι αυτοί δεν χρειάζονται την συμπόνοια για την κατάσταση της υγείας τους ή τον θαυμασμό μας για τη -συχνά- πρωτότυπη σκέψη τους, αλλά την κατανόησή μας για τους λόγους που τους οδήγησαν στον εγκλεισμό και στην διαρκή χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, απομακρύνοντάς τους, διαρκώς, από το κοινωνικό σύνολο.
Ο Στέλιος Κούλογλου είπε συνοπτικά τα ακόλουθα: η πολιτική εξουσία (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) σήμερα, στην Ελλάδα, δεν κάνει καμιά διάκριση μεταξύ διαταραγμένων και λογικών ' φέρεται στους πολίτες -συνολικά- σαν να πρόκειται για τρελούς, οι οποίοι οφείλουν να δεχθούν μια θεραπευτική αγωγή ώστε να ανακτήσουν την υγεία τους! Τι κάνουν οι πολιτικοί;
Πρώτον, ενοχοποιούν τους πολίτες, λέγοντάς τους: τιμωρείστε με την υψηλή φορολογία γιατί ξοδεύατε για αρκετά χρόνια πολλά χρήματα ' ζούσατε πάνω από το όριο των δυνατοτήτων σας και γι αυτό φταίτε εσείς. Δεύτερον, τους "βομβαρδίζουν" μέσα από τα ΜΜΕ με αντιφατικά κοινωνικά μηνύματα. Τρίτον, τους καλλιεργούν, πάλι μέσω των ΜΜΕ μια διαρκή ανασφάλεια, για την εργασία, την υγεία, την εκπαίδευση και τη διατήρηση της ειρήνης. Τέταρτον, αλλάζουν διαρκώς τους κανόνες της διαβίωσης των πολιτών. Αυτό που ισχύει σήμερα, αύριο, πιθανότατα να μην ισχύει κ.ά. [...]
Σε ποιό βαθμό, όμως, οι πολίτες ευθύνονται για τα χρέη που τους επιβαρύνουν; Ποιό ρόλο έπαιξε στη διόγκωση του χρέους ο ατομικός εγωισμός και οι σχέσεις οικονομικής εξάρτησης ανάμεσα σε πολίτες και πολιτικό προσωπικό; Η Ελληνίδα σκηνοθέτης του κινηματογράφου Άντζελα Ισμαήλου (Η πόλη της σιωπής) -σε μια συνέντευξή της- έθεσε ένα ερώτημα για την κατάσταση των ανθρώπινων σχέσεων στην Ελληνική κοινωνία που αν απαντηθεί θα διαλευκάνει πολλά ζητήματα:Είναι το Εγώ τόσο μεγάλο ή η διαπλοκή τόσο μεγαλειώδης;
Το κεντρικό ερώτημα, σε κάθε περίπτωση παραμένει: Ποιός είναι ο ρόλος των Ξένων στη δημιουργία και διόγκωση του Ελληνικού χρέους; Η "περίπτωση της Ελλάδας" φαίνεται να είναι ένα πείραμα συμμόρφωσης σε πολύ μεγάλη κλίμακα, αντίστοιχο του γνωστού πειράματος του Milgram και τα αποτελέσματά του ασφαλώς θα χρησιμοποιηθούν στην χειραγώγηση όχι πλέον ατόμων, μικρών ή μεγάλων ομάδων, αλλά ολόκληρων λαών. Το βιβλίο Το Δόγμα του Σοκ της Melanie Klein, περιγράφει με σοκαριστική σαφήνεια τον χαρακτήρα και το μέγεθος του εγχειρήματος της Παγκοσμιοποίησης. Υπάρχει όμως ένα ζήτημα. Στόχος των ξένων παραγόντων δεν είναι τόσο να αποσπάσουν το οικονομικό όφελος από τους τόκους των παρεχόμενων δανείων όσο η ιδιοποίηση του μεγάλου υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου της χώρας μας. Η ομάδα των οικονομικών παραγόντων που σχεδίασε την εφαρμογή αυτού του πειράματος στην Ελλάδα δεν έλαβε υπόψη της ή υποτίμησε ιδιαιτερότητες της Ελλάδας, όπως: τη δύναμη της πολιτιστικής της παράδοσης, την έλλειψη πειθαρχίας των πολιτικών της παραγόντων (ιδιαίτερα μιας αριστερίζουσας κυβέρνησης), τον ραγιαδισμό των Νεοελλήνων -ως κατάλοιπο της Τουρκοκρατίας- που μπορεί να υπομείνει αβάσταχτα οικονομικά μέτρα λιτότητας, ελπίζοντας σε καλύτερες μέρες, αρκεί κάπου-κάπου να τον χτυπούν στην πλάτη οι πολιτικοί και να του λένε με συμπονετικό ύφος: Καλά πηγαίνεις ' συνέχισε!
Γιώργος Χατζηαποστόλου
Πηγές: Φουκώ Μ. Ιστορία της τρέλας. (μτφρ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου), Ηριδανός, Αθήνα, 1964.
Η αφορμή για την παρούσα δημοσίευση ήταν η ανάρτηση του φίλου Λεωνίδα Α στο FaceBook. Έγραφε, απαντώντας, μάλλον, σε κάποιο αναγνώστη της σελίδας του:Αν πιστεύεις υπάρχει Θεός ' αν δεν πιστεύεις, δεν υπάρχει! Και αναρωτιόταν:Που είναι το πρόβλημα; Χωρίς να έχω τίποτα περισσότερο από στοιχειώδεις θεολογικές γνώσεις ή να είμαι πρότυπο ορθόδοξου χριστιανού πιστού, του έγραψα την άποψή μου:Πιστεύεις / δεν πιστεύεις, υπάρχει (ο Θεός). Αν πιστεύεις, βοηθάς τον εαυτό σου! Όλα τα άλλα είναι σοφιστείες! Μου απάντησε ξερά:Απόδειξέ το! Του ανέφερα τις αποδείξεις περί της ύπαρξης του Θεού του Θωμά Ακινάτη και συμπλήρωσα πως η μεγαλύτερη απόδειξη για την ύπαρξη του Θεού είναι η παρουσία του Σύμπαντος, το οποίο έχει αποκλειστεί, από τους επιστήμονες αστροφυσικούς να είναι τυχαίο γεγονός. Βέβαια, δεν τον έπεισα και δεν με έπεισε, αλλά συμπλήρωσα στα γραφόμενά μου, μόνο τα ακόλουθα:ο Θεός δίνει συχνά αποδείξεις της ύπαρξής του, κυρίως σε αυτούς που πιστεύουν και όχι αποδείξεις προκαταβολικά σε απίστους για να πιστέψουν. Ο Θεός, όμως κάνει μια εξαίρεση: αν κάποιος ετερόδοξος (μουσουλμάνος, βουδιστής, οποιοσδήποτε) ζητήσει τη βοήθειά του σε μια κρίσιμη στιγμή της ζωής του ή της ζωής αγαπημένου του προσώπου, έρχεται αμέσως να τον βοηθήσει! (Το θαύμα της Παναγίας της Σεηντανάγιας). Κάνοντας αυτές τις ακέψεις αναρωτήθηκα για ποιό λόγο συμμετείχα σε αυτόν τον διάλογο.
Είμαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος ' τόσο παρόμοιος με τους άλλους που πολλές φορές δε μου δίνουν καμιά σημασία. Είμαι 57 ετών και 5 μηνών, δηλαδή έχω ζήσει ως τώρα 689 μήνες ή 20.670 ημέρες ή 496.080 ώρες. Ας μην υπολογίσουμε τα λεπτά, δηλαδή τις στιγμές ζωής Όλα αυτά τα χρόνια επεδίωκα να βαδίζω προς το φωτεινότερο σημείο κάθε χώρου όπου βρισκόμουν. Δεν τα κατάφερνα πάντα να βαδίζω προς το φως αλλά με στενοχωρούσε περισσότερο όχι όταν συνέβαινε να χάσω τον προσανατολισμό μου, μα όταν παλινδρομούσα ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι. Από μικρός θυμάμαι τον εαυτό μου να κατανοεί πως δεν έχει νόημα να προχωρούμε -οι άνθρωποι- προς μια κατεύθυνση που ονομάζουμε αυθαίρετα: "μπροστά" χωρίς να συνυπολογίζουμε, στην πορεία της ζωής μας, την εμπειρία και τη γνώση όσων προηγήθηκαν χρονικά και κυρίως όσων θυσίασαν τη ζωή τους για να θεμελιώσουν την ειρήνη, την ελευθερία και την αγάπη στον κόσμο.
Στην προσπάθειά μου να συγκεντρώσω τεκμήρια ζωής που θα με βοηθούσαν να ανακαλύψω τον εαυτό μου και να καταλάβω πως θα μπορούσε να γίνει καλύτερος ο κόσμος, βάλθηκα να συλλέγω αρχεία, δηλαδή παλιά βιβλία και -μια περίοδο- εικόνες.
Είχα τη σπάνια "τύχη" να κινδυνεύσω να χάσω τη ζωή μου σε ηλικία τριών ετών. Ονομάζω την περιπέτειά μου τύχη, γιατί, τότε -μαζί με μια νέα ζωή- μου παρασχέθηκαν απλόχερα και οι "αποδείξεις" της ύπαρξης του Θεού σαν "συνοδευτικά έγγραφα" της επανόδου μου στον κόσμο. Σημειώνω μόνο δύο πράγματα από την -μεταξύ ζωής και θανάτου- εμπειρία που έζησα και ήσαν το ίδιο αληθινά με την οθόνη που βλέπω και το πληκτρολόγιο του υπολογιστή όπου γράφω αυτή τη στιγμή. Πρώτον: άγγελοι υπάρχουν ως υλικά όντα (με τη μορφή της ζώσας ενέργειας) και δεύτερο, ο χώρος της "αναμονής" μεταξύ ζωής και θανάτου ή και κάποιος πιο εσωτερικός χώρος του ουρανού, δεν είναι χώροι ανάπαυσης ή αναψυχής -με την γήινη σημασία του όρου- αλλά τόποι ενδοσκόπησης -όχι με την έννοια του διαλογισμού- αλλά με την έννοια της εξωστρεφούς διαμεσολάβησης των αρχών και των εμπειριών της ενδοσκόπησης στις ψυχές των ζώντων στη Γη. Αν κάποιος έχει τα τεκμήρια της ύπαρξης του Θεού και δεν πιστέψει, είναι άξιος της μοίρας του.
Σταγόνα - σταγόνα μαζεύω τη λιγοστή μου πίστη. Συναισθάνομαι πως είναι τόσο λίγη που αν ήταν νερό δεν θα γέμιζε ούτε ένα ποτήρι."Αν είχατε ένα σπυρί πίστη, θα μπορούσατε να μετακινήσετε βουνά" είπε ο Χριστός στους μαθητές του, όταν κάποτε λιποψύχησαν. Επομένως, είναι βέβαιο πως υπερβάλλω όταν θεωρώ πως η μικρή μου πίστη θα γέμιζε έστω και μισό ποτήρι νερού.
Διαισθάνομαι να με λυπούνται από τον ουρανό ψηλά, κάθε φορά που ξεστρατίζω από το δρόμο του φωτός, γιατί είμαι τόσο "φτωχός" αλλά δεν υπάρχει ίχνος σκληρότητας ' δε με κρίνουν ' δεν ετοιμάζονται να με τιμωρήσουν. Είμαι, όπως όλοι μας, μέρος μιας οικουμενικής συνείδησης και βρέθηκα εδώ στη Γη -με "απόσπαση"- για να ασκηθώ, να δοκιμαστώ (αν το θέλω) και να επιστρέψω όταν έρθει η ώρα μου ' δηλαδή, μόλις βεβαιωθούν πως δεν έχω άλλες δυνάμεις να αγωνιστώ ' δεν υπάρχει πια κανένας σκοπός να υπηρετήσω στην κοινωνία όπου ζω και κινούμαι ή όταν μια πιθανή παράταση της παραμονής μου, εδώ κάτω, θα με έκανε χειρότερο άνθρωπο.
Καταγωγή δεν είναι μια αόριστη σύνδεση ενός ανθρώπου με κάποιον τόπο, μια σειρά από ασύνδετα γεγονότα που κυμαίνονται ανάμεσα στο παραμύθι και τη φλυαρία της διήγησης, αφελών ηλικιωμένων που είτε τα έχουν χαμένα είτε δεν έχουν την απαραίτητη πνευματική καλλιέργεια ώστε να μπορούν, με την αφήγησή τους, να καταθέσουν στην ιστορική μνήμη, μια ιστορία με διαύγεια και ακρίβεια.
Όπου τα βάσανα και οι ταλαιπωρίες των ανθρώπων -που ξεριζώνονται από τον τόπο τους για να εξυπηρετηθούν εγκληματικά σχέδια εθνοκάθαρσης απάνθρωπων κυβερνήσεων- υπερβαίνουν τα όρια της ανθρώπινης αντοχής, το ελεύθερο πνεύμα των ανθρώπων καταφεύγει στη βοήθεια του Υπέρτατου Όντος (του Θεού) και στην επικοινωνία μαζί του μέσα από τα όνειρα. Να ονειρεύεσαι έναν τόπο -το χώμα, τα βουνά, τη θάλασσα- είναι ουσιώδες αλλά δεν είναι αρκετό ' για να "επικοινωνήσεις" μαζί του ' πρέπει να ονειρευθείς κάτι ζωντανό: τους συμπατριώτες σου εκεί, τα ζώα, τη θάλασσα (το χρώμα της) αλλά και τα δέντρα που δεν υπάρχουν στον τόπο της εξορίας. Η θάλασσα αλλού είναι μαύρη, αλλού κίτρινη κι αλλού πράσινη ' μόνο στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα είναι γαλάζια. Το συμβολικό δέντρο της Ελλάδας είναι η ελιά και Ελλάδα χωρίς ελιά δεν νοείται.
Ονειρεύομαι κάτι, σημαίνει πως δοκιμάζω να δώσω υπόσταση στην άυλη έννοια ενός πράγματος και προετοιμάζομαι -με έναν τρόπο- όταν το δω, να δεχθώ την υλική μορφή ύπαρξής του. Για παράδειγμα, όταν ονειρευθώ μιαν ελιά, ενώ δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου ελιά, πάει να πει πως προετοιμάζομαι να γυρίσω στην πατρίδα μου! Συχνά, οι άνθρωποι που θεωρούσαμε "δικούς μας", δηλαδή οι εντός των συνόρων Έλληνες, φέρονται σ' εμάς -τους πρόσφυγες- χειρότερα κι από ξένους, αλλά ο τόπος, τα ζώα και τα φυτά, θα μας δεχθούν. Ελλάδα δεν είναι, δυστυχώς, οι νέοι γείτονες που μας περιβάλλουν ' είναι οι μνήμες και οι καταβολές που φέρουμε μέσα μας!
Η "φωνή" του Θεού όπως είναι αποτυπωμένη στα Ευαγγέλια και στα λοιπά εκκλησιαστικά κείμενα δεν γίνεται κατανοητή από τους περισσότερους πιστούς στους εκκλησιαστικούς χώρους στην Ελλάδα. Υπήρξαν στο παρελθόν προσπάθειες να μεταφερθεί ο Θείος λόγος στη σύγχρονη καθομιλουμένη γλώσσα. Οι Δημοτικιστές, στην Ελλάδα, έδωσαν μεγάλο αγώνα για να καθιερωθεί η ανάγνωση των Ευαγγελίων στη Δημοτική γλώσσα, αλλά συνάντησαν αξεπέραστα εμπόδια από τις συντηρητικές κυβερνήσεις, ενώ δεν βρήκαν και την απαραίτητη συμπαράσταση από την πλειοψηφία του Εκκλησιάσματος. Η έλλειψη κατανόησης του Θείου Λόγου φαίνεται πως είναι ένας από τους λόγους που η μεγάλη πλειοψηφία των Ορθοδόξων Χριστιανών της χώρας μας δεν επισκέπτεται την Εκκλησία παρά μόνο κατά τις μεγάλες εορτές (Χριστούγεννα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο κλπ). Ο κύριος λόγος που ο Θείος "λόγος" παραμένει σε αυτή την ξεπερασμένη γλώσσα είναι για να μην "χαθεί" η ιερότητά του ή να μην "μολυνθεί" η καθαρότητά από τους αδαείς "μεταφραστές" ή από τους αγράμματους πιστούς.
Προσωπικά, δεν θεωρώ αυτούς τους λόγους πειστικούς ' αντίθετα, πιστεύω πως τα επιχειρήματα αυτά είναι αναχρονιστικά και, δυστυχώς, διακρίνω και δόλο στην ακαμψία της Εκκλησίας, να παραμένουν τα κείμενα ανέπαφα για να συνεχίσουν να είναι ιερά. Τα κείμενα, για τα κείμενα και όχι τα κείμενα για τους ανθρώπους. Ο Χριστός δεν μιλούσε ούτε στην "καθαρεύουσα" ούτε στην "αρχαϊζουσα" της εποχής του, παρότι ήταν εξαιρετικά καλλιεργημένος, αλλά στην απλή γλώσσα του λαού γιατί επιδίωκε να γίνει κατανοητός. Πάντως, ακόμη και ορισμένοι από όσους επιχείρησαν να μεταφέρουν κάποια θρησκευτικά κείμενα στην καθομιλουμένη δεν απέφυγαν τον πειρασμό να διανθίζουν την απόδοση και με ερμηνεία, άλλοτε διευκολύνοντας και άλλοτε εμποδίζοντας την κατανόηση του συγκλονιστικού, μέσα στην απλότητά του, κειμένου.
Οι άνθρωποι που αισθάνονται αδικημένοι από τους άλλους -και είναι πολλοί αυτοί, στην εποχή μας- δικαιούνται να καταλαβαίνουν τι ακούν και τι διαβάζουν. Θέλοντας να συμβάλλω κι εγώ λίγο σε αυτή την διασάφηση, απέδωσα, αλλά στην πραγματικότητα αποκάλυψα, έναν λόγο δυνατό -μέσα στην απλότητά του- καθόλου επηρμένο και ανθρώπινα, ζεστό ' τον Ψαλμό 90, του Δαυίδ.
Ψαλμός 90,
του Δαυίδ
1 Εκείνος που βρίσκεται και παραμένει κάτω από την ακατανίκητη βοήθεια του Υψίστου, αυτός θα αναπαύεται κάτω από τη σκέπη του Θεού του ουρανού '
2 θα στηρίζεσαι στον Κύριο ' που με καταλαβαίνει και είναι το καταφύγιό μου, ο Θεός μου, στον οποίο στηρίζω τις ελπίδες μου '
3 διότι αυτός θα σε γλυτώσει από τις παγίδες των εχθρών σου και από τα δηλητηριώδη λόγια, τα οποία αναστατώνουν την ψυχή '
4 αυτός που στέκεται μπροστά από εσένα, θα σε υπερασπίζεται και κάτω από την προστασία των πτερύγων του θα ελπίζεις να σωθείς ' με ασπίδα θα σε περιβάλλει ολόκληρο η φιλαλήθειά Του '
5 δεν θα φοβηθείς από κίνδυνο νυκτερινό, ούτε από βέλος που ρίχνεται εναντίον σου κάποια ώρα της ημέρας '
6 δεν θα φοβηθείς από πράγμα, που επέρχεται κατά τη νύχτα, ούτε από κανένα δυσάρεστο γεγονός της ημέρας, ή από δαιμόνιο πονηρό που ενεργεί κατά τη μεσημβρία '
7 χίλιοι θα πέσουν νεκροί από αριστερά σου και χιλιάδες χιλιάδων από τα δεξιά σου, αλλά εσένα ούτε καν θα σε πλησιάσει το κακό '
8 αν θα έχεις ανοιχτά τα μάτια σου, για να κατανοήσεις και να δεις πως εξολοθρεύονται οι αμαρτωλοί '
9 διότι εσύ, Κύριε, είσαι η ελπίδα μου ' τον Κύριο έθεσες ως καταφύγιό σου
10 και δεν θα φθάσουν σε εσένα συμφορές, και μάστιγες δοκιμασιών δεν θα πλησιάσουν στην κατοικία σου '
11 διότι ο Κύριος θα δώσει εντολή στους αγγέλους Του για να σε προφυλάξουν σε όλους τους δρόμους της ζωής σου '
12 στα χέρια τους θα σε αναλάβουν οι άγγελοι και θα σε καθοδηγούν ώστε ούτε το πόδι σου να μη σκοντάψει ποτέ σε κάποια πέτρα '
13 θα πατήσεις άφοβα επάνω σε δηλητηριώδη φίδια όπως είναι η ασπίδα και ο βασιλίσκος και θα καταπατήσεις λιοντάρι και δράκο
14 επειδή, όποιος σε Εμένα έλπισε θα τον γλιτώσω ' θα τον σκεπάσω με την προστασία Μου, διότι αυτόν γνώρισε και δόξασε το όνομά Μου,
15 θα απευθυνθεί προς Εμένα και εγώ θα ακούσω την προσευχή του ' θα είμαι μαζί του στη θλίψη ' θα τον βγάλω από τις δοκιμασίες και τις περιπέτειες και θα τον δοξάσω '
16 μακρότητα ημερών θα του χαρίσω και θα του δείχνω διαρκώς τον δρόμο μου της σωτηρίας.